Translate

Κυριακή 30 Μαρτίου 2014


Δυστυχώς όμως ο Λόρδος Έλγιν έδρασε στην Ελλάδα κλέβοντας τα μάρμαρα από τον ιερό ναό της Ακρόπολης στον Παρθενώνα.

Πως θα ήταν όμως μεγάλες πόλεις του πλανήτη ΑΝ ο Λόρδος Έλγιν είχε δράσει αλλού εκτός από την Ελλάδακαι την Ακρόπολη;

Αν ο Έλγιν είχε κλέψει το Ρίο Ντε Τζανέιρο:


Αν ο Έλγιν είχε κλέψει τη Νέα Υόρκη:


Αν ο Έλγιν είχε κλέψει το Νέο Δελχί:


Αν ο Έλγιν είχε κλέψει το Βερολίνο:


Αν ο Έλγιν είχε κλέψει το Παρίσι:


Αν ο Έλγιν είχε κλέψει το Λονδίνο:


Αν ο Έλγιν είχε κλέψει τη Ρώμη:


“Ομως δυστυχώς ο Λόρδος Έλγιν έδρασε στην Αθήνα:


29Μαρ2014


Πηγή: http://www.logiosermis.net/2014/03/blog-post_2328.html#ixzz2xQjLyUds

Τρίτη 25 Μαρτίου 2014

γράφουν οι Χρήστος Ασημακόπουλος Μαθηματικός 
(Πανεπιστήμιο Πατρών) asima.inet@gmail.com 
Ιωάννης Παπακωνσταντίνου 
Mαθηματικός - Iστορικός 
(Πανεπιστήμιο Columbia
pappas.inet@gmail.com

Η Ιστορία τού 1821 δεν μπορεί να γραφεί επαρκώς με υπεραπλουστεύσεις, και μάλιστα στο στενό (απλοϊκό) αναλυτικό πλαίσιο τής “εξέγερσης” ή “επανάστασης” κάποιων καταπιεζομένων υποδούλων (ελληνοφώνων Χριστιανών ραγιάδων) κατά κάποιων καταπιεζόντων εξουσιαστών (τουρκοφώνων Μουσουλμάνων Οθωμανών).

Ακόμη και τα παραδοσιακά μεθοδολογικά εργαλεία τής ιστορικής επιστήμης είναι ανεπαρκή για την ανάλυση τής δυναμικής κλιμάκωσης τού Πολέμου τής Ελληνικής Ανεξαρτησίας, που ήταν ένας χαοτικός πόλεμος ραγιάδων κατά τριηπειρωτικής αυτοκρατορίας, με ταυτόχρονη αντιπαράθεση εκείνων των ραγιάδων προς όλες τις Μεγάλες Δυνάμεις το 1821-1824, και μάλιστα ραγιάδων που είχαν προγραφεί από τούς Οθωμανούς προς γενοκτονιακή εξόντωση το 1821-1825.

Σε αυτό το ευρύ (χαοτικό) πλαίσιο, τα μεθοδολογικά εργαλεία τής δυναμικής μαθηματικής ανάλυσης και ειδικά τής Θεωρίας τού Χάους, που χρησιμοποιούνται εκτενώς από πολλούς στρατηγικούς αναλυτές μετά τον (χαοτικώς ολοκληρωτικό)   Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μπορούν να χρησιμοποιηθούν αποτελεσματικά και από σύγχρονους ιστορικούς για να αναλύσουν τις κοσμογονικές (χαοτικώς εθνογονικές) επιπτώσεις τού Πολέμου τής Ελληνικής Ανεξαρτησίας στη γεωπολιτική αρένα τότε, στη μεταναπολεόντεια εποχή, και έκτοτε.

I. Το 1821 ως γεωπολιτικό φαινόμενο

Ο Πόλεμος τής Ελληνικής Ανεξαρτησίας παραμένει μέχρι σήμερα ένα δυσεξήγητο φαινόμενο, που πολλοί ιστορικοί και ιστοριοδίφες χαρακτήρισαν ως“θαύμα”,λαμβάνοντες υπ’όψη αφενός τη συντριπτική ανισορροπία δυνάμεων (στρατιωτική, οικονομική και διπλωματική) σε βάρος των τότε εξαθλιωμένων και μαζικώς σφαγιαζομένων εμπολέμων Ελλήνων και αφετέρου τις τεκτονικές ανακατατάξεις, την πραγματική κοσμογονία, που προξένησε σε γεωπολιτικό επίπεδο ο νικηφόρος εθνοαπελευθερωτικός αγώνας εκείνων των “εξεγερθέντων” ραγιάδων, π.χ.:

·      Κατάρρευση τής Ιεράς Συμμαχίας (1825). Μεσούντος τού Πολέμου τής Ελληνικής Ανεξαρτησίας, η Ιερά Συμμαχία των Μεγάλων Δυνάμεων κατέρρευσε ως στρατιωτική-παρεμβατική οντότητα αμέσως μετά την πολιτική αναγνώριση τής Ελληνικής Κυβέρνησης από την Αγγλία (7 Νοεμβρίου 1824), και μαζί με εκείνη τη στρατοκρατική συμμαχία κλονίσθηκε ανεπανόρθωτα η διευρωπαϊκή ηγεμονική τάξη πραγμάτων που είχαν επιβάλει οι ευρωπαίοι άνακτες στη μεταναπολεόντεια εποχή.

·      Δημοκρατικές εξεγέρσεις (1830, 1848). Αμέσως μετά τη διεθνή αναγνώριση τήςεθνικής ανεξαρτησίας τής Ελλάδος (1830), ήτοι αμέσως μετά την εν τοις πράγμασιανάδειξη τού ελληνικού λαού ως υπόδειγμα για τη χειραφέτηση όλων των καταπιεσμένων λαών τού Κόσμου, ξέσπασε ένα κύμα λαϊκών εξεγέρσεων στην ευρωπαϊκή ήπειρο (1830), ως πρελούδιο των εξεγέρσεων τού 1848, οι οποίες απομείωσαν το κύρος των ευρωπαίων ανάκτων και περιέστειλαν την εξουσιαστική τους (απολυταρχική) δύναμη.

·      Αποδυνάμωση τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (1832, 1833). Ο επίλογος τού 12ετούς Αγώνα τής Ανεξαρτησίας (1821-1833) σηματοδότησε την ουσιαστική κατάρρευση τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας: Με τη ρωσοτουρκική συνθήκη τού Ουνκιάρ Σκελεσί (1833) η Πύλη αναγνώρισε την Ελλάδα ως ανεξάρτητη χώρα και η Οθωμανική Αυτοκρατορία κατέστη τότε (de facto και de jure), δι’ εκείνης τής συνθήκης, ένα τερατόμορφο προτεκτοράτο τής Ρωσίας. Επρόκειτο περί ενός προτεκτοράτου κολοσσιαίων (τριηπειρωτικών) διαστάσεων, που ήταν πρωτοφανές στην Παγκόσμια Ιστορία και συνιστούσε μία χαοτική ανωμαλία (“Ανατολικό Ζήτημα”) στον γεωπολιτικό χάρτη.

·      Διάλυση των ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών. Ο τιτάνιος εθνοαπελευθερωτικόςαγώνας των Ελλήνων αποτέλεσε πρότυπο (paradigm) για την απελευθέρωση δεκάδων εθνών σε παγκόσμιο επίπεδο στη μεταναπολεόντεια εποχή, διότι τότε οι εμπόλεμοι Έλληνες ξανάγραψαν το διεθνές δίκαιο με τη ρηξικέλευθη και κοσμογονικήαρχή των εθνοτήτων (1830), σύμφωνα με την οποία κάθε έθνος, ανεξαρτήτως πληθυσμιακού μεγέθους, έχει αναφαίρετο δικαίωμα να συγκροτήσει κράτος στο έδαφος όπου διαβιοί. Κατά συνέπεια οι Έλληνες συνέβαλαν, όσον ουδείς άλλος λαός, στη διαμόρφωση τού σημερινού πολιτικού χάρτη τής Ευρώπης και στην ιδεαλιστική αποσταθεροποίηση και γεωστρατηγική κατάρρευση όλων των αποικιακών αυτοκρατοριών: Ενδεικτικά, αφού η μικρή Ελλάδα απελευθερώθηκε στον 19ο αιώνα, ήταν αδιανόητο πλέον να μην απελευθερωθεί η μεγάλη Ινδία στον 20ό αιώνα.

