Η θεωρία τουΝιλς Μπορότι δεν υπάρχει αντικειμενική πραγματικότητα και οι αντιρρήσεις τουΑλβέρτου Αϊνστάιν.
Οι δύο πυλώνες της σύγχρονης Φυσικής, η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας, που περιγράφει το πολύ μεγάλο, και η Κβαντομηχανική, που περιγράφει το πολύ μικρό, είναι δύσκολο να κατανοηθούν από τον μέσο πολίτη, επειδή χρησιμοποιούν έννοιες ξένες στην καθημερινή ζωή. Αν όμως είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τον τετραδιάστατο χωροχρόνο, στον οποίο «ζει» η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας, η Κβαντομηχανική παρουσιάζει μια πολύ μεγαλύτερη πρόκληση: Φαίνεται να οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει στον κόσμο γύρω μας αντικειμενική πραγματικότητα!
Η επιστήμη του μικρόκοσμου
Η Κβαντομηχανική είναι η σύγχρονη θεωρία της Φυσικής που περιγράφει τις κινήσεις των σωμάτων του μικρόκοσμου, όπως είναι τα πρωτόνια, τα ηλεκτρόνια και τα φωτόνια. Επί σχεδόν μία εκατονταετία όλα τα πειράματα επιβεβαιώνουν τις θεωρητικές προβλέψεις που επιτυγχάνει η μαθηματική πλευρά της, αλλά η ίδια η θεωρία «πάσχει» από ένα σημαντικό ελάττωμα: Οι φυσικές διεργασίες που περιγράφονται τόσο επιτυχώς από τα μαθηματικά δεν είναι καθόλου προφανείς!
Συγκεκριμένα, η Κβαντομηχανική διαφέρει σημαντικά από την υπόλοιπη Φυσική στο ότι δεν μπορεί να προβλέψει τη θέση ενός σωματιδίου στο μέλλον, αλλά μόνο την πιθανότητα το σωματίδιο αυτό να βρίσκεται στη θέση αυτή. Η διαφορά αυτή μπορεί να φαίνεται, σε πρώτη σκέψη, σαν μικρή λεπτομέρεια χωρίς σημασία, έχει όμως βαθύτατες συνέπειες στον τρόπο με τον οποίο καταλαβαίνουμε ότι «λειτουργεί» ο κόσμος γύρω μας. Καταργεί την αίσθηση που έχουμε από την καθημερινή ζωή ότι οι ίδιες αιτίες έχουν πάντοτε τα ίδια αποτελέσματα. Ας φανταστούμε, για παράδειγμα, ένα πείραμα στο οποίο εκτοξεύουμε ένα ηλεκτρόνιο με την ίδια πάντα ταχύτητα και προς την ίδια πάντα κατεύθυνση. Εστω ότι, θεωρητικά, βρίσκουμε πως το ηλεκτρόνιο έχει πιθανότητα 30% να περάσει από έναν ανιχνευτή. Πώς ελέγχουμε αυτό το αποτέλεσμα; Κάνουμε το πείραμα 100 φορές και, αν διαπιστώσουμε ότι στις 30 το ηλεκτρόνιο πέρασε από αυτόν τον ανιχνευτή, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η θεωρία δουλεύει σωστά. Πώς γίνεται, όμως, ηλεκτρόνια με τις ίδιες αρχικές συνθήκες να ακολουθούν διαφορετικές «διαδρομές»;
Στα μέσα της δεκαετίας του 1920 ο μεγάλος δανός φυσικός Νιλς Μπορ και οι συνεργάτες του κατέληξαν σε μια ερμηνεία του παραπάνω φαινομένου, που έκτοτε έμεινε γνωστή ως ερμηνεία της σχολής της Κοπεγχάγης. Σύμφωνα με την ερμηνεία αυτή, το κάθε ηλεκτρόνιο δεν ακολουθεί μια συγκεκριμένη διαδρομή, αλλά βρίσκεται «κάπου» μεταξύ της διάταξης εκτόξευσης και του ανιχνευτή. Αποκτάει μια συγκεκριμένη θέση μόνο τη στιγμή που ανιχνεύουμε την παρουσία του! Με άλλα λόγια εμείς, με τις μετρήσεις μας, διαμορφώνουμε την εξέλιξη των φυσικών φαινομένων. Το συμπέρασμα αυτό φαίνεται εντελώς παράλογο, κυρίως άμα δοκιμάσουμε να εφαρμόσουμε την ερμηνεία της Κοπεγχάγης σε αντικείμενα πολύ μεγαλύτερα από στοιχειώδη σωματίδια.
