Translate
Κυριακή 31 Δεκεμβρίου 2023
Δευτέρα 25 Δεκεμβρίου 2023
Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2023
Χριστούγεννα: Μύθοι και αλήθειες
Χριστούγεννα: Μύθοι και αλήθειες
Η παράδοση της Εορτής των Χριστουγέννων έχει τις ρίζες της στη γιορτή του Χειμερινού Ηλιοστάσιου, που γιόρταζαν, από την προϊστορική ακόμη εποχή, όλοι σχεδόν οι λαοί της Βόρειας και Δυτικής Ευρώπης. Τη μέρα εκείνη οι άρχοντες κάθε τόπου συνήθιζαν να γιορτάζουν μαζί με τους υπηκόους τους στους δρόμους, προσφέροντας δώρα στα μικρά παιδιά, φυτεύοντας και στολίζοντας αειθαλή δένδρα και φτιάχνοντας στεφάνια από τα κλωνάρια τους, σύμβολο αιώνιας ζωής..
Οι αρχαίοι Ρωμαίοι στις 25 Δεκεμβρίου γιόρταζαν τα Μπρουμάλια (η λέξη υποδηλώνει τη μικρότερη ημέρα του χρόνου, dies brevissima > brevma > bruma). Σε αυτά τιμούσαν την «ημέρα της γεννήσεως του αήττητου Ήλιου» (dies natalis invicti Solis), αφού ο Ήλιος από τις ημέρες εκείνες έπαυε να χαμηλώνει την τροχιά του και άρχιζε να επανέρχεται ψηλά στον ουρανό θριαμβευτής, για να ξαναφέρει τη ζέστη και τη ζωή στην παγωμένη φύση. Κάποιους αιώνες αργότερα (επισήμως από τον 6ο μ.Χ. αι.) Ο χριστιανισμός υιοθέτησε την ημερομηνία αλλάζοντας το τιμώμενο πρόσωπο στον «Ήλιο της Δικαιοσύνης», κατά το τροπάριο των Χριστουγέννων, τον Ιησού Χριστό.
Στην συνέχεια θα ανιχνεύσουμε την εξέλιξη των εορταστικών εκδηλώσεων των ημερών των Χριστουγέννων.
Αν σκεφτούμε ότι το πρώτο χριστουγεννιάτικο δώρο αγοράστηκε το 1823, ότι το στολισμένο έλατο διαδόθηκε στην πατρίδα του το 1830 και ότι οι άγιες μέρες απέκτησαν το μαγικό τους «πνεύμα» το 1834, τότε ο 19ος αιώνας κατέχει χωρίς συζήτηση το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας της νεότερης ιστορίας των Χριστουγέννων. Και το τρίγωνο Αγγλία - Γερμανία - Αμερική, κατέχει τη γνώση της διάδοσής της στα πέρατα του κόσμου.
Ποιος στόλισε το πρώτο έλατο..
Το τωρινό έμβλημα των Χριστουγέννων έχει βαθιά παγανιστικές ρίζες. Χάνονται σε εποχές που οι άνθρωποι κοσμούσαν τους τόπους λατρείας στους χειμωνιάτικους μήνες με κλαδιά από όλων των ειδών τα αειθαλή δέντρα.
Στην αρχαία Ελλάδα οι πρόγονοι μας στόλιζαν την Ειρεσιώνη (από το είρος = έριον, μαλλίον), η οποία ηταν κλάδος αγριελιάς (κότινος) στολισμένος με γιρλάντες από μαλλί λευκό και κόκκινο και τους πρώτους φθινοπωρινούς καρπούς (σύκα, καρύδια, αμύγδαλα, κάστανα, δημητριακά, κ.λ.π., εκτός του μήλου και του αχλαδιού). Ήταν έκφραση ευχαριστίας για την γονιμότητα του λήξαντος έτους και παράκληση συνεχίσεως της γονιμότητας και ευφορίας και κατά το επόμενο έτος και ήταν αφιερωμένη στην Αθηνά, τον Απόλλωνα και τις Ώρες (Ευνομία, Δίκη, Ειρήνη).
Την εβδόμη ημέρα του μηνός Πυανεψιώνος (22 Σεπτεμβρίου – 20 Οκτωβρίου), παιδιά των οποίων και οι δύο γονείς ζούσαν ,περιέφεραν την Ειρεσιώνη στους δρόμους της πόλης των Αθηνών τραγουδώντας τις καλένδες (κάλαντα) από σπίτι σε σπίτι, παίρνοντας το φιλοδώρημά τους από τον νοικοκύρη ή την κυρά και όταν έφθαναν στο σπίτι τους κρεμούσαν την Ειρεσιώνη πάνω από την εξώπορτά τους, όπου έμενε εκεί μέχρι την ιδία ημέρα του νέου έτους, οπότε, αφού τοποθετούσαν την νέα, κατέβαζαν την παλιά και την έκαιγαν. Άλλα παιδιά κρεμούσαν την Ειρεσιώνη πάνω από την θύρα του Ιερού του Απόλλωνος.
Ιδού ένα απόσπασμα από τα κάλαντα :
Η Ειρεσιώνη φέρνει κάθε τι καλό, σύκα και αφράτα ψωμάκια που μας τρέφουν και μέλι γλυκό και λάδι απαλό και ξέχειλους κύλικες με καλό κρασί για να μεθύσει και να κοιμηθεί.
«Τα κλαδιά των δέντρων τα στόλιζαν με άνθη, ταινίες (κορδέλες), έρια (μαλλιά) και μικράς σφαίρας εκ μετάλλου, που παρίσταναν τους πλανήτας, τον Ήλιον και την Σελήνην.» Ιστορία της λατρείας του Βάκχου. Χ. Ζανμέρ.
Εκτός από τα κλαδιά της ελιάς, περιέφεραν επίσης και κλαδιά Δάφνης προς τιμήν του Απόλλωνος στα Θαργήλια, εορτή που ετελείτο την Άνοιξη (27 Απριλίου – 26 Μαΐου), όπου πάλι έκαιγαν την παλιά Ειρεσιώνη και κρεμούσαν την νέα έξω από τις πόρτες τους.
Το Βυζαντινό Χριστουγεννιάτικο Δέντρο.
To Χριστουγεννιάτικο δένδρο και μάλιστα ως μετεξέλιξη της αρχαίας Ελληνικής«Ειρεσιώνης», όχι μόνο δεν απαγορευόταν στο Βυζάντιο αλλά αντιθέτως κατά την εορτή των Χριστουγέννων «…κατά διαταγήν του επάρχου της (κάθε) πόλεως, ου μόνον καθαρισμός των οδών εγένετο, αλλά και στολισμός διαφόρων κατά διαστήματα στηνομένων στύλων με δενδρολίβανα, κλάδους μύρτου και άνθη εποχής (Φαίδωνος Κουκουλέ, Τακτικού Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών και Ακαδημαϊκού «Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός» τ. στ΄, σελ. 152).
Αξίζει να σημειωθεί ότι ένα επίλεκτο Βασιλικό Καβαλλαρικό (Ιπποτικό) Τάγμα της βυζαντινής ανακτορικής φρουράς το οποίο – μεταξύ άλλων – συμμετείχε με τελετουργικό ρόλο σε επίσημες αυτοκρατορικές τελετές – μεταξύ των οποίων και της τελετής των Χριστουγέννων – ήταν εκείνο της «Εταιρείας», το οποίο διαιρείτο σε «Μικρή», «Μεσαία» και «Μεγάλη Εταιρεία».
Την «Μικρή Εταιρεία» την αποτελούσαν αλλόθρησκοι !!!… (π.χ. εθνικοί, ειδωλολάτρες, μουσουλμάνοι κλπ). Την «Μεσαία Εταιρεία» την αποτελούσαν αλλόδοξοι ή/και αλλοεθνείς Χριστιανοί (π.χ. Σκανδιναυοί, Γερμανοί, Ρώσοι, Άγγλοι κλπ). Την «Μεγάλη Εταιρεία» την αποτελούσαν «Ρωμαίοι», δηλ. Έλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί (Ρωμιοί).
Πιο πιθανό είναι επομένως να ήταν οι αλλοεθνείς/αλλογενείς Ιππότες της Μεσαίας Εταιρείας εκείνοι που μεταλαμπάδευσαν το έθιμο της «Ειρεσιώνης» (το οποίο μετεξελίχθηκε στους «Βυζαντινούς στηνόμενους στύλους με δενδρολίβανα, κλάδους μύρτου και ανθέων εποχής») στις αλλόδοξες Χριστιανικές χώρες από τις οποίες κατάγονταν.