Συνοπτικά, ο Αγώνας τής Ανεξαρτησίας αποτέλεσε ένα πολυδιάστατο φαινόμενο με κοσμογονικές επιπτώσεις στη γεωπολιτική αρένα τότε, στη μεταναπολεόντεια εποχή, και έκτοτε.
Εκείνα τα επιτεύγματα οι Έλληνες τα κατόρθωσαν “εν μέσω παντελούς απορίας, αμηχανίας, αταξίας, διαιρέσεως και αναρχίας” (όπως επισήμανε ο Σπυρίδων Τρικούπης) και μάλιστα αγωνισθέντες κατά πάντων σε διπλωματικά και στρατιωτικά μέτωπα: Στα πρώτα τέσσερα χρόνια τού πολέμου (1821-1824), μέχρι την αναγνώριση τής Ελληνικής Κυβέρνησης από την Αγγλία (7 Νοεμβρίου 1824), οι Έλληνες πολεμούσαν παντελώς μόνοι, χωρίς τη συνδρομή των Μεγάλων Δυνάμεων, και μάλιστα παρά τις διπλωματικές μηχανεύσεις καιπολεμικές εχθροπραξίες των εξουσιαστών τής Ευρώπης εναντίον τής εγειρομένης Ελλάδος.

Το 1821 ουδείς μπόρεσε να προβλέψει τις δυσθεώρητες επιπτώσεις τής “επαναστάσεως”τού 1821 σε παγκόσμιο επίπεδο, ούτε καν οι ΄Ελληνες τότε. Αλλά και έκτοτε ουδείς ιστορικός έχει αναλύσει επαρκώς τον ελληνικό Αγώνα τής Ανεξαρτησίας ως γεωπολιτικό φαινόμενο, δηλαδή πώς ένας υπόδουλος και πενόμενος λαός πολέμησε επί τόσα πολλά χρόνια κατά στρατευμάτων και στόλων από τρείς ηπείρους (Ασία, Αφρική και Ευρώπη) και πώς τελικά κατίσχυσε δια πυρός και σιδήρου και μάλιστα υπό την ερεβώδη σκιά ιοβόλων βελών από τις Μεγάλες Δυνάμεις. Ευλόγως λοιπόν ο Στάντης Ρ. Αποστολίδης παρατήρησε ότι η Ιστορία τού '21 ακόμα δεν έχει οριστικά γραφεί.


IΙ. Το 1821 ως χαοτικό φαινόμενο

Πράγματι, η Ιστορία τού '21 δεν είναι δυνατόν να γραφεί επαρκώς στο στενό αναλυτικό πλαίσιο τής “εξέγερσης” ή “επανάστασης” κάποιων καταπιεζομένων υποδούλων (Χριστιανών ραγιάδων) κατά κάποιων καταπιεζόντων εξουσιαστών (Μουσουλμάνων Οθωμανών).

Ο Αγώνας τής Ανεξαρτησίας άρχισε ως εξέγερση των “Αρβανιτών” ή “Πανδούρων” τής Μολδοβλαχίας — που ήσαν Αλβανοί, Έλληνες, Βούλγαροι και Σέρβοι μισθοφόροι ως (αστυνομικές) δυνάμεις τάξεως — υπό την ηγεσία τού Αλεξάνδρου Υψηλάντου (από την 22 Φεβρουαρίου 1821) και μετά από ένα μήνα προσέλαβε τον χαρακτήρα λαϊκήςεπαναστάσεως στον Μωριά και στη Ρούμελη (από την 22 Μαρτίου 1821). Στις επόμενες όμως εβδομάδες, μετά τη συγκρότηση τού Ελληνικού Στόλου σε εν τάξει πολεμική δύναμη (176 πλοία) υπό ενιαία (Υδραϊκή) ναυαρχική διοίκηση (16 Απριλίου 1821), και ειδικά μετά από τη διήμερη εν τάξει Μάχη τού Βαλτετσίου (12-13 Μαΐου 1821), ο αγώνας των Ελλήνων εξελίχθηκε σε εθνοαπελευθερωτικό πόλεμο, όπως ευλόγως ονοματοδοτείται η καθ' ημάς “Επανάσταση τού 1821” στη διεθνή βιβλιογραφία, ήτοι ως ο Πόλεμος τής Ελληνικής Ανεξαρτησίας (The War of Greek Independence).

Ήδη όμως τότε, από τον απαγχονισμό τού θρησκευτικού ηγέτη των Ελλήνων (Πατριάρχου
Γρηγορίου Ε΄ ), την 10 Απριλίου 1821, και τις μαζικές σφαγές χιλιάδων αμάχων στην Κωνσταντινούπολη, εκείνος ο πόλεμος κλιμακώθηκε κατά χαοτικό τρόπο στον χρονικά πρώτο ολοκληρωτικό στρατηγικό πόλεμο(total war / strategic warfare) στην Παγκόσμια Ιστορία, δηλαδή σε έναν πόλεμο μέχρις εσχάτων με εκατέρωθεν στρατηγικά πλήγματα (μαζικές σφαγές) κατά δεκάδων χιλιάδωναμάχων, Ελλήνων και Τούρκων: Ελλήνων αμάχων στην Κωνσταντινούπολη, Θεσσαλονίκη, Κασσάνδρα, Νάουσα, Κυδωνιές, Κουσάντασι (Αϊβαλί), Σμύρνη, Κύπρο, Κρήτη, Σαμοθράκη, Χίο, Κάσσο, Ψαρά, Μεσολόγγι και δυτική Πελοπόννησο, και Τούρκων αμάχων στην Τριπολιτσά, Νεόκαστρο, Κόρινθο και Αθήνα. Τότε οι Χριστιανοί ραγιάδες πολεμούσαν πλέον ως έθνος υπόγενοκτονιακό διωγμό, όπως ρητά και απερίφραστα διατυπώθηκε στο τελεσίγραφο πολέμου τής Ρωσίας κατά τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (6/7/1821):

“            Ό,τι προ παντός άλλου εφοβείτο ο αυτοκράτωρ [Τσάρος] ήτο μήπως η Πύλη ενισχύουσα διά τής διαγωγής της το επιχείρημα των προταιτίων τής επαναστάσεως, ενομιμοποίει εξ ανάγκης ένοπλον αντίστασιν εις αποτροπήν τού παντελούς αφανισμού τού ελληνικού λαού και τής θρησκείας, ην πρεσβεύει. […]
Ουδέποτε άλλοτε εν τη οθωμανική αυτοκρατορία γενική προγραφή έπεσεν επί ολόκληρον έθνος, ούτε τόσον αναισχύντως εξυβρίσθη η χριστιανική θρησκεία. […] Βέβαιον κατά δυστυχίαν είναι, ότι η Πύλη δεν καταδιώκει μόνον τούς ταραχοποιούς και τούς οπαδούς των, αλλά όλον το ελληνικόν έθνος, […] και αναγκάζει την χριστιανοσύνην να εκλέξη έν εκ των δύο· ή να μη μένη ακίνητος θεατής τήςεξολοθρεύσεως χριστιανικού λαού, ή να ανέχεται κατάστασιν πραγμάτων τείνουσαν εις διατάραξιν τής ειρήνης, ην ηγόρασε διά τόσων θυσιών. […]
Άν […] η τουρκική κυβέρνησις δείξη ότι πράττει αύτη ανεπηρεάστως τα περί ων ο λόγος κακά, δεν μένει τότε παρά να ειδοποιηθή από τού νυν ότι καθίσταται φανερά πολέμιος προς όλον τον χριστιανικόν κόσμον, ότι νομιμοποιεί την ιδίαν υπεράσπισιντων Ελλήνων πολεμούντων εις αποφυγήν τής αφεύκτου φθοράς των. ”

