ΠΑΡΑΞΕΝΗ αυτή η βιταμινομανία στην εποχή μας. A. Β, C, D, Ε…
Η ανακάλυψη των βιταμινών, στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα, απένειμε μια δεκάδα βραβεία Νobel. Μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι που μας δόθηκε η λύση του αινίγματος μεγάλων ιστορικών ασθενειών.
H πρώτη ανακάλυψη έγινε το 1911 στο πίτουρο του ρυζιού. Ήταν μια βιταμίνη, η Β1 της οποίας η έλλειψη προκαλούσε την ασθένεια μπέρι μπερι. Έτσι βγήκαν και οι γενικής χρήσης ονομασίες των βιταμινών: Β3, που προστατεύει από την πελάγρα, η Ο ενάντια στο σκορβούτο, η D ενάντια στο ραχιτισμό κτλ. Εξ ορισμού, οι δεκατρείς βιταμίνες είναι οργανικές ουσίες που εξασφαλίζουμε κάθε μέρα σε μικρή ποσότητα, της τάξης του χιλιοστού του γραμμαρίου (για τις Ε, C, Β1, Β2, Β3, Β5, Β6) και του εκατομμυριοστού του γραμμαρίου (για τις Κ, D, Α, Β8, Β9, Β12). Τα πολυακόρεστα λιπαρά οξέα (που βρίσκουμε στο κρέας ψαριών των ψυχρών θαλασσών, όπως ο σολομός, η ρέγκα ή ο κολιός) δεν κράτησαν την εφήμερη ονομασία της βιταμίνης Κ. Αν και είναι απαραίτητα για τον οργανισμό, εντούτοις η καθημερινή μας ανάγκη φτάνει στην τάξη του γραμμαρίου.
Όμως, γιατί μπουκωνόμαστε με βιταμίνες; Γιατί καταναλώνουμε τόσα γραμμάρια βιταμίνης Ο, που εμπλουτίζει περισσότερο τα ούρα παρά το αίμα;
Επειδή είναι ίδιον του ανθρώπου, όταν κάτι εγκωμιάζεται, αυτός να το χρησιμοποιεί και μάλιστα να φτάνει στην υπερβολή. Όσον αφορά τις βιταμίνες, η υπόθεση γίνεται ακόμα πιο δελεαστική, αφού δεν έχουν καμιά θερμιδική αξία και επομένως δεν παχαίνουν. Δεν είναι όμως απαραίτητο να έχεις δυο κλειδιά για να ανοίξεις την ίδια πόρτα.
Ακόμη χειρότερα: Η βιταμίνη Α είναι απαραίτητη για την καλή όραση (ειδικά όταν βρισκόμαστε σε μισοσκόταδο), για την ανάπτυξη, για το δέρμα και τους βλεννογόνους. Είναι όμως επιβλαβής σε μεγάλες δόσεις (ημικρανίες, ναυτία). Η βιταμίνη D είναι μια ορμόνη που ρυθμίζει την ισορροπία του ασβεστίου στον οργανισμό. Η υπερβολική δόση της όμως προκαλεί κράμπες, πέτρες στη χολή, υπερασβεστιαιμία. Ωστόσο, σήμερα η διαφήμιση δεν μας παροτρύνει τόσο στην κατανάλωση των δυο αυτών λιποδιαλυτών βιταμινών όσο της Κ, της οποίας έλλειψη παρουσιάζουν μόνο τα πρόωρα μωρά.
Επιπλέον, μας προτείνει τη Β για την καλή συντήρηση του δέρματος και των μαλλιών, τη Β8 ενάντια στη σμηγματόρροια, υπεύθυνη για την πτώση των μαλλιών, τη Β6 για γερά νεύρα, τις Β1, Β2, Β3 για φυσική ενέργεια, τη Β9 και Β12 ενάντια στην αναιμία, τη C για την προφύλαξη από τις μολύνσεις, την Ε ενάντια στη γήρανση. Οι γιατροί παρ όλα αυτά μας συνιστούν να παίρνουμε συμπληρωματικά μία μόνο βιταμίνη: τη Β9, δηλαδή το φολικό οξύ, που χορηγείται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης για την ολοκλήρωση του νευρικού συστήματος του εμβρύου (η έλλειψή της μπορεί να προκαλέσει «δισχιδή ράχη» = εκ γενετής βλάβη της σπονδυλικής στήλης). Επιπλέον οι Β6, Β9 και Β12 εμποδίζουν τη συσσώρευση ομοκυστεΐνης, ενός αμινοξέος που εμπλέκεται στη γένεση καρδιαγγειακών παθήσεων.