Πάντως η ανάμνηση του βυζαντινού Χριστουγεννιάτικου στολισμού με στηνόμενους στύλους με δενδρολίβανα επιβίωσε στα Πρωτοχρονιάτικα κάλανδα:«Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά ψηλή μου ΔΕΝΔΡΟΛΙΒΑΝΙΑ…»
Δεν γνωρίζω εάν π.χ. στις Σκανδιναυικές χώρες φύονται δενδρολίβανα, αλλά τα κλαδιά του ελάτου που μοιάζουν πολύ με εκείνα του δενδρολίβανου θα μπορούσαν ίσως να αποτελούν το πιο πρόσφορο υποκατάστατό του που διαδόθηκε ευρέως στη Δύση και παρέμεινε μέχρι τις ημέρες μας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η φάτνη η οποία τοποθετείται στην βάση του Χριστουγεννιάτικου δένδρου αποτελεί επίσης ελληνικό έθιμο από την εποχή του Βυζαντίου «Οι Βυζαντινοί κατά την ημέραν των Χριστουγέννων…εσχημάτιζον σπήλαιον και εν αυτώ ετοποθέτουν στρωμνήν εφ’ ής ετοποθέτουν παίδα, τον Ιησούν παριστάνοντα…» (Φαίδωνος Κουκουλέ, Τακτικού Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών και Ακαδημαϊκού «Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός» τ. στ΄, σελ. 151).
Ομοίως και τα κάλανδα «…Οι Βυζαντινόπαιδες, περιερχόμενοι τας οικίας, από βαθείας πρωίας μέχρι δείλης οψίας, μετά αυλών και συρίγγων έλεγον τα κάλανδα…» (Φαίδωνος Κουκουλέ, Τακτικού Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών και Ακαδημαϊκού «Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός» τ. στ΄, σελ. 152).
Περί των καλανδιστών κατά τα Χριστούγεννα κατά τον ΙΒ΄ αι. μαρτυρεί και ο Ι.
Τζέτζης γράφων:
«…Και όσοι κατ’ αρχίμηνον την Ιανουαρίου και τη Χριστού γεννήσει δε και Φώτων ημέρα, οπόσοι περιτρέχουσι τας θύρας προσαιτούντες μετά ωδών και επωδών και λόγους εγκωμίων…».
Ομοίως ο Άη Βασίλης για τον οποίο ο καθηγητής τής λαογραφίας Δ. Λουκάτος, στο βιβλίο του «Χριστουγεννιάτικα και των γιορτών» γράφει μεταξύ άλλων ότι:
Αργότερα στολισμένο δέντρο εθεάθη δημόσια πρώτη φορά στην Ευρώπη τον Μεσαίωνα. Σ’ ένα από τα θαυματουργά μυστήρια/αναπαραστάσεις που γίνονταν την εποχή εκείνη, εμφανίστηκε ένα κλαδί από έλατο στολισμένο με μήλα. Το αειθαλές έλατο συμβόλιζε την αθανασία, τα κόκκινα μήλα το προπατορικό αμάρτημα και όλο μαζί τον κήπο της Εδέμ. Οι Ευρωπαίοι γοητεύθηκαν από το σκηνικό και το υιοθέτησαν σε διάφορες εκδοχές στα σπιτικά τους. Άζυμα ψωμάκια (πρώιμα πρόσφορα) και άλλες μορφές λιλιπούτειων αρτοσκευασμάτων άρχισαν να προστίθενται στα διακοσμητικά στοιχεία. Αυτά με το ζόρι θα μπορούσε κανείς να τα χαρακτηρίσει χριστουγεννιάτικα δέντρα. Δεν είχαν τίποτα να κάνουν με τη μυθοπλασία των Χριστουγέννων, με τις μπάλες και τα λαμπιόνια, όμως ήταν ένας προάγγελος για το διακοσμητικό τους μέλλον.
Στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, ο θρύλος θέλει εμπνευστή του πρώτου χριστουγεννιάτικου δέντρου τον Martin Luther King. Ένα βράδυ παραμονής Χριστουγέννων, καθώς γύριζε - λέει - στο σπίτι του, είδε το χειμωνιάτικο ξάστερο ουρανό και το παιχνίδισμα που έκανε το ασημένιο φως των αστεριών στα νοτισμένα από την υγρασία δέντρα και μαγεύτηκε. Φτάνοντας στο σπίτι του, βάλθηκε να αναπαραστήσει τη μαγευτική εικόνα για χάρη των παιδιών του, προσθέτοντας στα κλαδιά του οικογενειακού δέντρου αναμμένα κεράκια.
Ιστορικά πάντως σαν έθιμο το χριστουγεννιάτικο δέντρο ανήκει στη λουθηριανή παράδοση. Συναντιέται για πρώτη φορά επίσημα στο Στρασβούργο, στις αρχές του 17ου αιώνα. Αργεί να επεκταθεί, γιατί οι θρησκευτικές καταβολές του έκαναν τους Καθολικούς καχύποπτους απέναντί του, αποκλείοντας έτσι την υιοθέτησή του από το μεγαλύτερο μέρος της γερμανικής περιφέρειας. Μόλις το 1830 το χριστουγεννιάτικο δέντρο μπόρεσε να γίνει επίσημο έθιμο της πραγματικής του πατρίδας, της Γερμανίας. Και από εκεί να επεκταθεί στη χριστουγεννιάτικη Ευρώπη και στην Αμερική από Γερμανούς μετανάστες.
Ένα χριστουγεννιάτικο δώρο για το 1823.
Όχι! Οι ρίζες των μακροσκελών καταλόγων δώρων που φτιάχνουμε σήμερα δεν εμπνέονται από τη σμύρνα, το χρυσό και το λιβάνι που χάρισαν οι μάγοι στο βρέφος της Βηθλεέμ. Η ανθρωπότητα βέβαια πάντα αντάλλαζε δώρα με χίλιες δυο αφορμές, αλλά η διαφορά έγκειται στο ότι αντάλλαζε αυτά που ήδη είχε, δεν αγόραζε για να χαρίσει.
Η τρέλα των χριστουγεννιάτικων αγορών αντλεί την καταγωγή της από την τρέλα των gifts books, που κυριάρχησε σε Αγγλία και Ηνωμένες Πολιτείες στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα. Ποτέ πριν την έκδοση αυτών των επετειακών/εποχικών βιβλίων, η προσφορά δώρων τα Χριστούγεννα δεν είχε τον επιτακτικό χαρακτήρα που έχει πλέον.
Τα gifts books ήταν μικρά βιβλιαράκια που κυκλοφόρησαν για πρώτη φορά για να απαντήσουν στην ανάγκη των κυρίων για ένα χριστουγεννιάτικο αναμνηστικό προς τις κυρίες, ως ένδειξη των λεπτών τους αισθημάτων. Σε ελαφρύ λογοτεχνικό ύφος, αποτελούνταν από μικρές ρομαντικές ιστορίες, κείμενα για τον έρωτα και άλλα πράγματα, ποιήματα για την αιώνια αγάπη... Το πρώτο από αυτά τα βιβλία κυκλοφόρησε στην Αγγλία ακολουθώντας το γαλλογερμανικό μοντέλο. Είχε τίτλο«Μη με ξεχνάς: Ένα χριστουγεννιάτικο και πρωτοχρονιάτικο δώρο για το 1823»..
Η επιτυχία ήταν τεράστια. Τα επόμενα χρόνια ακολούθησε σειρά από «Μη με ξεχνάς» βιβλιαράκια, που με τη σειρά της γέννησε την ανταγωνίστρια σειρά«Προσφορά φιλίας: Ένα χριστουγεννιάτικο ή πρωτοχρονιάτικο δώρο για το 1824»..
Οι Αμερικανοί εκδότες άργησαν να πιάσουν την ιδέα, αλλά όταν τα κατάφεραν, της έδωσαν να καταλάβει. Ενώ το 1831 κυκλοφόρησαν συνολικά 69 gifts books, τα 55 στην Αγγλία και τα 14 στις Ηνωμένες Πολιτείες, το 1840 τα αμερικανικά βιβλιαράκια είχαν αφήσει σε ποσότητα πολύ πίσω τους Άγγλους. Ήταν δερματόδετα κι εξαιρετικά καλαίσθητα, με μια κενή πρώτη σελίδα που περίμενε το πενάκι του δωρητή να γράψει την προσωπική ευχή ή αφιέρωση. Η εικονογράφηση (κυρίως λεπτοδουλεμένες γκραβούρες) ήταν πάντα υψηλής ποιότητας και είχε την υπογραφή των πιο διάσημων ονομάτων της εποχής:
Thomas Sully, Sir Thomas Lawrence, Asher Durand, William Blake. Τα βιβλιαράκια σύντομα μετατράπηκαν σε σύμβολα κοινωνικής θέσης. Έβγαιναν κάθε χρόνο όλο και περισσότερα, οι ανάγκες για υλικό ανώτερου επιπέδου αυξάνονταν, οι πωλήσεις άγγιζαν τα όρια της μαζικής τρέλας. Το αποτέλεσμα ήταν η ασύστολη κλοπή περιεχομένου των αγγλικών εκδόσεων από μέρους των Αμερικανών, μέχρι που ο Αμερικανικός Εμφύλιος έβαλε μια τελεία στην παράνοια και στην επιτυχημένη εμπορική δραστηριότητα που τη συντηρούσε.