Όπως διαφαίνεται στο τελεσίγραφο, εκείνος ο πόλεμος εκτός από ολοκληρωτικός ήταν καιθρησκευτικός, και μάλιστα με πρόδηλη εμφυλιακή διάσταση, όπως π.χ. συνέβη στην Κρήτη όπου οι ελληνογενείς Χριστιανοί (55% τού πληθυσμού τής Κρήτης) πολέμησαν επί τρία χρόνια (1821-1824) κατά των ελληνογενών Μουσουλμάνων (45% τού πληθυσμού) τής μεγαλονήσου.
Εκείνος ο πόλεμος κλιμακώθηκε ακόμη περισσότερο σε περιφερειακό (διηπειρωτικό) πόλεμο (regional war) από το 1823, όταν η Κρήτη προμαχούσε κατά στρατευμάτων τριών ηπείρων  Ασία,
Αφρική και ΟθωμανικήΕυρώπη  που επέπεσανταυτόχρονα επί τής μεγαλονήσου, ενώ στον επόμενο χρόνο ο Ελληνικός Στόλος καταναυμάχησε συνενωμένους πολεμικούς στόλους, επίσης από τρεις ηπείρους (ΑσίαΑφρικήκαι Ευρώπη), στη Μάχη τού Αιγαίου, που συνιστούσε μία αλληλοδιαδοχή δέκα (10) επί μέρους ναυμαχιών (30 Ιουλίου - 2 Νοεμβρίου 1824) και έληξε με πολεμική νίκη των Ελλήνων και πολιτική δικαίωση τής ελληνικής διπλωματίας. Ειδικότερα, αμέσως μετά τη Μάχη τού Αιγαίου η μεν Αγγλία αναγνώρισε την Ελληνική Κυβέρνηση (7 Νοεμβρίου 1824) οι δε άλλες Μεγάλες Δυνάμεις άρχισαν να μεταστρέφονται σταδιακά υπέρ τής Ελλάδος και κατά τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Είναι εκπληκτικό ότι εν μέσω εκείνου τού χαοτικού πολέμου (που ήταν εθνικός και ταυτόχρονα θρησκευτικός, ολοκληρωτικός και περιφερειακός), οι Έλληνες κατόρθωσαν όχι μόνο να αποτρέψουν τη φυσική τους εξόντωση ως γένος, αλλά και να κατανικήσουν όλα τα στρατεύματα και να καταναυμαχήσουν όλους τούς στόλους που ο Σουλτάνος εξακόντισε εναντίον τού Μωριά και τής Ρούμελης το 1821-1824. Επιπλέον η ελληνική εξωτερική πολιτική πέτυχε τελικά τη στρατιωτική εμπλοκή των Μεγάλων Δυνάμεων, ήτοι των Αγγλίας-Γαλλίας-Ρωσίας στο Ναυαρίνο (1827), τής Γαλλίας στον Μωριά (1828-1829) και τής Ρωσίας στην ανατολική Βαλκανική (1828-1829) υπέρ τής Ελλάδος προς διευρωπαϊκή αντιστάθμιση τής περιφερειακής κλιμάκωσης τού πολέμου από την Πύλη (1824-1828), ήτοι προς στρατηγικήαντιστάθμιση τής εμπλοκής αιγυπτιοαφρικανικών στρατευμάτων και στόλων σε εκείνον τονχαοτικό περιφερειακό πόλεμο στη Ν.Α. Ευρώπη και στην ανατολική Μεσόγειο (1823-1833), προμαχούντων των Ελλήνων.


IΙΙ. Στατική αναλυτική προσέγγιση τού 1821

Ως χαοτικό φαινόμενο, ο Πόλεμος τής Ελληνικής Ανεξαρτησίας, όσον αφορά στη δυναμική τής κλιμάκωσής του από τοπική εξέγερση στη Μολδοβλαχία σε μείζον γεωπολιτικό φαινόμενο, είναι μάλλον δύσκολο να αναλυθεί επαρκώς με μόνον τα παραδοσιακά (αιτιοκρατικά, ευθύγραμμα και στατικά) εργαλεία τής επιστήμης τής Ιστορίας, που αναπτύχθηκαν στο παρελθόν για να αναλύουν άλλα είδη (συστημικού παρά χαοτικού) πολέμου, δηλαδή πολέμου μεταξύ ηγεμόνων, μοναρχών, πόλεων, κρατών ή αυτοκρατοριών.
Ενδεικτικά, σχεδόν όλοι οι ιστορικοί ανέλυσαν τον Πόλεμο τής Ελληνικής Ανε-ξαρτησίας ως μία χρονική διαδοχή γεγονότων (μαχών, διπλωματικών ενεργειών κ.ο.κ.) σε ένα πλαίσιο δυαδικών σχέσεων (Αγγλίας-Ελλάδος, Ρωσίας-Ελλάδος κ.τ.λ.), που είναι ανεπαρκές για την ανάλυση τής δυναμικής εκείνου τού πολέμου, ήτοι ενός πολέμου ραγιάδων κατά αυτοκρατορίας, με ταυτόχρονη αντιπαράθεση των ραγιάδων προς όλες τις Μεγάλες Δυνάμεις το 1821-1824, και μάλιστα ραγιάδων που είχαν προγραφεί προς γενοκτονιακή εξόντωση το 1821-1825.

Ενδεικτικά, πολλοί Έλληνες ιστοριοδίφες ερίζουν περί τού από πού άρχισε ηΕπανάσταση στον ελλαδικό χώρο (Αίγιο, Πάτρα, Καλαμάτα, Μάνη κ.τ.λ.), ενώ είναι ιστορικά καταγεγραμμένος ο σχεδιασμός τής Φιλικής Εταιρείας για ταυτόχρονη έκρηξη τού Πολέμου τής Ελληνικής Ανεξαρτησίας σε όσον το δυνατόν περισσότερα μέτωπα προς (χαοτικό) στρατηγικό περισπασμό και αποπροσανατολισμό των Οσμανιδών. Αλλά και περιφανείς ιστορικοί απέτυχαν να επεξηγήσουν
παράδοξα (αλλά εν τούτοις θεμελιώδη) φαινόμενα τού Πολέμου τής Ελληνικής Ανεξαρτησίας: π.χ. ο Σπυρίδων Τρικούπης, σκεπτόμενος προφανώς σε παραδοσιακό πλαίσιο ανάλυσης, ήτοι με τη μέθοδο τήςστατικής συγκρισιολογίας (comparative statics),χαρακτήρισε ως παράδοξο μεταβολή” την ταχύτατη μετάλλαξη των εμπολέμων Mωραϊτών από άναρχο όχλο ενόπλων  που ηττήθηκε (γελοιωδώς) στην Καρύταινα (30 Μαρτίου 1821) και στην Πάτρα (3 Απριλίου 1821)  σε ένα διατεταγμένο στράτευμα που μετά από 40 ημέρες νίκησε (ενδόξως) στο Βαλτέτσι (12-13 Μαΐου 1821) και αμέσως στη συνέχεια στα Δολιανά-Βέρβενα (18 Μαΐου 1821), επί λέξει    ως εξής:

“Είδαμεν τούς Έλληνας έως χθες διασκορπιζομένους και φεύγοντας απέμπροσθεν των εχθρών οσάκις και όπου τούς συνήντων· επί δε τής περί ής ο λόγος μάχης [στο Βαλτέτσι] βλέπομεν αυτούς τούτους νικώντας διά τής επιμονής των και γενναιότητος · και το παραδοξότερον, τούς βλέπομεν νικώντας αφού τρισχίλιοι εκλεκτοί Αλβανοί επεδυνάμωσαν τούς εχθρούς, και ενώ πρώτην φοράν εγένετο πόλεμος υπό την γενικήν οδηγίαν αρχηγού εμπείρου [τού Μουσταφάμπεη] και δυναμένου ως εκ τής υψηλής θέσεώς του να βραβεύση τούς νικητάς.
Η παράδοξος αύτη μεταβολή δεν προήλθεν εξ ελλείψεως των Τούρκων, ων και το πολεμικόν σχέδιον ήτον ορθόν, και η γενναιότης μεγάλη· αλλ’ οφείλεται όλη εις την γενναίαν απόφασιν των εν τω χωρίω ολίγων Ελλήνων να νικήσωσιν ή να αποθάνωσιν, εις την θερμήν συνδρομήν των έξωθεν επιβοηθησάντων, και εις το εκ τής συχνής συναντήσεως των εχθρών γεννώμενον κατ’ ολίγον θάρρος.”