Πιο γνωστό σχετικό παράδειγμα είναι το περίφημο παράδοξο της γάτας, που διατύπωσε ο θεμελιωτής της Κβαντομηχανικής Ερβιν Σρέντιγκερ για να δείξει τις αδυναμίες της ερμηνείας της Κοπεγχάγης. Η γάτα βρίσκεται σε ένα κουτί που περιέχει ένα φιαλίδιο με υδροκυάνιο και μια ραδιενεργό ουσία. Αν μια ραδιενεργός ακτίνα «χτυπήσει» το πώμα του φιαλιδίου, το υδροκυάνιο σκορπίζεται στο κουτί και σκοτώνει τη γάτα. Το παράδοξο προκύπτει από το γεγονός ότι, σύμφωνα με τον Μπορ, η γάτα «καταλήγει» να είναι ζωντανή ή πεθαμένη μόνο όταν ανοίξουμε το κουτί!
Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι είτε ζωντανή είτε πεθαμένη, αλλά ότι εμείς δεν γνωρίζουμε τι από τα δύο συμβαίνει μόνο και μόνο επειδή το κουτί είναι κλειστό. Σημαίνει ότι, προτού ανοίξουμε το κουτί, η γάτα είναι «μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας», δηλαδή 50% ζωντανή και 50% πεθαμένη, ενώ η παρατήρησή μας, τη στιγμή που ανοίγουμε το κουτί, την οδηγεί στη ζωή ή στον θάνατο!
Με άλλα λόγια, σύμφωνα με την Κβαντομηχανική, δεν υπάρχει καν αντικειμενική πραγματικότητα, την οποία παρατηρούμε για να κατανοήσουμε τη φύση, αλλά εμείς, με την παρατήρησή μας, δημιουργούμε την πραγματικότητα. Προφανώς αυτό το συμπέρασμα είναι εντελώς παράλογο. Ωστόσο, παρ’ όλο που από τη διατύπωση της ερμηνείας της Κοπεγχάγης έχουν περάσει περίπου 80 χρόνια, δεν έχει βρεθεί καμιά καλύτερη φυσική ερμηνεία των μαθηματικών εξισώσεων της Κβαντομηχανικής, παρ’ όλες τις έως σήμερα προσπάθειες διακεκριμένων φυσικών.
Ενας από τους φυσικούς που δεν ένιωθε «άνετα» με την ερμηνεία της Κοπεγχάγης ήταν ο μεγάλος Αϊνστάιν. Παρ’ ότι ο ίδιος είχε βραβευτεί με το Νομπέλ Φυσικής για την πρώτη επιτυχημένη εφαρμογή της Κβαντομηχανικής, την ερμηνεία του φωτοηλεκτρικού φαινομένου, πίστευε πως η Κβαντομηχανική ήταν μια ατελής θεωρία. Στα συνέδρια εξέφραζε συχνά τη γνώμη του αυτή επιγραμματικά λέγοντας: «Δεν είναι δυνατόν ο Θεός να ρίχνει ζάρια» ή «ο Θεός είναι πολυμήχανος αλλά όχι κακεντρεχής», γεγονός που ανάγκασε μια φορά τον Μπορ να του απαντήσει: «Αϊνστάιν, σταμάτα να λες στον Θεό τι να κάνει». Σε μια συζήτηση που είχε ένα βράδυ με τον μεγάλο μαθηματικό φυσικό Πάσκουαλ Τζόρνταν, ο Αϊνστάιν διερωτήθηκε φωναχτά, κοιτάζοντας τη φωτεινή πανσέληνο: «Αραγε το φεγγάρι είναι στη θέση του όταν δεν το κοιτάζει κανείς;». Και αυτό το «παράδοξο» προκύπτει από την προσπάθεια να εφαρμόσουμε την ερμηνεία της Κοπεγχάγης σε αντικείμενα σημαντικά μεγαλύτερα από ένα ηλεκτρόνιο ή πρωτόνιο.