Όμως η επιρροή των gifts books κράτησε για πάντα. Μέχρι την εμφάνισή τους η προσφορά χριστουγεννιάτικων δώρων δεν ήταν υποχρεωτική, ούτε καν προς τα παιδιά. Και ξαφνικά το να χαρίζεις χριστουγεννιάτικα δώρα, έστω και με τη μορφή βιβλίων, έγινε η απόλυτη επιταγή. Από την «Επίσκεψη του Santa Claus» του Clement Clarke Moore (άλλο ένα gift book ορόσημο) και έπειτα δεν υπήρξε παιδάκι που να μην περιμένει τέτοιες μέρες το δώρο του, αλλά ούτε και γονιός που να μην του το πάρει.
Το ορόσημο των «Christmas Carols».
Αν στους Γερμανούς και στους Αμερικανούς πιστώνονται τα παγκόσμια σύμβολα του χριστουγεννιάτικου έλατου και της αγοράς δώρων, για το «Πνεύμα των Χριστουγέννων» θα πρέπει να υποκλιθούμε στους Άγγλους. Χωρίς το ομότιτλο έργο του Charles Dickens, η πίστη μας στο θαύμα των ημερών θα ήταν θολή και ασαφής, χωρίς περίγραμμα. Επιπλέον θα είχαμε χάσει τον πιο δημοφιλή αντιήρωα των ημερών: τον Εμπενέζερ Σκρούτζ.
Πάμε πάλι πίσω, εκεί στα μισά του 19ου αιώνα, που δημιουργήθηκαν τα νεώτερα ορόσημα των Χριστουγέννων. Η Αγγλία υποφέρει από δραματικές οικονομικές αντιθέσεις, το χάσμα μεταξύ των χιλιάδων φτωχών και των ελάχιστων πλουσίων είναι τερατώδες. Ο συγγραφέας Charles Dickens, προσπαθώντας στα έργα του να απαλύνει τη σκληρή καθημερινότητα του κόσμου, καταφεύγει στο παρελθόν. Ζωντανεύει μνήμες «παλιού, καλού καιρού», πλέκει καθημερινότητες με ξεχασμένες παραδόσεις, εξυφαίνει ιστορίες γεμάτες συναισθήματα αγάπης και συμπόνιας με πρωταγωνιστές «ανθρώπους που παραμένουν άνθρωποι». Σε πείσμα της ζοφερής πραγματικότητας, ο συγγραφέας ορθώνει εποχές που ακόμη συνέβαιναν θαύματα και ζούσαν πνεύματα ικανά να κάνουν τους κακούς καλούς με μια τους επίσκεψη.
Στις 19 Νοεμβρίου του 1843 μια μικρή εφημερίδα προαναγγέλλει την επερχόμενη έκδοση μιας τέτοιας ιστορίας: το «Christmas Carols». Στις 25 του ίδιου μήνα κυκλοφορούν 10 αντίτυπα χέρι - χέρι μεταξύ γνωστών. Στις 17 Δεκεμβρίου το βιβλίο κυκλοφορεί επίσημα. Ξεπουλάει μέχρι τα Χριστούγεννα. Ο κόσμος το λατρεύει και πιέζει για επανεκτυπώσεις. Οι εκδότες, προσπαθώντας να ανταποκριθούν, τυπώνουν ό,τι βρουν χρησιμοποιώντας ακόμα και δοκιμαστικά προσχέδια. Γι’ αυτό το βιβλίο κυκλοφορεί ταυτόχρονα με δυο διαφορετικά εξώφυλλα: αλλού είναι πράσινο και κόκκινο κι αλλού κόκκινο και μπλε με κίτρινο φινίρισμα.
Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν, το «Christmas Carols» (ή «Χριστουγεννιάτικηιστορία» ή «Το πνεύμα των Χριστουγέννων») θα γνωρίσει αμέτρητο αριθμό επανεκδόσεων σε εκατοντάδες γλώσσες. Ο Dickens όμως δε θα πάρει ποτέ χρήματα για τα πνευματικά δικαιώματα του έργου του. Δεν είχε φροντίσει να υπογράψει συμβόλαιο... Από τη Φιλαδέλφεια στη Νέα Υόρκη και από εκεί στο Λονδίνο και στη Λειψία, η πειρατεία των «Carols» δεν είχε τελειωμό. Θεατρικές παραστάσεις ανέβαιναν με τιμές και δόξες στο Λονδίνο ακολουθώντας λαθραίες εκδόσεις, βασισμένες πάντα στην ίδια συγκινητική ιστορία. Ο κόσμος δε λέει να χορτάσει τη μαγεία της και δε βαριέται να βλέπει τον θλιβερό και μίζερο γεροτσιγκούνη Εμπενέζερ Σκρούτζ να μετατρέπεται μετά την επίσκεψη του Πνεύματος των Χριστουγέννων στον πιο γλυκό, καλοσυνάτο και γενναιόδωρο παππούλη του κόσμου.
Ακόμα και σήμερα, στην εποχή της σούπερ εμπορευματοποίησης της γιορτής, η ίδια η τηλεόραση θα στριμώξει πάντα μέσα στο πρόγραμμά της μια από τις άπειρες διασκευές του μικρού διαμαντιού του Dickens... ξοδεύοντας τον πολύτιμο διαφημιστικό της χρόνο.
Ο θρύλος του Santa Claus.
Αλλού βαστάει πένα και χαρτί, αλλού γίνεται περιοδικό ο ίδιος, αλλού σκαρώνει παιχνίδια με τα ξωτικά του, σκαρφαλώνει σε καμινάδες και παραχώνει δώρα σε κάλτσες φωνάζοντας «χο, χο, χο». Ο άγιος, εμπορικό σήμα, των Χριστουγέννων έχει τη δική του μαγική ιστορία πίστης, προσφοράς και... εμπορικότητας.
Φυσικά, ο «Μέγας Βασίλειος», ο άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, δεν έχει καμιά σχέση με τον Santa Claus: ο ορθόδοξος άγιος υπήρξε άγιος των γραμμάτων, μέγας Πατέρας της Εκκλησίας, Επίσκοπος Καισαρείας της Καππαδοκίας.
Ήταν λεπτός, ασκητικός, μάλλον ασθενικός, μελαχρινός, με σκούρα μαλλιά και δεν μοίραζε δώρα στα παιδιά. Μοίραζε αγάπη και γνώση, ήταν φιλάνθρωπος και ελεήμονας. Λέγεται ότι στη μεγάλη πείνα του 368 ίδρυσε ένα ολόκληρο συγκρότημα από φιλανθρωπικά ιδρύματα, μια πραγματική νέα πόλη, προς τιμή του ονομάστηκε Βασιλειάδα. Πέθανε στις 31 Δεκεμβρίου του 378, σκορπώντας μεγάλη και αφόρητη θλίψη στο ποίμνιό του και σε ολόκληρο τον ορθόδοξο Ελληνισμό, που γιορτάζει τη μνήμη του κάθε Πρωτοχρονιά.
Ο Άγιος Νικόλαος ταξιδεύει...
Ο Santa Claus δεν είναι άλλος από τον «δικό» μας άγιο Νικόλαο, «μετεξελιγμένο»και αναμεμειγμένο με ήρωες, μύθους και θρύλους από τη βόρεια Ευρώπη. Ο άγιος Νικόλαος γεννήθηκε το 280 μ.Χ. στα Πάταρα της Λυκίας, από γονείς ευσεβείς και πλούσιους. Τους έχασε σε ηλικία 13 ετών εξαιτίας λοιμού και έγινε κληρονόμος μιας μεγάλης περιουσίας, την οποία διέθετε για να ανακουφίζει τους φτωχούς, τις χήρες και τα ορφανά. Νεότατος, έγινε επίσκοπος στη Μύρα, αφού απέκτησε ιδιαίτερη φήμη. Πέθανε το 330 ή 333 μ.Χ. (το 342 μ.Χ. σύμφωνα με την Καθολική Εκκλησία), όμως η φήμη του «θαυματουργού» άγιου εξαπλώθηκε στη Δύση, ιδιαίτερα μεταξύ των ναυτικών.