Η ως άνω ανάλυση τού Τρικούπη είναι επιστημονικώς ανεπαρκής, διότι δεν επεξηγείεπακριβώς το “παράδοξον” (ή “παραδοξότερον”) τής ταχύτατης μετάλλαξης τής μαχητικής ικανότητας των Μωραϊτών. Ειδικότερα, ο Τρικούπης προσδιορίζει την “παράδοξον μεταβολήν”ταυτολογικώς, ως οφειλομένη, μεταξύ άλλων, εις την γενναίαν απόφασιν των εν τω χωρίω ολίγων Ελλήνων να νικήσωσιν ή να αποθάνωσιν” και επίσης εις την θερμήν συνδρομήν των έξωθεν επιβοηθησάντων. Αλλά το βασικό ερώτημα είναι εις ποία ακριβώςαίτια οφείλεται εκείνη η γενναία απόφασις”, και ποία επίσης συγκεκριμένα αίτια παρώθησαν τούς Μωραΐτες να προσφέρουν θερμήν συνδρομήν” ο ένας στον άλλο. Τέτοια αίτια (που επέδρασαν στο Βαλτέτσι, ενώ ήσαν ανύπαρκτα προηγουμένως στην Καρύταινα και στην Πάτρα) ο Τρικούπης δεν τα προσδιορίζει.
Τέτοιες ταυτολογικές (και άρα ανεπαρκείς) επαγωγικές επεξηγήσεις ή αναγωγικές ερμηνείες βρίθουν σε πολλά ιστορήματα για τον (χαοτικό) Πόλεμο τής Ελληνικής Ανεξαρτησίας.
Ως ένα άλλο παράδειγμα στατικής (και όχι δυναμικής) σκέψεως, ο Κωνσταντίνος
Παπαρρηγόπουλος αιτιάται το Πατριαρχείο ότι απέτυχε να μεθοδεύσει τη διάδοση (και όχι απλώς προάσπιση) τής ελληνικής γλώσσας στη Βαλκανική, δηλαδή ότι απέτυχε να εξελληνίσει συστηματικά τούς αλλογλώσσους Σλαύους κατά τη διάρκεια τής Τουρκοκρατίας, επί λέξει ως εξής: 

“Το κεφαλαιώδες τούτο καθήκον [τού Πατριαρχείου] ήτο ηκραταίωσις τού ελληνισμούδιά τής διαδόσεως τής ελληνικής γλώσσης εις τας διαφόρους εκείνας φυλάς. ουδ’ ήτο το πράγμα δυσκατόρθωτον. […] Το πράγμα ήτο ου μόνον απαραίτητον, αλλά και εύκολον, η δε ευκολία αύτη διήρκεσεν επί 400 περίπου έτη.
Δεν λέγομεν ότι το πατριαρχείον ουδαμώς ενόησε την εντολήν αυτού ταύτην, αλλά βεβαίως δεν επέμεινεν αποχρώντως και επιτηδείως εις την εκπλήρωσιν αυτής, ώστε καθ’ ήν στιγμήν πρό τινων ενιαυτών ύψωσεν πάλιν την κεφαλήν η φυλετική διαίρεσις, οι ετερόφωνοι Βούλγαροι ευρέθησαν πολυαριθμότατοι μεν επέκεινα τού Αίμου, ουκ ευάριθμοι δε και εις την βορειοτέραν Θράκην και εις την βορειοτέραν Μακεδονίαν. Τούτο δε είναι ο μέγιστος έλεγχος, όν δικαιούμεθα να απευθύνωμεν κατά τού πατριαρχείου από τής αλώσεως μέχρι των τελευταίων χρόνων.”

Στην παραπάνω επιχειρηματολογία, ο Παπαρρηγόπουλος προέβη κατ’ αρχήν σε έναν αυθαίρετο δεοντολογικό ισχυρισμό ότι το “κεφαλαιώδες καθήκον” τής Εκκλησίας ήταν “ηκραταίωσις τού ελληνισμού διά τής διαδόσεως τής ελληνικής γλώσσης”, ενώ το πρώτιστο καθήκον τού Πατριαρχείου ήταν εκ των πραγμάτων, υπό τις τότε συνθήκες, η διάσωση (και όχι “κραταίωση”) τού υπόδουλου Ελληνισμού από τον θανάσιμο κίνδυνο τής Οσμανικής γενοκτονίας των Ελλήνων, ειδικά μετά τις γενοκτονιακές αποφάσεις τού Σουλτάνου Σελήμ Α΄ Γιαβούζ (1512-1520) κατά των Ελλήνων και τής Εκκλησίας. Το πόσο υπαρκτό ήταν το φάσμα τής γενοκτονίας των Ελλήνων από τούς Οσμανίδες, συνοψίζεται επιγραμματικά στην έκκληση (που τιτλοφορήθηκε “Δηλοποίησις”) τής Ελληνικής Κυβέρνησης (επί προεδρίας Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου) προς την Ιερά Συμμαχία την 31/8/1822, επί λέξει ως εξής:

“῾Η ερωπαϊκ Τουρκα, ἡ ᾿Ασα καὶ ἡ ᾿Αφρική ἐξοπλίζονται ἁμιλλώμεναι πρὸςἀλλήλας διὰ νὰ ὑποστηρίξωσι τὴν σιδηρᾶν χεῖρα τὴν καταπιέσασαν τοσοῦτον χρόνον τὸἑλληνικόν ἔθνος καὶ τείνουσαν λως εἰς τὸ νὰ τὸ ξολοθρεσ.

Σε αυτό το πλαίσιο, η διάσωση τού υπόδουλου Ελληνισμού εξηρτάτο από δύο θεμελιώδεις προϋποθέσεις: Την προάσπιση τής ελληνικής γλώσσας και τη συστηματική αποφυγή παρόξυνσης τού ασιατικού “εθνοκτονικού θηρίου”. Όσον αφορά στη δεύτερη προϋπόθεση, ο Παπαρρηγόπουλος προφανώς υπετίμησε την εξουσιαστική αντιληπτικότητα εκείνου τού θηρίου, όταν γράφει (χωρίς να τεκμηριώνει) ότι “αποχρώντως και επιτηδείως” (δηλαδή “κάτω από τη μύτη” τής ασιατικής δυναστείας των Οσμανιδών) το Πατριαρχείο (δήθεν) μπορούσε να υλοποιήσει μία “επιθετική” πολιτική πολιτισμικής επέκτασης τού Ελληνισμού, χωρίς τον κίνδυνο εθνοκτόνου αντίδρασης τής Πύλης.
Δηλαδή σε σύγχρονη ορολογία, αυτός ο ισχυρισμός τού Παπαρρηγόπουλου παραβιάζει μία θεμελιώδη αρχή τής στρατηγικής (μαθηματική “θεωρία των παιγνίων”) σύμφωνα με την οποία κάθε σώφρων ηγέτης (όπως οι ηγήτορες τού Πατριαρχείου) οφείλει να υποθέτει, στη χάραξη τής στρατηγικής του, ότι ο αντίπαλος (όπως η Οσμανική δυναστεία) έχει τουλάχιστον την ίδια πληροφόρηση και την ίδια οξυδέρκεια. Εξ άλλου, εάν η Οσμανίδες ήσαν τόσο αφελείς σε σχέση με το Πατριαρχείο όσον υπονοεί ο Παπαρρηγόπουλος, τότε πώς συγκρότησαν και εξουσίαζαν επί αιώνες μία αυτοκρατορία;
Επιπλέον, όταν ο Παπαρρηγόπουλος παραθέτει τα πλεονεκτήματα τού Πατριαρχείου (“ενότης και ομοφροσύνη” ) για εκείνο το κολοσσιαίο έργο εξελληνισμού των άλλογλώσσων Βαλκανίων, φέρεται να παραβλέπει ότι εκείνα τα πλεονεκτήματα ήσαν μάλλον επιφαινόμενα διότι ήσαν δυνητικώς πρόσκαιρα: Εάν η Οσμανική Δυναστεία έκρινε ότι απειλείτο από τον καθ’ υπόθεση εξελληνισμό των Βαλκανίων, τότε μπορούσε κατ’ ελάχιστον μεν να καταργήσει τα εν λόγω “πλεονεκτήματα”, κατά μείζον δε να αφανίσει αμέσως και αυτό το ίδιο το Πατριαρχείο. Επομένως ο Παπαρρηγόπουλος συγχέει αυτό που φαινομενικώς έδινε την εντύπωση (τακτικού) πλεονεκτήματος με αυτό που στην πραγματικότητα ήταν (ανακλητό) προνόμιο.
Προφανώς ο Παπαρρηγόπουλος εσκέπτετο στατικά μάλλον παρά δυναμικά, ενώ η μακραίωνη σχέση Πύλης-Πατριαρχείου ήταν κατ’ εξοχήν αναδραστική, ήτοι δυναμική. Επιπλέον εσκέπτετο μάλλον τακτικά παρά στρατηγικά, αφού ο ισχυρισμός του αντίκειται προς τη σύνθετη στρατηγική (“υψηλή πολιτική”) τής “Υψηλής Πύλης”, που στο εσωτερικό τής πολυεθνικής της αυτοκρατορίας ήταν ισορρόπως τόσο ομογενοποιητική (μέσω τού Χριστιανισμού και τού Μωαμεθανισμού) όσον και διαφοροποιητική και διχαστική (μέσω πολυγλωσσίας, πολυπολιτισμικότητας, δημογεροντίας κ.ο.κ.).
Πάνω από όλα, ο Παπαρρηγόπουλος δεν διεξήλθε επαρκώς την απόλυτη (άνευ εξαιρέσεως) εξελικτική αρχή τής Ιστορίας ότι ουδέν έθνος “κραταιώνεται” εάν δεν… απελευθερωθεί πρώτα, κατά κανόνα με αίμα — στη δε περίπτωση τής ραγιαδικώς υπόδουληςΕλλάδος το 1453-1821, με πολύ αίμα.