Ας υποθέσουμε ότι το κάπνισμα αυξάνει τις ανάγκες σε βιταμίνες C και Ε1, ενώ το αλκοόλ σε βιταμίνη Β. Ωστόσο καμιά από τις παραπάνω δεν αποκαθιστά τις βλάβες που προκάλεσαν αυτές οι δυο ουσίες. Οι βιταμίνες Ε και C όπως και το β-καροτένιο, πρόδρομος της βιταμίνης Α, είναι αντιοξειδωτικά μόρια, ικανά να παγιδεύσουν τις ελεύθερες, τοξικές οξυγονούχες ρίζες που κυκλοφορούν μέσα στον οργανισμό. Όμως προς δυσαρέσκεια όλων όσοι ακολουθούν συμπληρωματική δίαιτα, μια φινλανδική επιδημιολογική έρευνα, που έγινε το 1994 σε 30.000 καπνιστές ηλικίας μεταξύ 50 και 69 ετών και σε διάστημα από 5 έως 8 χρόνια, απέδειξε ότι όσοι έπαιρναν συμπληρωματικά, σε καθημερινή βάση, βιταμίνη Ε (50 mg) και β-καροτένιο (20 mg) ανέπτυξαν καρκίνο του πνεύμονα. Το ίδιο απογοητευτικά ήταν και τα συμπεράσματα της έρευνας Caret, που το 1996 έγινε σε 18.000 καπνιστές, παλιούς καπνιστές και ανθρώπους εκτεθειμένους στον αμίαντο.
Μερικοί απέδωσαν αυτά τα απογοητευτικά αποτελέσματα στην τύχη, άλλοι στην ανεπαρκή συμπλήρωση βιταμινών. Ένα πράγμα είναι σίγουρο: όσον αφορά τον καρκίνο, οι αντιοξειδωτικές βιταμίνες δεν μπορούν να καταπολεμήσουν την αρνητική επίδραση του καπνού, και γενικότερα δεν θεραπεύουν. Αντίθετα όμως μπορεί να επιβραδύνουν την εμφάνιση καρδιαγγειακών παθήσεων και ενισχύουν το ανοσοποιητικό σύστημα.
Επικρατέστερη λοιπόν άποψη είναι η εξής: η κατανάλωση βιταμίνης C και Ε σε μεγάλες ποσότητες —στο πλαίσιο του γραμμαρίου— δεν εμπεριέχει κανένα κίνδυνο. Ενώ το μόνο που μπορεί να προκαλέσει το β-καροτένιο, του οποίου η μετατροπή σε βιταμίνη Α είναι ελεγχόμενη, είναι ένα σκούρο χρώμα στο δέρμα. Κι όμως, σήμερα υπάρχουν πολλές εταιρείες που ειδικεύονται στη διανομή συμπληρωμάτων διατροφής.
Είναι ανώφελο να περιμένουμε τους γιατρούς να μιλήσουν καθαρά και με ακρίβεια. Οι περισσότεροι συστήνουν την αγορά βιταμινών από τα μανάβικα, όπου οι βιταμίνες εντοπίζονται στα φρούτα και στα λαχανικά, παρά από τα φαρμακεία, όπου αγοράζουμε τις βιταμίνες σε μορφή χαπιού, διότι μέσα στα πορτοκάλια, στο μπρόκολο και στα καρότα υπάρχουν κι άλλα αντιοξειδωτικά στοιχεία, ίνες κτλ. το ίδιο καλά, αν όχι καλύτερα, για τη σωματική και ψυχική μας υγεία. Εντούτοις οι γιατροί παραδέχονται ότι η διατροφική υποστήριξη με βιταμίνες C και Ε θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 4 ή 5 φορές. Επομένως ενεργήστε όπως αισθάνεστε εσείς καλύτερα αλλά με μέτρο…
Marie -Laure Moinet
***
Bouvet, Jean – Ο σίδηρος στο σπανάκι και άλλες αβάσιμες θεωρίες – François Εκδόσεις Σαββάλας.
Αντικλείδι , https://antikleidi.com