Το 1087 Ιταλοί ναυτικοί έκλεψαν το λείψανο του Νικολάου από τον τάφο του στη Μύρα, για να το προστατεύσουν από τους πειρατές, και το μετέφεραν στο Μπάρι, με μεγάλες τιμές. Αργότερα, γράφτηκε πως εκείνη την ημέρα θεραπεύτηκαν 47 άνθρωποι.
Μαζί με τα λείψανα του αγίου «ταξίδεψαν» στη Δύση και οι θρύλοι που τον συνόδευαν. Σύμφωνα με έναν από αυτούς, κάποιος έμπορος από τα Πάταρα είχε χάσει την περιουσία του και δεν μπορούσε να θρέψει την οικογένειά του.
Οι τρεις κόρες του, για να βγάλουν την οικογένεια από τη δύσκολη θέση, αποφάσισαν να ρίξουν κλήρο. Όποια κληρωνόταν, θα γινόταν πόρνη για να μαζέψει χρήματα για την προίκα των άλλων. Ο κλήρος έπεσε στη μεγαλύτερη. Ο Νικόλαος μαθαίνοντας την τραγική αυτή ιστορία, θέλησε να βοηθήσει την οικογένεια. Έτσι, μια νύχτα που όλοι κοιμούνταν, σκαρφάλωσε στη στέγη και έριξε μικρά πουγκιά με χρυσό από την καμινάδα, τα οποία «προσγειώθηκαν» μέσα στις βρεγμένες κάλτσες των κοριτσιών που ήταν κρεμασμένες στο τζάκι για να στεγνώσουν. Έτσι προέκυψε το έθιμο να μπαίνουν τα δώρα των Χριστουγέννων σε κάλτσες κρεμασμένες στο τζάκι.
Με τον ίδιο τρόπο, ο θρύλος του προστάτη των ναυτικών και των παιδιών έγινε αιτία να εμφανιστεί το έθιμο προσφοράς δώρων (που ήταν πιο πολύ κεράσματα, χριστουγεννιάτικα φρούτα, μήλα, πορτοκάλια, καρύδια και γλυκά) στα παιδιά την ημέρα της μνήμης του, στις 6 Δεκεμβρίου. Από εκεί ξεπήδησε και ο «Santa Claus»(παράφραση του Saint Nicholas), ενώ το έθιμο της ανταλλαγής δώρων συνδέθηκε σιγά-σιγά με τα Χριστούγεννα. Μέχρι τότε, ο άγιος απεικονιζόταν με γκρίζα ή μαυριδερή γενειάδα, να πετάει στον ουρανό πάνω σ’ ένα λευκό άλογο.
Τα χρόνια της Μεταρρύθμισης και της Διαμαρτύρησης, η λατρεία των Καθολικών αγίων περιορίστηκε και χλευάστηκε. Στις Κάτω Χώρες όμως και ιδίως στην Ολλανδία, ο Sinter Klaas (Saint Nicholas) εξακολουθούσε να λατρεύεται από τους Διαμαρτυρομένους ως προστάτης των ναυτικών, των εμπόρων και των παιδιών. Οι Ολλανδοί μετέφεραν τη φήμη του αγίου στο Άμστερνταμ, όπου τον «συγχώνευσαν» με έναν δικό τους, παγανιστικό τοπικό ήρωα του χειμώνα, τον Wooden, γερμανικής προέλευσης. Σ’ αυτήν την εκδοχή του ο Αϊ Βασίλης έχει λευκή γενειάδα, φτάνει με πλοίο από την Ισπανία, έχει μαζί του έναν Μαυριτανό βοηθό, τον Zwart Piet (Μαύρο Πίτ) που βάζει στο σάκο του τα κακά παιδιά και γυρίζει τη χώρα, καβάλα στο άσπρο άλογό του.
Ο Irving και το «St. Nicolas Magazine». Το 1626 Ολλανδοί Καλβινιστές, μεταναστεύοντας στην Αμερική, πήραν μαζί τους και την εικόνα του αγίου Νικολάου (Sinter Klaas). Στο Νέο Άμστερνταμ (που αργότερα θα ονομαζόταν Νέα Υόρκη) ο Sinter Klaas παρέμεινε στα αζήτητα, ώσπου το 1773 εμφανίστηκε για πρώτη φορά το όνομα Santa Claus. Το πρόσωπο που ανασκεύασε τον θρύλο ήταν ο Αμερικανός λαϊκός συγγραφέας Washington Irving. Γράφοντας την ιστορία της Νέας Υόρκης για λογαριασμό του Ιστορικού Συλλόγου της Νέας Υόρκης, που θεωρούσε τον «Saint Nicholas» προστάτη της πόλης, ο Irving δανείστηκε στοιχεία από την ολλανδική εκδοχή του αγίου Νικολάου και τον περιέγραψε σαν πολεμιστή άγιο, προστάτη των Αμερικανών επαναστατών, να έρχεται πάνω σ’ ένα άλογο (χωρίς βοηθούς) και να μοιράζει δώρα.
Το Νοέμβριο του 1873 κάνει την εμφάνισή του στην Αμερική το «St. Nicolas Magazine», με άλλα λόγια το περιοδικό του Αϊ Βασίλη. Ακολουθώντας τα εικαστικά και συγγραφικά πρότυπα της βικτωριανής παιδικής λογοτεχνίας, που ανθούσε στη Μεγάλη Βρετανία, το περιοδικό είχε ως αντικείμενο τη «διάπλαση των παίδων», αλλά σε μια λιγότερο ηθικοπλαστική βάση σε σχέση με τον... ανταγωνιστή του, το«The Youths Companion», που εκδιδόταν ήδη από το 1827.
Εκδότης του ήταν ο Charles Scribner, αλά το περιοδικό εξελίχτηκε σε αληθινό«διαμαντάκι» όταν το 1881 ξανασχεδιάστηκε από την Charles Scribner’s Sons. Από τις σελίδες του παρέλασαν οι πιο διάσημοι συγγραφείς παιδικών βιβλίων και πιο φημισμένοι εικονογράφοι: από τον Ellis Parker Butler και τον Norman Rockwell μέχρι τον Livingston Hopkins, τον Norman Price και τον George T. Tobin. Πολλά από τα «κλασικά κι αγαπημένα» των παιδιών φιλοξενήθηκαν ως σειρές στο «St. Nicolas Magazine», μεταξύ των οποίων «Το βιβλίο της ζούγκλας» του Kipling. Το περιοδικό συνέχισε να βγαίνει μέχρι το 1941, σχεδόν 60 χρόνια μετά την πρώτη του έκδοση.
Ίσως η φαεινότερη διαφημιστική ιδέα...Το Δεκέμβριο του 1823, όλα άλλαξαν με το χριστουγεννιάτικο ποιηματάκι που έγινε γρήγορα πολύ δημοφιλές, το «Η Επίσκεψη του αγίου Νικολάου», πιο γνωστό ως «Η νύχτα πριν από τα Χριστούγεννα» (The Night Before Christmas), του Clement Clarke Moore. Το ποίημα «λανσάρει» έναν Αϊ Βασίλη - ξωτικό, που κυκλοφορεί με έλκηθρο, που το σέρνουν ελάφια και μπαίνει στα σπίτια μας από τις καμινάδες, για να μοιράσει γλυκά και παιχνίδια στα φρόνιμα παιδιά.
Η σύγχρονη αμερικανική εκδοχή του Santa Claus ήταν πια γεγονός. Τι λείπει; Η εικόνα της. Ένας συνδυασμός διαφήμισης, ταλέντου και καλού μάρκετινγκ δίνει την απόλυτη λύση: εκείνη του ροδομάγουλου γεράκου με τον κόκκινο σκούφο και την άσπρη γενειάδα.
Μέχρι τη δεκαετία του 1930 η στολή του Αϊ-Βασίλη είχε τα χρώματα του ουράνιου τόξου. Το 1931 ο αμερικανός σχεδιαστής Haddon Sundblom για τις ανάγκες ενός διαφημιστικού της Coca-Cola, έβαψε τη στολή του αγίου με το χαρακτηριστικό κόκκινο χρώμα του αναψυκτικού. Για να μη την ξεβάψει από τότε ποτέ!
Ο Sundblom είχε την ιδέα να προβάλει μια πιο ανθρώπινη, ζεστή και οικεία εικόνα του αγίου. Γι’ αυτό, αντί για το λεπτοκαμωμένο και μάλλον ασκητικό πρότυπο, επέλεξε για μοντέλο έναν φίλο του συνταξιούχο έμπορο, τον Lou Prentice, και σχεδίασε έναν Santa ψηλό, κοιλαρά, γλυκό, καλοσυνάτο και ροδομάγουλο, με κόκκινο κουστούμι και σκούφο, ίσως η φαεινότερη ιδέα στην ιστορία της διαφήμισης.