IV. Δυναμική αναλυτική προσέγγιση τού 1821

Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο — υπό το πρίσμα τής χαοτικής δυναμικής του και των σουρεαλιστικών του επιπτώσεων, όπως το Ολοκαύτωμα, οι στρατηγικοί βομβαρδισμοί τρόμου(αμάχων), οι ατομικές καταστροφές τής Χιροσίμα και τού Ναγκασάκι, ο αυτοδιασυρμός τής Γερμανίας ως πολιτισμικής δυνάμεως, η μεταπο-λεμική γελοιοποίηση των αποικιακών αυτοκρατοριών (σε Ινδία, Αλγερία, Αίγυπτο κ.τ.λ.) — αναπτύχθηκε ο κλάδος τής δυναμικής στρατηγικής ανάλυσης, που σε συνδυασμό με τα παραδοσιακά μεθοδολογικά εργαλεία τής ιστορικής επιστήμης δημιουργεί νέες δυνατότητες για ανάλυση τού Πολέμου τής Ελληνικής Ανεξαρτησίας ως δυναμικώς εξελιχθέντος φαινομένου πολυμερούς και χαοτικήςαντιπαλότητας.
     Ειδικότερα, ο Πόλεμος τής Ελληνικής Ανεξαρτησίας σηματοδοτήθηκε από τη δυναμικήσυνύπαρξη πολλαπλών αντιπαραθετικών ή συνεργιστικών δυαδισμών, π.χ.:


Έλληνες / Τούρκοι,
Έλληνες / Ιερά Συμμαχία,
Έλληνες / Αγγλία,
Έλληνες / Αυστρία,
Έλληνες / Γαλλία,
Έλληνες / Ρωσία,
Έλληνες / Φιλέλληνες,
Έλληνες / Αιγύπτιοι,
Έλληνες / Βαρβαρία,
Έλληνες / Αρβανίτες (Χριστιανοί),
Έλληνες / Αλβανοί (Μωαμεθανοί),
Ελλαδίτες / Φαναριώτες,
Ελλαδίτες / Έλληνες Μ. Ασίας,
Ελλαδίτες / Νησιώτες,
Μωραΐτες / Ρουμελιώτες,

Τούρκοι / Αιγύπτιοι,
Τούρκοι / Αλβανοί,
Τούρκοι / Περσία,
Τούρκοι / Ιερά Συμμαχία
Τούρκοι / Αγγλία,
Τούρκοι / Ρωσία,

Χριστιανοί / Μωαμεθανοί,
Ορθόδοξοι / Καθολικοί,

Αγγλία / Ιερά Συμμαχία,
Αγγλία / Ρωσία,
Αγγλία / Γαλλία,
Αυστρία / Ρωσία,
Η.Π.Α. / Αποικιακές Δυνάμεις,
κ.τ.λ

.
Οι παραπάνω δυαδικές σχέσεις υποδηλώνουν τριαδικές σχέσεις — π.χ. οι δύο δυαδικές σχέσεις Έλληνες-Αγγλία και Τούρκοι-Αγγλία υπονοούν μία τριαδική σχέση μεταξύ Ελλήνων, Τούρκων και Αγγλίας — τετραδικές σχέσεις, πενταδικές σχέσεις κ.ο.κ.
Ως παράδειγμα, το τελεσίγραφο πολέμου τής Ρωσίας κατά τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και υπέρ των Ελλήνων (6 Ιουλίου 1821) μπορεί να αναλυθεί επαρκώς στο πλαίσιο τής τριαδικής σχέσεως Ρωσία-Ελλάδα-Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αλλά η αδυναμία τής Ρωσίας κατά τούς επόμενους μήνες να πραγματοποιήσει όσα απειλούσε με το τελεσίγραφο, ώστε να σταματήσει τη σφαγή Ελλήνων αμάχων από τούς Οθωμανούς, μπορεί να αναλυθεί επαρκώς μόνον στο πλαίσιο τής εξαδικής (πολυπαραμετρικής και κυρίως δυναμικής) σχέσεως Ρωσία-Ελλάδα-Οθωμανική Αυτοκρατορία-Αυστρία-Αγγλία-Γαλλία.
Τέτοιες σχέσεις (δυαδικές κ.τ.λ.) μπορούν να προσομοιωθούν (modeledsimulated) από συζευγμένα συστήματα διαφορικών εξισώσεων. Οι μεταβλητές (variables) σε αυτές τις εξισώσεις αφορούν στρατηγικούς και τακτικούς παράγοντες τού πολέμου — όπως πληθυσμός υπό τον έλεγχο κάθε αντιπάλου, οικονομικά μέσα και εξοπλισμοί κάθε αντιπάλου, βαθμός αποκλίσεως από τον στρατηγικό στόχο κάθε αντιπάλου, βαθμός επιρροής κάθε αντιπάλου επί των Μεγάλων Δυνάμεων, ένταση και έκταση εμφυλιακών διαμαχών, κ.τ.λ. — σε δεδομένο χρόνο. Οι εξισώσεις αυτές προσδιορίζουν πώς οι τιμές αυτών των μεταβλητών αλλάζουν με την πάροδο τού χρόνου, μέσα από μια διαδικασία αλληλεπίδρασης (αντιμαχίας ή συνέργειας) σε μία διαδοχή χρονικών περιόδων. Ως παράδειγμα, η επιδιωκόμενη μεταβολή (στην επόμενη περίοδο) στον πληθυσμό που ελέγχει (στην παρούσα περίοδο) κάθε αντίπαλος, είναι συνάρτηση όχι μόνο τού πληθυσμού που ήδη αυτός ελέγχει (στην παρούσα περίοδο) αλλά και τού υπολοίπου πληθυσμού που ελέγχει ο αντίπαλος (στην παρούσα περίοδο).
Ένα τέτοιο σύστημα μπορεί να είναι σταθερό (stable) ή ασταθές (unstable): Εάν και οι δύο αντίπαλοι συγκλίνουν στην επίτευξη τού στρατηγικού τους στόχου με την πάροδο τού χρόνου, ανεξαρτήτως αρχικών συνθηκών, τότε το (δυναμικό) σύστημα είναι σταθερό· διαφορετικά το σύστημα είναι ασταθές.
Κάτω από ορισμένες συνθήκες τα μη γραμμικά δυναμικά συστήματα παρουσιάζουν μεγάλο βαθμό ευαίσθητης εξάρτησης (sensitive dependence) από τις αρχικές συνθήκες (initial conditions): Μικρές ή και απειροελάχιστες αλλαγές στις αρχικές συνθήκες μπορούν να επιφέρουν μεγάλες μεταβολές στην έκβαση ενός πολέμου και έτσι να καθορίσουν ακόμα και ποιος θα είναι ο νικητής και ποιος ο ηττημένος.
Ενδεικτικά, ο χρονισμός τής έναρξης τού Πολέμου τής Ελληνικής Ανεξαρτησίας συνέτεινε καθοριστικά στην τελική ευόδωση τού εθνοαπελευθερωτικού αγώνα των ραγιάδων. Ειδικότερα, παρότι οι Μωραΐτες τον Μάρτιο τού 1821 ήσαν από στρατιωτική άποψη απόλεμοι, ανοργάνωτοι, ανεκπαίδευτοι και απρομήθευτοι, εν τούτοις οι Φιλικοί θεώρησαν τότε (ορθώς) ότι ο προσωρινός περισπασμός τής Ιεράς Συμμαχίας με τη στρατιωτική εισβολή των Αυστριακών στρατευμάτων στην Ιταλία την 23 Μαρτίου 1821 (100.000 άνδρες), και ταυτόχρονα ο προσωρινός περισπασμός τής Πύλης στο μέτωπο τής Ηπείρου κατά τού Αλή Πασά (60.000 άνδρες), στο μέτωπο τής Μολδοβλαχίας (20.000 άνδρες) και αργότερα στο μέτωπο τής Περσίας (12.000 άνδρες), και η εξ αυτών τακτική απίσχναση των οθωμανικών στρατευμάτων στον Μοριά (σε μόνον 11.000 άνδρες), είχαν καταστήσει συνδυαστικώς την 25 Μαρτίου 1821 βέλτιστο χρόνο για την καθολική έκρηξη τού Πολέμου τής Ελληνικής Ανεξαρτησίας σε πολλαπλά μέτωπα στον ελλαδικό χώρο: Το γεωπολιτικό περιβάλλον ήταν δυσμενές σε βάρος των Ελλήνων τότε (1821), με όλες τις Μεγάλες Δυνάμεις εχθρικώς διακείμενες κατά τής ανεξαρτησίας τής Ελλάδος στην μεταναπολεόντεια εποχή· αλλά εάν οι Έλληνες κατόρθωναν να καταλάβουν την Τριπολιτσά ταχύτατα, εντός τού 1821, όσο διαρκούσαν εκείνοι οι στρατηγικοί περισπασμοί, τότε η κατάληψη τής πρωτεύουσας τού Μοριά θα έθετε όλον τον Μωριά υπό ελληνικό έλεγχο, θα συνέτεινε στην ίδρυση και εδραίωση τής Ελληνικής Πολιτείας και θα προξενούσε μία δυναμική χαοτικού πολέμου που τελικά τη μεν Ελλάδα θα ανόρθωνε τη δε Οθωμανική Αυτοκρατορία θα διέλυε.

Το φαινόμενο τής ευαισθησίας των μη γραμμικών δυναμικών συστημάτων στις αρχικές συνθήκες, που έχει γίνει γνωστό ως το φαινόμενο τής πεταλούδας (butterfly effect) καιαποτελεί το πιο χαρακτηριστικό αναγωγικό παράδειγμα τής Θεωρίας τού Χάους, αναδεικνύει την τεράστια σημασία που είχαν οι αρχικές συνθήκες στην ευόδωση τού Αγώνα τής Ανεξαρτησίας, όπως π.χ. (α) η πολιτιστική προετοιμασία τού έθνους μέσω τής Εκπαιδευτικής Επαναστάσεως (1797-1821) υπό τη σκέπη τής Ορθοδόξου Εκκλησίας με την καθοριστική συνέργεια τού Ελληνικού Διαφωτισμού, (β) η σφυρηλάτηση τής πολεμικής ενότητας των ραγιάδων από τη Φιλική Εταιρεία το 1816-1822, (γ) η στρατηγική επικέντρωση των Ελλήνων στην κατάληψη τής Τριπολιτσάς, (δ) ο ταυτόχρονος περισπασμός τής Ιεράς Συμμαχίας και τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε πολλαπλά μέτωπα, και (ε) ο συνακόλουθος βέλτιστος για τούς Έλληνες χρονισμός (timing) τής έναρξης των εχθροπραξιών.
Είναι αξιοσημείωτο ότι σήμερα υπό το αναλυτικό πρίσμα τής Θεωρίας τού Χάους μπορούμε πλέον μετά από 1900 χρόνια να κατανοήσουμε επακριβώς το εμβριθές νόημα τής Ευαγγελικής εννοίας πλήρωμα τού χρόνου στην Αποστολική φράση τε δ λθεν τπλρωμα το χρνου, ξαπστειλεν  Θες τν υἱὸν ατο. Στο ίδιο αναλυτικό πλαίσιο, το “πλήρωμα τού χρόνου” για την εθνική αναγέννηση και την πολιτειακή ανεξαρτησία τού υπόδουλου γένους των Ελλήνων ήταν (για γεωστρατηγικούς και συμβολικούς λόγους) η 25 Μαρτίου 1821.

Γενικά, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η θεωρητική και εμπειρική έρευνα όσον αφορά σε μη γραμμικά δυναμικά συστήματα (non-linear dynamic systems) είχε μεγάλο αντίκτυπο σε πολλές επιστήμες, όπως Φυσική, Χημεία, Γεωλογία, Μετερεωλογία, Οικονομικά (Mandelbrot 1983, Weidlich & Haag 1983, Prigogine & Stengers 1984, Gleick 1987, Rosser & MRosser1997). Εκτεταμένη εφαρμογή συναφών θεωρητικών υποδειγμάτων έγινε στη στρατηγική ανάλυση, π.χ. για την προσομείωση πολεμικών επιχειρήσεων ή ανταρτοπολέμου, όπως επίσης και για την ανάλυση ανταγωνισμού εξοπλισμών μεταξύ δύο ή περισσοτέρων δυνάμεων (Richardson 1960, Gillespie & Zinnes 1976, Schrodt 1978, Lucier 1979, Stoll 1982,Intriligator & Brito 1982). Εν τούτοις οι θεωρητικοί τής ιστορίας δεν έχουν αξιοποιήσει μέχρι σήμερα την ανάλυση δυναμικών συστημάτων προκειμένου να εμβαδύνουν και επεξηγήσουν περίπλοκα (και δη χαοτικά) ιστορικά φαινόμενα, όπως ήταν ο Πόλεμος τής Ελληνικής Ανεξαρτησίας. Βασικά θέματα τής εν λόγω ανάλυσης σκιαγραφούνται στη συνέχεια.
Περίπλοκη δυναμική (complex dynamics). Η θεωρητική ανάλυση μη γραμμικών δυναμικών συστημάτων έχει αναδείξει το ενδεχόμενο ένα σύστημα αντιπαλότητας ή/και συνέργειας, να παρουσιάζει κατά την εξέλιξή του μία περίπλοκη δυναμική παρότι εκ πρώτης όψεως το σύστημα μπορεί να φαίνεται απλό ή και απλοϊκό στην αρχική μορφή του (May1976).
Ενδεικτικά, πολλοί ιστοριοδίφες περιέγραψαν και χαρακτήρισαν τον Πόλεμο τής Ελληνικής Ανεξαρτησίας ως “επανάσταση” καταπιεζομένων κατά καταπιεστών, ενώ όπως σκιαγραφήθηκε παραπάνω αποτέλεσε φαινόμενο με περίπλοκη δυναμική και χαοτικά αποτελέσματα.
Ως περίπλοκη δυναμική ορίζεται η συμπεριφορά ενός συστήματος που δεν συγκλίνει σε σημείο ισορροπίας (equilibrium point) ή σε περιοδικό οριακό κύκλο (periodic limit cycle), ή ενός συστήματος που “εκρήγνυνται” χαοτικώς — δηλαδή οι μεταβλητές του προσλαμβάνουν τιμές που τείνουν στο (θετικό ή αρνητικό) άπειρο με την πάροδο τού χρόνου — παρότι ο αρχικός (δομικός) προσδιορισμός τού συστήματος είναι αποκλειστικά αιτιοκρατικός(deterministic), δηλαδή δεν εμπεριέχει καμμία πιθανολογική (stochastic) παράμετρο ή μεταβλητή (Day 1995).
Ως παράδειγμα χαοτικής “έκρηξης” δυναμικού συστήματος, παρότι ο Πόλεμος τής Ελληνικής Ανεξαρτησίας είχε συγκεκριμένη στόχευση (εθνική ανεξαρτησία) για τούς Έλληνες, εντούτοις είχε χαοτικές επιπτώσεις όχι μόνον για την Οθωμανική Αυτοκρατορία αλλά και για τις Μεγάλες Δυνάμεις, ήτοι για την μεταναπολεόντεια συντηρητική τάξη πραγμάτων (status quo), όπως επιγραμματικά συνόψισε ο Άγγλος ιστορικός Eric Hobsbawm:

Μόνο μία από τις επαναστάσεις τού 1820-1822 κατόρθωσε να αναπτυχθεί: Η Ελληνική εξέγερση τού 1821. Ως αποτέλεσμα, η Ελλάδα κατέστη τότε η πηγή έμπνευσης τού διεθνούς φιλελευθερισμού, και ο ‘φιλελληνισμός’ διεδραμάτισε έναν ρόλο στην κινητοποίηση τής Ευρωπαϊκής Αριστεράς στη δεκαετία τού 1820 ανάλογο με εκείνον που επρόκειτο να διαδραματίσει η διεθνής υποστήριξη τής Ισπανικής Δημοκρατίας στη δεκαετία τού 1930.”