Στο τέλος της δεκαετίας του ’40 ο Prentice πέθανε και ο Sundblom χρησιμοποίησε πλέον τον εαυτό του και την οικογένειά του σαν μοντέλα, για να προσθέσει στη μορφή του Santa και άλλα στοιχεία. Στα επόμενα 40 πορτρέτα - παραλλαγές του αγίου που φιλοτέχνησε ως το 1964, εμφανίζεται η γυναίκα του Elizabeth ως Mrs Claus, καθώς και οι τρεις κόρες του, τα 15 εγγόνια του, οι γείτονες και οι φίλοι του, άλλοτε ως βοηθοί του Santa Claus και άλλοτε ως μέλη των οικογενειών που τον περιμένουν τη νύχτα των Χριστουγέννων. Ο Sundblom πέθανε το 1976, ζωγραφίζοντας έναν Χριστό.
Σχεδόν 30 χρόνια αργότερα (και 80 χρόνια μετά το ντεμπούτο της) η εικόνα του χοντρούλη, χαμογελαστού παππού με τον κόκκινο σκούφο, που δημιούργησε ένας Αμερικανο-Σουηδός ζωγράφος για ένα αναψυκτικό, είναι πια, παγκόσμια, η ίδια η ιδέα των Χριστουγέννων...
mythagogia
https://www.logiosermis.net/2013/12/blog-post_5391.html
Πώς γιορτάζουν τα Χριστούγεννα σε 9+1 μέρη σε όλο τον κόσμο
Πώς γιορτάζουν τα Χριστούγεννα σε 9+1 μέρη σε όλο τον κόσμο
Παραμονή των Χριστουγέννων σήμερα και σε πολλά μέρη του πλανήτη ήδη μετρούν αντίστροφα για το αποψινό ρεβεγιόν.
Από την Ευρώπη έως την Ασία και από την Ανταρκτική έως το… διάστημα, κάθε λαός γιορτάζει με τον δικό του διαφορετικό τρόπο τη γέννηση του Χριστού (ακόμη κι αν δεν πιστεύει σε κάποιον άλλο Θεό).
Ας δούμε, όμως, δέκα ξεχωριστές περιπτώσεις, οι οποίες χρήζουν της προσοχής μας:
Κροατία
Οι χριστουγεννιάτικοι εορτασμοί στην Κροατία ξεκινούν συνήθως από τον Νοέμβριο, ενώ ως «ενδιάμεση γιορτή» υπάρχει ο Άγιος Νικόλαος, στις αρχές Δεκεμβρίου.
Εκείνη την ημέρα, τα παιδιά αφήνουν έξω από την πόρτα του σπιτιού τις κάλτσες τους, περιμένοντας τον Άγιο Νικόλαο να τις γεμίσει με γλυκά και μικρά δώρα. Όπως κάνουμε εμείς με τον Άγιο Βασίλη την 1η Ιανουαρίου.
Πολλές οικογένειες δε, φυτεύουν σιτάρι στις 13 Δεκεμβρίου, το οποίο αν ευδοκιμήσει σημαίνει ότι το νέο έτος θα είναι ευοίωνο και καλότυχο.
Σουηδία
Οι Σουηδοί στολίζουν χριστουγεννιάτικο δέντρο και ανταλλάζουν δώρα, όπως συνηθίζεται και σε άλλη μέρη του κόσμου. Όμως, γιορτάζουν και τον Ντόναλντ Ντακ, το γνωστό κινούμενο σχέδιο της Disney.
Πέρυσι, περισσότερα από 4,5 εκατ. άτομα, δηλαδή σχεδόν το 50% του συνολικού πληθυσμού, παρακολούθησε στην τηλεόραση την ταινία του 1958 «From All of Us to All of You».
Όσον αφορά το εορταστικό τραπέζι, οι Σουηδοί προτιμούν τα κεφτεδάκια, το ζαμπόν, τον καπνιστό σολομό, τη ρέγκα τουρσί και τον γαύρο στην κατσαρόλα.
Φωτ. LMPC | Getty Images
Ινδία
Τα Χριστούγεννα αποτελούν εθνική αργία για την Ινδία. Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι μόλις το 2,4% του πληθυσμού είναι Χριστιανοί. Οι Αγιοβασίληδες και οι σχολικοί εορτασμοί αποτελούν κοινή πρακτική σε όλη τη χώρα.
Φωτ. Mayur Kakade | Moment
Ιαπωνία
Για τους περισσότερους Ιάπωνες, τα Χριστούγεννα αποτελούν περισσότερο μια κοσμική υπόθεση, παρά μια θρησκευτική εορτή. Πολλοί, μάλιστα, τα γιορτάζουν όπως ακριβώς και την ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου. Δηλαδή, πηγαίνουν για δείπνο με το έτερο ήμισυ.
Φιλιππίνες
Το 92% των Φιλιππινέζων είναι Χριστιανοί και τα Χριστούγεννα θεωρούνται η πιο σημαντική στιγμή του χρόνου. Οι εορτασμοί δε, κρατούν το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από κάθε άλλη χώρα του κόσμου, καθώς διαρκούν από τον Σεπτέμβριο έως τον Ιανουάριο.
Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα
Παρότι η επίσημη θρησκεία είναι το Ισλάμ, τα Χριστούγεννα εορτάζονται κανονικά και στο Άμπου Ντάμπι και στο Ντουμπάι, όπου πολλοί κάτοικοι είναι Χριστιανοί.
Μεξικό
Τα Χριστούγεννα εορτάζονται με μεγάλες παρελάσεις, στις οποίες οι συμμετέχοντες φορούν πολύχρωμα και εκκεντρικά κοστούμια. Η εορταστική περίοδος διαρκεί εννέα ημέρες.
Φωτ. Pedro Pardo | AFP
Κένυα
Τα Χριστούγεννα αποτελούν την κατάλληλη εποχή του χρόνου, προκειμένου οι οικογένειες να ξανασμίξουν και γιορτάσουν όλοι μαζί. Γι αυτό τον λόγο, πολλοί επιλέγουν να ταξιδέψουν στα χωριά τους
Φωτ. Fredrik Lerneryd | AFP
Ανταρκτική
Ο Νότιος Πόλος είναι το σπίτι περίπου 70 μόνιμων ερευνητικών σταθμών από 29 διαφορετικές χώρες. Αν και απομακρυσμένοι από τις πατρίδες τους, οι επιστήμονες και το υπόλοιπο προσωπικό βρίσκουν πολλούς τρόπους να γιορτάσουν με τους συναδέλφους τους.
Φωτ. Wolfgang Kaehler | LightRocket
Διεθνής Διαστημικός Σταθμός
Το χριστουγεννιάτικο πνεύμα φθάνει έως και στο διάστημα, σε απόσταση 420 χιλιομέτρων από τον πλανήτη Γη. Κάθε χρόνο, όσοι βρίσκονται στον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό στήνουν το δικό τους χριστουγεννιάτικο πάρτι, με γαλοπούλες, γλυκά και πολύχρωμα στολίδια.
Μάλιστα, επειδή αρκετοί αστροναύτες είναι Ρώσοι, κάνουν διπλά Χριστούγεννα, μία στις 25 Δεκεμβρίου και μία στις 7 Ιανουαρίου (σύμφωνα με το ρωσικό ορθόδοξο ημερολόγιο).
moneyreview.gr
https://www.moneyreview.gr/world/61122/pos-giortazoyn-ta-christoygenna-se-9-1-meri-se-olo-ton-kosmo/
Δευτέρα 16 Οκτωβρίου 2023
Πώς είναι να ζεις στις πλουσιότερες και φτωχότερες γειτονιές της Αγγλίας
Ζώντας στο Clapham και στο Grimsby, όπου τα εισοδήματα των νοικοκυριών διαφέρουν κατά σχεδόν 90.000 λίρες Αγγλίας.
Clapham: «Το κρεοπωλείο που βρισκόταν εδώ για 127 χρόνια είναι τώρα ένα μαγαζί Aesop»
Το Clapham Common West, στο Battersea, στο νοτιοδυτικό Λονδίνο, ήταν κάποτε μια περιοχή της εργατικής τάξης, όπου ζούσαν οδηγοί λεωφορείων και εργάτες – σήμερα είναι ξεκάθαρα μεσοαστική, με τις τακτοποιημένες σειρές βικτοριανών σπιτιών εκατομμυρίων λιρών που κατοικούνται από εργαζόμενους του City με μερικούς από τους υψηλότερους οικογενειακούς μισθούς στη χώρα.