Μη χαοτικά συστήματα. Στον διανυσματικό χώρο όπου απεικονίζεται ένα δυναμικό σύστημα,ελκυστής(attractor) είναι κάθε σημείo, γραμμή ή περιοχή, προς την οποία το σύστημα συγκλίνει κατά ασυμπτωτικότρόπο.
Ενδεικτικά, στον Πόλεμο τής Ελληνικής Ανεξαρτησίας, το πρόταγμα τής εθνικήςανεξαρτησίας (και όχι αυτονομίας) με το σύνολο των συναφών χαρακτηριστικών τής ανεξαρτησίας (εθνικός στρατός, εθνική κυριαρχία, σύνταγμα, εθνική παιδεία κ.τ.λ.) αποτέλεσε τον κορυφαίο ελκυστή τού απελευθερωτικού αγώνα: Παρά την αλληλουχία διακυμάνσεων ή και προσωρινών αποκλίσεων στην εξέλιξη τού πολυετούς Αγώνα τής Ανεξαρτησίας των Ελλήνων— άλλοτε λόγω καταστροφών, όπως η ήττα στη Μολδοβλαχία σε τακτικό επίπεδο, άλλοτε λόγω ελλείψεως οικονομικών μέσων, όπως στην Καταστροφή των Ψαρών και στην Άλωση τού Μεσολογγίου, άλλοτε λόγω εμφυλιακών διαμαχών, και άλλοτε λόγω διπλωματικών δολοπλοκιών ή παλινωδιών των Μεγάλων Δυνάμεων — εν τούτοις οι εμπόλεμοι Έλληνες συνέκλιναν όλο και περισσότερο, χρόνο με τον χρόνο, προς τον στρατηγικό τους στόχο (τη διεθνή αναγνώριση τής εθνικής τους ανεξαρτησίας ) στη διάρκεια τής δωδεκαετίας 1821-1833.
Το πόσο σημαντικός ήταν εκείνος ο στρατηγικός στόχος (κορυφαίος ελκυστής τού εθνοαπελευθερωτικού αγώνα), διαφαίνεται από τον απόλυτο προσδιορισμό του στο άρθρο 43 τού Συντάγματος τού Άστρους (1823), επί λέξει ως εξής:
                                                         
“ Εἶναι πολύτως ἀπηγορευμένον εἰς τὸ Βουλευτικὸν καὶ ᾿Εκτελεστικὸν νὰσυγκατατεθῶσιν εἰς ὁποιανδήποτε συνθήκην σκοπὸν ἔχουσαν τὴν κατάργησιν τῆς πολιτικῆς τοῦ ἔθνους ὑπάρξεως καὶ νεξαρτησίας. ᾿Εὰν δὲ αναφανῇ ὸτι τὸ᾿Εκτελεστικὸν σῶμα περιεπλέχθη εἰς τοιαύτας παρανόμους συνθήκας, τὸ Βουλευτικὸν σῶμα χρεωστεὶ νὰ κατηγορήσῃ τὸν Πρόεδρον [τής Κυβέρνησης], καὶ μετὰ τὸν ἔλεγχον αυτοῦ νὰ τὸν κηρύξῃ πρὸς τὸ ἔθνος ἔκπτωτον τοῦ ἀξιώματός του καὶ νὰ τὸν διευθύνῃ εἰς τὸ γενικὸν κριτήριον [ανώτατο δικαστήριο] τῆς Ἑλλάδος, ὡς ὑπεύθυνον σχάτης προδοσίας.”

Επιπλέον, ένα μη γραμμικό δυναμικό σύστημα μπορεί να έχει πολλαπλούς ελκυστές(mutliple attractors). Κάθε τέτοιος ελκυστής έχει τη δική του λεκάνη ελκύσεως (basin of attraction), που είναι ένας χώρος όπου εάν βρεθή ένα σύστημα σε μία χρονική στιγμή, στη συνέχεια θα συγκλίνει προς τον εν λόγω ελκυστή (Lorenz 1992). Οι λεκάνες ελκύσεως είναι σαφώς διακεκριμένες μεταξύ τους — μπορεί να εφάπτονται αλλά δεν αλληλοκαλύπτονται —και χωρίζονται από τα όρια λεκάνης (basin boundaries).
Ο εθνοαπελευθερωτικός αγώνας των Ελλήνων είχε μάλλον πολλαπλούς (δύο) ελκυστές: πρώτον, το πρόταγμα τής διεθνούς αναγνώρισης τής Ελλάδος ως ανεξάρτητηςχώρας και, δεύτερον, την αντιγενοκτονιακή προάσπισή τους μέσω τής προστασίας τής Ελλάδος ως προτεκτοράτου των Μεγάλων Δυνάμεων. Ενδεικτικά, όταν ο πόλεμος κλιμακώθηκε σε περιφερειακό πόλεμο με την εισβολή των Αιγυπτιοαφρικανών στην Ελλάδα (1825), και ειδικά όταν πλέον οι εισβολείς άρχισαν την εθνοκάθαρση τής Πελοποννήσου, οι εμπόλεμοι Έλληνες αναδιατάχθηκαν στρατηγικώς: Εξήλθαν τότε από την λεκάνη ελκύσεωςτής εθνικής ανεξαρτησίας και εισήλθαν στη λεκάνη ελκύσεως τής αντιγενοκτονιακής προστασίας (σε βάρος τού μαξιμαλιστικού στόχου τής εθνικής ανεξαρτησίας). Όμως η ρητή απόρριψη από την Αγγλία (1825) τής έκκλησης των Ελλήνων για προστασία (προτεκτορατοποίηση), τούς επανατοποθέτησε αναγκαστικά στη λεκάνη ελκύσεως τής εθνικής ανεξαρτησίας. Έκτοτε (μέχρι το 1833) οι Έλληνες συνέχισαν την ασυμπτωτικήπροσέγγισή τους προς τον στρατηγικό τους στόχο (ανεξαρτησία). Ο χαρακτηρισμός“ασυμπτωτική” σημαίνει ότι η ανεξαρτησία τους ήταν αρχικώς σχετική μάλλον παρά απόλυτη(λόγω εθνικού χρέους, οικονομικών καταστροφών, πολιτειακών δυσλειτουργιών, εμφυλιακών διαμαχών, αλυτρωτικών βλέψεων και γεωστρατηγικών περιορισμών).

Χαοτική δυναμική (chaoticdynamics). Το αιτιοκρατικά χαοτικά συστήματα (deterministic chaotic systems) αποτελούν την πλέον γνωστή κατηγορία των μη γραμμικών δυναμικώνσυστημάτων, λόγω τού αναφερθέντος φαινομένου τής πεταλούδας, το οποίο έτυχε μεγάλης προβολής από τα μέσα ενημέρωσης ως η θεωρητική πιθανότητα τής πρόκλησης ενός τυφώνα από το πέταγμα μιας πεταλούδας στο άλλο ημισφαίριο τής γης (Lorenz 1963). Τα χαοτικά συστήματα δομικώς μεν συγκροτούνται αιτιοκρατικά παρότι φαινομενικώς εξελίσσονται κατά τυχαίο τρόπο, έχουν κλειστή μορφή — δηλαδή δεν “εκρήγνυνται” — αλλά εμφανίζουν τοπική αστάθεια και διέπονται από ευαίσθητη εξάρτηση σε αρχικές συνθήκες (Brock et al. 1991).
Σε ένα κατ’ αρχήν μη χαοτικό σύστημα, εάν ένας ελκυστής έχει ανώμαλη μορφή ως αποτελούμενος από πολλά σημεία με ακανόνιστη (μη μορφοποιημένη) κατανομή, τότε το σύστημα που συγκλίνει σε έναν τέτοιο ελκυστή μπορεί να εμφανίζει κατ’ αντιστοιχία ακανόνιστη και “άρρυθμη” συμπεριφορά. Σε τέτοια περίπτωση ο ελκυστής χαρακτηρίζεται ωςπαράξενος ελκυστής (strange attractor) και κατ’ ουσίαν καθιστά το σύστημα χαοτικό.

Ως παράδειγμα, η κραταιά και συντηρητική (μη χαοτική) Οθωμανική Αυτοκρατορία συνέκλινε (κατά χαοτικό όμως τρόπο) προς ένα παράξενο ελκυστή που συνίστατο σε έναν μονοδιάστατο και εν πολλοίς ακαθόριστο ή και αντιφατικό στρατηγικό σχεδιασμό, που περιελάμβανε, μεταξύ πολλών άλλων, (α) μη αναγνώριση οποιασδήποτε εξεγερμένης περιοχής ούτε κάν ως αυτόνομης επικρατείας (φόρου υποτελούς) το 1821-1827, αλλά μετέπειτα (1828-1829) αποδοχή τής αυτονομίας των Ελλήνων όταν όμως ήταν πολύ αργά πλέον για την Πύλη, (β) μη ισχυροποίηση των Αιγυπτίων μέχρι το 1823, αλλά από το 1824 συμμαχία με τούς Αιγυπτίους και (δυνητική) εκχώρηση σε αυτούς τής Κρήτης και τής Πελοποννήσου, (γ) αποφυγή πολέμου με τη Ρωσία, αλλά και συνεχείς προσβολές και προκλήσεις κατά τής Ρωσίας, όπως επίσης και κατάφωρες παραβιάσεις τής συνθήκης τού Κιουτσούκ-Καϊναρτζή το 1821-1827, κ.ο.κ. Το αποτέλεσμα εκείνης τής στρατηγικής παλινδρομικής “συγκλίσεως” τής Πύλης προς (στατική) διαιώνιση τής επικυριαρχίας της στον ελλαδικό χώρο, ήταν το απόλυτο (δυναμικό) χάος που κατέληξε στη συντριβή των αυτοκρατορικών στρατευμάτων στο Ικόνιο το 1832 (από τον αιγυπτιοαφρικανικό στρατό τού Ιμπραήμ, 4 χρόνια μετά την ήττα του στην Πελοπόννησο), στην πολιτειακή αναβάθμιση τής Ελλάδος στο πάνθεον των διεθνώς αναγνωρισμένων ανεξαρτήτων χωρών (1830, 1832, 1833) και στην ουσιαστική κατάρρευση τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ήτοι στην πολιτικοστρατιωτική και γεωστρατηγική υποβάθμισή της από ανεξάρτητη αυτοκρατορία σε ένα τερατόμορφο προτεκτοράτο τής Ρωσίας από το 1833.


V. Επίλογος

Οι θεωρητικοί πυλώνες τής δυναμικής ανάλυσης είναι χρήσιμοι ως μεθοδολογικά εργαλεία σε όσους ιστορικούς επιδιώκουν να αναδείξουν αφενός τη χαοτική δυναμική τού Πολέμου τής Ελληνικής Ανεξαρτησίας, και αφετέρου την παγκόσμια σημασία που είχε (και συνεχίζει να έχει) εκείνος ο πόλεμος, τού οποίου τα εθνικά, ιδεολογικά και πολιτειακά προτάγματα ήσαν τόσο απειλητικά για την παγκόσμια αποικιακή και αυτοκρατορική τάξη πραγμάτων τότε, όσον είναι και για την πολιτισμικώς σαρωτική “παγκοσμιοποίηση” σήμερα — απροκάλυπτα στρατοκρατική τότε, προσχηματικά τεχνοοικονομική σήμερα.
Συνοπτικά, η δυναμική ανάλυση και η θεωρία τού Χάους είναι χρήσιμες στον σύγχρονο ιστορικό όχι τόσον για τα μαθηματικά τους εργαλεία προς επαγωγική ανάλυση εμπειρικών υποθέσεων (empirical hypotheses) περί παρελθόντων φαινομένων — διότι τότε η Ιστορία θα μαθηματικοποιείτο υπέρ τού δέοντος ως “αναδρομική” εφαρμογή στρατηγικής ανάλυσης στο παρελθόν (ενώ η στρατηγική ανάλυση αναλύει κατά κανόνα παρόντα ή μελλοντικά φαινόμενα) — όσο για τα μεθοδολογικά τους εργαλεία (methodological tools) προςαναγωγική ανάλυση ιστορικών φαινομένων: Η ιστορική ανάλυση είναι κατά κανόνααναγωγική, διότι ο ιστορικός καλείται να αναλύσει αίτια και επιπτώσεις σε εξελικτικό (και άρα δυναμικό) πλαίσιο, ερειδόμενος επί πληροφόρησης (ιστορικά δεδομένα) η οποία καθίσταται όλο και περισσότερο ελλειπής καθώς ο χρόνος τού ιστορικού φαινομένου απομακρύνεται στο παρελθόν.
Ιδού λοιπόν πεδίον επιστημονικής δόξης λαμπρόν για μαθηματικούς θεωρη-τικούς και στρατηγικούς αναλυτές που θα τείνουν γνωσιολογική (μεθοδολογική) “χείρα βοηθείας” στους σύγχρονους ιστορικούς εκείνου τού κοσμογονικού (εθνογονικού) πολέμου.


VΙ. Βιβλιογραφία

BrockW.A., D.AHsiehand BLeBaron, 1991. Nonlinear Dynamics, Chaos, and Instability: Statistical theory and economic evidence (MIT Press: Cambridge, MA).

Cooper, R. and A. John, 1988. Coordinating Coordination Failures”, Quarterly Journal of Economics, 103 (August) (441-65).

Day, R.H. 1995, Complex Economic Dynamics, volume I: An introduction to dynamical systems and market mechanisms (MIT Press: Cambridge, MA).

Gillespie, John V., and Dina A. Zinnes, 1976. Mathematical models in international relations(Praeger Publishers: New York, NY).

Gleick, J, 1987. Chaos: The making of a new science (Viking Press: New York).

Ιntriligator, Michael D., 1982. “Research on Conflict Theory”Journal of Conflict Resolution, 26 [2] (307-27).

Lorenz, E.N.:

  1963.  “Deterministic Non-periodic Flow”, Journal of Atmospheric Sciences, 20 (130-41).

  1992.  Multiple Attractors, Complex Basin Boundaries, and Transient Motion in    Deterministic Economic Systems”, in: G. Feichtinger, ed., Dynamic economic           models and optimal control (North: Amsterdam).

Lucier, Charles E., 1979. “Changes in the Values of Arms Race Parameters”Journal of Conflict Resolution, 23 [1] (17-39).

Mandelbrot, B.B. 1983. The fractal geometry of nature (2nd ed.) (W.H. Freeman: San Francisco).

May, R.M., 1976. “Simple Mathematical Models with very Complicated Dynamics”, Nature, 261 (459-67).

Prigogine, I. and I. Stengers, 1984. Order out of chaos: Man's new dialogue with nature(Bantam Books: New York).

Richardson, Lewis F., 1960. Arms and insecurity: A mathematical study of the causes and origins of war (Homewood: Pittsburgh, PA).

Rosser, J.B., Jr., M.V. Rosser, 1997. “Complex Dynamics and Systemic Change: How things can go very wrong”, Journal of Post Keynesian Economics, 20 [3] (103-22).

Schrodt, Philip A., 1978. “Richardson's N-Nation Model and the Balance of Power”, American Journal of Political Science, 22 [2] (364-390).

Stoll, Richard J., 1982. “Let the Researcher Beware: The Use of Richardson Equations to Estimate the Parameters of a Dyadic Arms Acquisition Process”, American Journal of Political Science, 26 [1] (77-89).

Weidlich, W. and G. Haag, 1983. Concepts and models of a quantitative sociology: The dynamics of interaction populations (Springer-Verlag: Berlin).http://www.istorikathemata.com/2014/03/1821.html