Ο Sebastian Vince, 53 ετών, μετακόμισε στη γειτονιά από το δυτικό Λονδίνο πριν από 27 χρόνια, πουλώντας αρχικά ciabatta και κρουασάν από έναν πάγκο ως καλοκαιρινή δουλειά σε ένα από τα πρώτα κύματα των gentrifiers. Δεν έφυγε ποτέ. «Η περιοχή ήταν σε εξέλιξη. Το αρτοποιείο Gail’s Bakery ήταν κάποτε ένα δυτικο-ινδικό μαγαζί με «σκληρό ψωμί». Η παλιά αγορά ήταν ακόμα πολύ δυναμική. Είναι η ίδια παλιά ιστορία, τα ενοίκια έδιωξαν πολλές επιχειρήσεις», λέει.
Ο ίδιος νοικιάζει στη γειτονιά και λέει ότι σε έναν δρόμο – «οι τοίχοι ήταν τόσο λεπτοί» – προσθέτοντας ότι η περιοχή «προοριζόταν για ανθρώπους της εργατικής τάξης, οδηγούς λεωφορείων, όλους εκείνους που ήρθαν τη δεκαετία του 1950 – φυσικά πούλησαν και επέστρεψαν στην Τζαμάικα και το Τρινιντάντ».
«Το Battersea ήταν πολύ εργατική τάξη, αλλά έγινε μποέμ τη δεκαετία του 1970 και του 1980, όταν όλοι οι καλλιτέχνες και οι συγγραφείς ήρθαν εδώ»
Έγινε μποέμ τη δεκαετία του 1970
Ωστόσο, είναι θετικός για την εξέλιξη αυτών των δρόμων ανάμεσα στο Clapham Common και το Wandsworth Common και για την επιχείρησή του, το Breadstall στην Northcote Road, που πουλάει πίτσες από ζύμη biga με αργή ζύμωση. «Το καλό με το λοκντάουν είναι ότι μετέτρεψε τη Northcote Road, τον κύριο εμπορικό δρόμο ξανά σε χωριό. Μπορούσες να πάρεις ένα Aperol spritz από το laundry της γωνίας».
«Μεγάλωσα στο Battersea», λέει ο Simon Seddon, 55 ετών, πωλητής στο κοντινό QT Toys and Games, το οποίο άνοιξε το 1983. «Το Battersea ήταν πολύ εργατική τάξη, αλλά έγινε μποέμ τη δεκαετία του 1970 και του 1980, όταν όλοι οι καλλιτέχνες και οι συγγραφείς ήρθαν εδώ. Αφού έκλεισε η αγορά, δεν υπήρχε κανείς – μόνο παμπ. Θυμάμαι να κατεβαίνω αυτό το κομμάτι της Northcote Road όταν ήμουν παιδί – ήταν πραγματικά τρομακτικό. Υπάρχει ακόμα ένα μείγμα κοινωνικών δημογραφικών ομάδων εδώ. Υπάρχει μια καλή ισορροπία. Ο εξευγενισμός επέτρεψε τη διατήρηση αυτής της περιοχής».
«Λιγότερη εγκληματικότητα»
Αυτό το gentrification δεν είναι πουθενά πιο εμφανές από ό,τι στην Thurleigh Road, έναν από τους πιο έξυπνους δρόμους που περνάει ανάμεσα στο Clapham και το Wandsworth commons, γεμάτο BMW, Porsche και Land Rover. Εδώ, θα πρέπει να δώσετε 3 εκατομμύρια λίρες για μια από τις άψογες βικτοριανές βίλες. Ο κάτοικος Marcio Da Silva, 59 ετών, διευθύνει το Steamond Travel, ένα ταξιδιωτικό γραφείο στη Fulham Road που ειδικεύεται στη Βραζιλία και τη Λατινική Αμερική. Μετακόμισε εδώ το 2020 με τη σύντροφό του από το ανατολικό Λονδίνο, αναφέροντας ως κινητήριους παράγοντες τη «λιγότερη εγκληματικότητα», «τα ωραία εστιατόρια και μπαρ» και την εγγύτητα στα πάρκα. «Κάποιος που γνωρίζουμε έμενε εδώ. Πέθανε και αγοράσαμε το σπίτι από τα παιδιά του. Δεν το μετανιώνουμε».
Η μεταμόρφωση αυτής της γειτονιάς δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, με σκαλωσιές να βρίσκονται ακόμη διάσπαρτες εδώ και εκεί, όπου οι ιδιοκτήτες σπιτιών σκάβουν υπόγεια ή μετατρέπουν σοφίτες. Ο Marc Stchedroff, διευθύνων σύμβουλος της Oxford and London Basement Company, λέει ότι «η έκρηξη των υπογείων ήταν λίγο πριν από το 2008, όταν ήταν απολύτως τρελή, στη συνέχεια καταλάγιασε πριν ανακάμψει ξανά πριν χτυπηθεί από το Brexit και την τεράστια αύξηση του κόστους των υλικών με τον πόλεμο στην Ουκρανία». Υπολογίζει ότι περίπου το 30-40% των υπογείων στην περιοχή έχουν μετατραπεί, αν και σε ορισμένους δρόμους το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 50%. Οι επιχειρήσεις τείνουν να αυξάνονται και να μειώνονται ανάλογα με τα επιτόκια και τα μπόνους του City.
Περιοχές όπως το Mayfair και το Kensington έχουν μεγαλύτερο αριθμό ηλικιωμένων συνταξιούχων κατοίκων που ζουν σε μικρότερα νοικοκυριά και μερικές φορές έχουν πολύ πιο σημαντικά περιουσιακά στοιχεία αλλά χαμηλότερα εισοδήματα.
«Υπάρχουν πολλές οικογένειες εδώ που ζητούν χρώμα»
Κοντά στο Northcote Road, καταλαβαίνετε αμέσως γιατί αυτό το τμήμα του νοτιοδυτικού Λονδίνου έχει το παρατσούκλι Nappy Valley: Οι δρόμοι σφύζουν από γυναίκες, είτε έγκυες είτε σπρώχνουν κομψά καροτσάκια, στα οποί ακουμπάνε τα flat whites τους. Ταλαιπωρημένοι γονείς με ένα νήπιο που ουρλιάζει επιλέγουν ένα παιχνιδιάρικο σχέδιο χρώματος στο κατάστημα Farrow & Ball. Η Haleema Minhas, 31 ετών, άρχισε να εργάζεται στο χρωματοπωλείο το 2016, έχοντας ξεκινήσει από το κατάστημα του Chelsea. «Υπάρχουν πολλές οικογένειες εδώ που ζητούν χρώμα», λέει. Η εταιρεία προσφέρει κατ’ οίκον συμβουλές χρώματος που ξεκινούν από 200 λίρες την ώρα.
Εκμεταλλευόμενοι την ανοδική πορεία της περιοχής είναι οι παλιοί φίλοι που έγιναν συνέταιροι Will Chapman και Ed Lewis-Pratt, και οι δύο 35 ετών, οι οποίοι άνοιξαν τον περασμένο μήνα το πρώτο κατάστημα για τη μάρκα παιδικών ρούχων με θέμα τα ζώα, Roarsome, στην Northcote Road. «Νομίζω ότι υπάρχουν περισσότερα σχολεία σε ακτίνα ενός τετραγωνικού μιλίου από οπουδήποτε αλλού. Μας ήρθε η ιδέα όταν δεν είχαμε παιδιά – μιλούσαμε για το πόσο βαρετά ήταν τα παιδικά ρούχα για σκι», λέει ο Chapman. Μια μητέρα και ο γιος της, Raffi, πετάγονται για να αγοράσουν κάποιες λαστιχένιες γαλότσες δεινοσαύρων μεγέθους 13 για 30 λίρες, σταματώντας για να βγάλουν μια Polaroid στον «καθηλωτικό χώρο φωτογραφίας με θέμα τη φύση» που είναι διαμορφωμένος για το φθινόπωρο.
Νέοι εναντίον ηλικιωμένων
Ο Ed Hocken, διευθυντής πωλήσεων στο τοπικό υποκατάστημα του κτηματομεσιτικού γραφείου Kinleigh Folkard and Hayward, λέει ότι τα σχολεία – τα κρατικά σχολεία Honeywell, Belleville, Bolingbroke Academy και τα ιδιωτικά Thomas’s και Broomwood Prep – αποτελούν βασικό πόλο έλξης για τους νέους επαγγελματίες, οι οποίοι θα πληρώσουν κατά μέσο όρο 1,2 έως 1,8 εκατομμύρια λίρες για ένα βικτοριανό σπίτι με τέσσερις κρεβατοκάμαρες. Τείνουν να είναι «πλούσιοι σε μετρητά» εργαζόμενοι της πόλης και παρόλο που περιγράφει την αγορά «ως αρκετά πολυσύχναστη» σχολιάζει ότι «οι τιμές μαλακώνουν». Οι τιμές ενοικίασης στην περιοχή παραμένουν αφόρητα κοφτερές – 5.000 λίρες το μήνα για ένα σπίτι τεσσάρων υπνοδωματίων.
Παρά το γεγονός ότι δεν είναι η πλουσιότερη περιοχή του Λονδίνου, το Clapham Common West μπορεί να βρίσκεται στην κορυφή του πίνακα του ONS λόγω του μεγάλου αριθμού επαγγελματιών νέων υψηλόμισθων που ζουν μαζί σε συγκατοικήσεις εκεί. Αντίθετα, περιοχές όπως το Mayfair και το Kensington έχουν μεγαλύτερο αριθμό ηλικιωμένων συνταξιούχων κατοίκων που ζουν σε μικρότερα νοικοκυριά και μερικές φορές έχουν πολύ πιο σημαντικά περιουσιακά στοιχεία αλλά χαμηλότερα εισοδήματα.
Οι οικογενειακές επιχειρήσεις δεκαετιών
Δεν είναι όλοι ευτυχείς για την άνοδο της τύχης της περιοχής. Η SDS, ένα κατάστημα σιδηρικών και ειδών ασφαλείας στη γωνία των οδών Northcote Road και Broomwood Road, θα μετακομίσει στο Wimbledon το επόμενο έτος. «Είμαστε εδώ περίπου 60 χρόνια», εξηγεί ο Colin Randell, 65 ετών, ο διευθυντής, ο οποίος μεγάλωσε τρία τετράγωνα μακριά. «Ο πατέρας μου γεννήθηκε ένα τετράγωνο από εδώ. Είμαστε ντόπιοι. Δεν έχω την πολυτέλεια να μένω πια εδώ – μένω στο Surrey. Είναι λίγο λυπηρό που μετακομίζουμε, αλλά το 50% των εργασιών μας είναι πλέον διαδικτυακές. Αυτή η επιχείρηση είναι μια από τις παλαιότερες στην οδό Northcote. Αυτή που ήταν παλαιότερη ήταν το κρεοπωλείο Dove’s Butcher, το οποίο έκλεισε το 2017 μετά από 127 χρόνια. Αυτό είναι τώρα ένα Aesop».
Ξεκίνησε στην SDS το 1982. «Ήταν ένα καταπληκτικό αστείο. Γύρω στο 1988, όλοι οι άνθρωποι που δεν μπορούσαν να αντέξουν οικονομικά το Φούλαμ μετακόμισαν εδώ. Ήταν η γενιά των γιάπηδων. Το Bolingbroke παμπ ονομαζόταν Inebriated Newt. Ο τύπος που την ξεκίνησε είχε ένα κοκτέιλ μπαρ στο πίσω μέρος και μπέργκερ και παϊδάκια μπροστά. Ήταν γεμάτο με γιάπηδες».
Η έννοια της κοινότητας
Κοντά στο Pottery Café (όπου μπορείτε να βάψετε με το χέρι πιάτα και κούπες της Emma Bridgewater) στην Northcote Road βρίσκεται ένας θησαυρός με αντίκες που αποτελείται από έναν συνεταιρισμό περισσότερων από 30 μεμονωμένων εμπόρων, μεταξύ των οποίων ο Johnny Orr, 65 ετών, ο οποίος ειδικεύεται σε γυαλί, καθρέφτες και διακοσμητικά αντικείμενα. «Όταν μετακόμισα σε αυτή την περιοχή σε ηλικία 28 ετών από το Μπέλφαστ, εδώ ερχόταν ο κόσμος για να κάνει κατάληψη. Η Northcote Road έχει αλλάξει πάρα πολύ με αυτά τα χρόνια – είναι ένας πολύ πολιτισμένος θύλακας. Αλλά έχουμε χάσει χρήσιμα καταστήματα: Το ταχυδρομείο, γωνιακά καταστήματα, καταστήματα διακόσμησης, επιδιορθωτές παπουτσιών, τράπεζες. Τα μαγαζιά που χρειάζεσαι. Τώρα είναι όλα καφετέριες, κτηματομεσιτικά γραφεία και ένας τεράστιος αριθμός οπτικών», λέει.
Η νεότερη προσθήκη στην αγορά αντικών της Northcote Road είναι η Blanche Coy, 38 ετών, γεννημένη στο νοτιοδυτικό Λονδίνο, η οποία ζει στο δρόμο εδώ και μια δεκαετία και διατηρεί έναν πάγκο με έπιπλα, είδη σπιτιού και κοσμήματα. «Ξεκίνησα εδώ τον Μάιο. Είναι ένα υπέροχο μέρος για να εργάζεσαι. Όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους και λένε γεια. Αν πάτε διακοπές, οι γείτονές σας θα ελέγξουν το διαμέρισμά σας και θα ποτίσουν τα φυτά σας. Πριν από δέκα χρόνια, υπήρχαν πολλά ωραία ανεξάρτητα καταστήματα δώρων και ρούχων. Μου λείπει η δυνατότητα να πεταχτώ έξω και να κάνω κάποια καθημερινά ψώνια, αλλά βλέπεις πολλούς νέους να χρησιμοποιούν τη νέα βιβλιοθήκη. Φέρνει ένα άλλο στοιχείο της κοινότητας».
Grimsby: «Είμαι περήφανος που ζω εδώ, υπάρχει κοινοτικό πνεύμα»
Οι δουλειές στο κομμωτήριο σκύλων Milliebee’s στην οδό Freeman στο Grimsby είναι ζωηρές, ενώ η ιδιοκτήτρια Sophie Bemrose δεν έχει ακούσει τίποτα για ισοπέδωση. «Λυπάμαι», λέει. «Τι είναι αυτό; Δεν έχω ιδέα».
Η 32χρονη Bemrose, η οποία συνδυάζει την περιποίηση των cockapoo και cavapoo της πόλης (πλήρης περιποίηση από 38 λίρες) με μια δουλειά μερικής απασχόλησης στο Tesco, θα μπορούσε να συγχωρεθεί επειδή άφησε να περάσει απαρατήρητη μια από τις εμβληματικές ιδέες της κυβέρνησης για την αναγέννηση.
Έξω, καθώς το απογευματινό φως σβήνει και οι έμποροι της αγοράς Freeman Street Market, συμπεριλαμβανομένου του κρεοπώλη Gary Burke, κατεβάζουν τα ρολά, τα παιδιά επιστρέφουν από το σχολείο. Ένας νεαρός πατέρας με φούτερ Stone Island περνάει από μπροστά, ισορροπώντας ένα μπουκάλι Sol lager σε ένα καροτσάκι, καθώς δύο μικρά κορίτσια κρατιούνται από το χερούλι σαν να πρόκειται για τη ζωή τους.
Έτσι και στο Grimsby. Αυτή η πόλη στο βορειοανατολικό Lincolnshire, στην όχθη των εκβολών του Humber, με πληθυσμό λίγο κάτω από 90.000 κατοίκους, ήταν κάποτε ένα από τα μεγαλύτερα αλιευτικά λιμάνια του κόσμου. Όμως η βιομηχανία της αποδεκατίστηκε από τους «πολέμους του μπακαλιάρου» μεταξύ της Βρετανίας και της Ισλανδίας για τα αλιευτικά δικαιώματα μεταξύ των δεκαετιών 1950 και 1970, που οδήγησαν σε μαζικές απολύσεις ψαράδων και παροπλισμό των μηχανότρατων.
Η ανεργία, η φτώχεια και η κακή υγεία των κατοίκων
Η επεξεργασία ψαριών, με κυρίαρχη την Young’s Seafood, με το κύριο εργοστάσιό της στη μέση ενός οικισμού στην οδό Humberstone, είναι σήμερα η μεγαλύτερη βιομηχανία της πόλης, απασχολώντας περίπου 1.700 άτομα.
Όμως, παρόλο που οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τα υπεράκτια αιολικά πάρκα συχνά χαιρετίζονται ως το μέλλον από τους πολιτικούς, η πραγματικότητα είναι συχνά η εξοντωτική φτώχεια – και μια ξεκάθαρη αίσθηση ότι μια κοινότητα έχει μείνει πίσω.
Αυτή την εβδομάδα, τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας έδειξαν ότι η γειτονιά του Grimsby East Marsh & Port έχει το χαμηλότερο μέσο ετήσιο εισόδημα των νοικοκυριών στην Αγγλία και την Ουαλία, μόλις 22.200 λίρες – πάνω από 10.000 λίρες κάτω από τον εθνικό μέσο όρο και σχεδόν 86.000 λίρες λιγότερο από το μέσο εισόδημα των νοικοκυριών στο Clapham Common West, στο νότιο Λονδίνο.
Τα τελευταία 40 χρόνια, τα χρόνια κοινωνικά προβλήματα, η ανεργία, η φτώχεια και η κακή υγεία των κατοίκων – ένα σημαντικό ποσοστό των οποίων έχει μεγαλώσει σε οικογένειες δεύτερης ή τρίτης γενιάς ανέργων ή στο σύστημα φροντίδας – έχουν αμαυρώσει τη ζωή σε αυτούς τους άλλοτε περήφανους δρόμους, όπου οι ετοιμόρροπες βικτοριανές βίλες παραπέμπουν σε προηγούμενη ευημερία.
Τεράστια βιομηχανικά μνημεία από κόκκινα τούβλα, όπως ο πύργος Grimsby Dock Tower σε βενετσιάνικο στιλ και οι αλευρόμυλοι Victoria Flour Mills, στέκονται ακόμα περήφανα. Αλλά το 2018 τουλάχιστον 33 πρώην εργοστάσια, αποθήκες, σχολεία και άλλα κτίρια σε όλο το βορειοανατολικό Λίνκολνσαϊρ κινδύνευαν σοβαρά να καταρρεύσουν, σύμφωνα με την τοπική ομάδα εκστρατείας Stop the Rot.
Η επεξεργασία ψαριών, με κυρίαρχη την Young’s Seafood, με το κύριο εργοστάσιό της στη μέση ενός οικισμού στην οδό Humberstone, είναι σήμερα η μεγαλύτερη βιομηχανία της πόλης, απασχολώντας περίπου 1.700 άτομα.
Τρελές ανισότητες
Εκτός από την εξοντωτική φτώχεια σε τμήματα της πόλης, ο κοινωνικός διχασμός είναι έντονα εμφανής. Οι μέσες τιμές των πωληθέντων κατοικιών στο Γκρίμσμπι ήταν 145.585 λίρες το περασμένο έτος, σύμφωνα με το Rightmove- αλλά υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των αξιών σε ορισμένα από τα πιο υποβαθμισμένα τμήματα του κέντρου της πόλης και σε απομακρυσμένα χωριά, όπως το Σκάρτχο, όπου μπορεί να βρεθούν σπίτια που διαφημίζονται έως και 800.000 λίρες. Ο εθνικός μέσος όρος του Ηνωμένου Βασιλείου είναι 290.000 λίρες.
Οι περισσότερες πωλήσεις σε όλο το Γκρίμσμπι είναι σειρές κατοικιών, με μέσο όρο μόλις 100.934 λίρες, αν και υπάρχουν διαμερίσματα δύο υπνοδωματίων στην οδό Grafton Street στο East Marsh – που είναι επισήμως η φτωχότερη γειτονιά στην Αγγλία και την Ουαλία – που δημοπρατούνται στην εκπληκτική τιμή των 10.000 λιρών, υποσχόμενα στους επενδυτές έσοδα από ενοίκια ύψους 3.380 λιρών ετησίως. Είναι ενδεικτικό ότι δεν υπάρχουν διαθέσιμες εσωτερικές εικόνες για τα ακίνητα αυτά, τα οποία για τους περισσότερους ανθρώπους επιφέρουν τιμές που ξυπνούν μνήμες μιας εποχής πολύ παλιάς.
Και όμως, παρά τη φήμη της πόλης – η οποία δεν βοηθήθηκε από την απεικόνισή της στον δεύτερο κύκλο της σειράς Skint του Channel 4 το 2014, που περιγράφει τις ζωές εγκληματιών και τοξικομανών, η οποία καταδικάστηκε ως εκμεταλλευτική «πορνογραφία της φτώχειας» – οι τίτλοι της κατήφειας και της καταστροφής δεν λένε όλη την ιστορία.
«Είναι τόσο λυπηρό, αυτό το συναίσθημα ότι το ένα πράγμα χτίζεται πάνω στο άλλο. Πήγα πρόσφατα για ψώνια στο κέντρο του Γκρίμσμπι και ένιωσα άβολα»
«Δεν θα ήθελα να ζήσω πουθενά αλλού»
«Είμαι περήφανη που είμαι από το Γκρίμσμπι», λέει η ανθοπώλης Andrea Griffiths, 57 ετών, ιδιοκτήτρια του Fleurtations, με την πολύχρωμη βιτρίνα του να ξεχωρίζει σαν φάρος ελπίδας ανάμεσα στα καταστήματα στιγμιαίας εξαργύρωσης και τα takeaways της Freeman Street. «Έχουμε τέτοιο κοινοτικό πνεύμα, οι άνθρωποι συσπειρώνονται, και είμαστε στη μέση μιας όμορφης εξοχής με την παραλία επίσης. Έχω ζήσει σε πολλές χώρες και πραγματικά δεν θα ήθελα να ζήσω πουθενά αλλού».
Η αναγέννηση είναι επίσης καθ’ οδόν. Η κυβέρνηση έχει διοχετεύσει εκατομμύρια στο Γκρίμσμπι, συμπεριλαμβανομένων 20 εκατομμυρίων λιρών για τα επόμενα δέκα χρόνια για τη βελτίωση του κέντρου της πόλης, που χορηγήθηκαν αυτόν τον μήνα στο πλαίσιο του προγράμματος «παραγνωρισμένες πόλεις». Υποσχέθηκαν επίσης μετρητά από το Ταμείο Μελλοντικών Υψηλών Δρόμων και, μάλιστα, από το Ταμείο Εξισορρόπησης. Ο Φίλιπ Τζάκσον, επικεφαλής του συμβουλίου του βορειοανατολικού Λινκολνσάιρ, λέει ότι αυτή η τελευταία επένδυση «θα βασιστεί στην καλή δουλειά που ήδη γίνεται για τη βελτίωση των αστικών περιοχών της καρδιάς μας».
Ωστόσο, η Pamela Hodge, ιδρύτρια του Rock Foundation, μιας τοπικής φιλανθρωπικής οργάνωσης που ιδρύθηκε το 2008 και υποστηρίζει νέους και ενήλικες με μαθησιακές δυσκολίες και μειονεκτούντες κατοίκους της περιοχής, είναι επιφυλακτική απέναντι σε αυτό που αποκαλεί «βραχυπρόθεσμο χαρακτήρα».
«Δώστε στα φιλανθρωπικά ιδρύματα τα χρήματα, αφήστε μας να τα ξοδέψουμε εκεί όπου μπορούν πραγματικά να κάνουν τη διαφορά», λέει. «Τα κυβερνητικά χρήματα έρχονται, ένα πρόγραμμα τίθεται σε εφαρμογή, και αφού τελειώσει, τίποτα».
«Το αγροτικό έγκλημα είναι τεράστιο»
Εκτός από δραστηριότητες όπως θεατρικές ομάδες και εργαστήρια ξυλουργικής – χειροποίητα αντικείμενα όπως παγκάκια κήπου πωλούνται για να συγκεντρωθούν χρήματα – στο κέντρο της πόλης, το Rock Foundation λειτουργεί τακτικά τράπεζα τροφίμων, την οποία χρησιμοποιούν έως και 700 άτομα την εβδομάδα, λέει η Hodge, η οποία είναι εξηντάχρονη.
Υπάρχει επίσης ένας χώρος υποστηριζόμενης διαβίωσης του Ιδρύματος Rock Foundation για έως και 12 κατοίκους με μαθησιακές δυσκολίες στη μικρή πόλη Caistor, 12 μίλια από το Grimsby, με ένα καφέ ανοιχτό στο κοινό και ένα περιβόλι σε δέκα στρέμματα γης – αλλά ένα τρακτέρ και εξοπλισμός αξίας χιλιάδων λιρών εκλάπησαν πρόσφατα.
«Το αγροτικό έγκλημα είναι τεράστιο» λέει ο διευθυντής του χώρου, ο Stephen Small, 62 ετών, ο οποίος εργαζόταν στο παρελθόν στο Grimsby και ζει στο κοντινό παραθαλάσσιο θέρετρο Cleethorpes. «Είναι τόσο λυπηρό, αυτό το συναίσθημα ότι το ένα πράγμα χτίζεται πάνω στο άλλο. Πήγα πρόσφατα για ψώνια στο κέντρο του Γκρίμσμπι και ένιωσα άβολα. Υπήρχαν ομάδες εφήβων που τριγυρνούσαν βαριεστημένα. Αλλά ξαφνικά άρχισαν να τραγουδούν και να κάνουν παρκούρ και έπρεπε να χαμογελάσω, πραγματικά».
Παρά αυτό το αμείωτο πνεύμα, η πόλη παραμένει μια ισχυρή υπενθύμιση ότι η βιομηχανική παρακμή έχει αφήσει πίσω της ολόκληρες περιοχές της χώρας.
*Με στοιχεία από thetimes.co.uk
πηγη Πώς είναι να ζεις στις πλουσιότερες και φτωχότερες γειτονιές της Αγγλίας | in.gr