Η εξήγηση του καθηγητή
Νομίζω ότι την καλύτερη παρουσίαση της παράδοξης φύσης της Κβαντομηχανικής έκανε ο βραβευμένος με το βραβείο Νομπέλ Φυσικής αμερικανός φυσικός Ρίτσαρντ Φάινμαν, στην ομιλία που έδωσε κατά την τελετή απονομής του βραβείου: «Κυρίες και κύριοι, θα προσπαθήσω να σας εξηγήσω όσα διδάσκω στους μεταπτυχιακούς φοιτητές μου. Βασικός σκοπός μου είναι να σας πείσω να μη βαρεθείτε επειδή δεν τα καταλαβαίνετε. Βλέπετε, ούτε και οι φοιτητές μου τα καταλαβαίνουν, ακριβώς επειδή δεν τα καταλαβαίνω ούτε εγώ. Η αλήθεια είναι ότι δεν τα καταλαβαίνει κανείς!».
Η ερμηνεία των πολλαπλών κόσμων
Η ερμηνεία της Κοπεγχάγης, παρ’ ότι έχει ήδη ηλικία 80 ετών, είναι η «φυσική» πλευρά της Κβαντομηχανικής που είναι γενικά αποδεκτή σήμερα και παρουσιάζεται στα σύγχρονα διδακτικά εγχειρίδια. Πρόσφατα όμως εμφανίστηκε και μια νέα ερμηνεία, ακόμη πιο «παράδοξη» από αυτή της Κοπεγχάγης, η ερμηνεία των πολλαπλών κόσμων. Σύμφωνα με αυτή, σε κάθε στιγμή που συμβαίνει ένα γεγονός το οποίο έχει μια κβαντική πιθανότητα να συμβεί ή να μη συμβεί, ο κόσμος «διχάζεται». Στον έναν βρίσκεται ο «παρατηρητής» που βλέπει το γεγονός να συμβαίνει και στον άλλον βρίσκεται ο «παρατηρητής» που βλέπει το γεγονός να μη συμβαίνει. Το «ελάττωμα» αυτής της ερμηνείας είναι ότι προβλέπει την ύπαρξη ενός πολύ μεγάλου αριθμού κόσμων, ίσως άπειρων, γεγονός που είναι δύσκολο να το αποδεχτεί κανείς λογικά.
***************
του Χάρη Βάρβογλη, καθηγητή του Τμήματος Φυσικής του ΑΠΘ. – tovima
Ο Sidney Reilly θεωρείται από πολλούς ως ο μεγαλύτερος κατάσκοπος της ιστορίας. Γεννήθηκε ωςSigmund Georgievich Rosenblum στην Οδησσό της Ρωσίας το 1874 και ήταν μοναχοπαίδι του πλούσιου Εβραίου γαιοκτήμονα Hersh Yakov Rozenblum και τηςPaulina Bramson. Απέκτησε τις βασικές γνώσεις στο σχολείο αλλά κατά κύριο λόγο ήταν αυτοδίδακτος, αφού με την πάροδο των ετών, έμαθε να μιλά τουλάχιστον επτά γλώσσες με άνεση.
Από την Ρωσία έφυγε σε ηλικία 19 ετών, επιβιβαζόμενος σε πλοίο με προορισμό την Βραζιλία, όπου εργάστηκε σε διάφορα επαγγέλματα, μεταξύ των οποίων λαντζέρης, μάγειρας και μπράβος. Εκεί συμμετέχοντας ως μάγειρας σε αποστολή εξερεύνησης της ζούγκλας, όταν η ομάδα δέχθηκε επίθεση από ιθαγενείς, ο Reilly πυροβολώντας τους απώθησε, σώζοντας τα μέλη της ομάδας. Οι εξερευνητές από ευγνωμοσύνη προσκάλεσαν τον Reilly να επιστρέψει μαζί τους στην Αγγλία και όντας εντυπωσιασμένοι από τις γλωσσικές δεξιότητές του, τον συνέστησαν στις υπηρεσίες πληροφοριών.
Αφού εκπαιδεύτηκε στην κατασκοπεία αποστέλλεται από τους Βρετανούς στην Ρωσία για συλλογή πληροφοριών και όταν ολοκλήρωσε με επιτυχία την αποστολή του αποκτά μόνιμη θέση στο British Naval Intelligence Department (N.I.D Βρετανικό Ναυτικό Τμήμα Πληροφοριών).
Υπήρξε πολύ δημοφιλής στο γυναικείο φύλο έχοντας συνάψει πολλές σχέσεις στο ενεργητικό του. Είχε μια σύντομη σχέση με την γνωστή συγγραφέα Ethel Voynick, ενώ αργότερα ξεκίνησε μια άλλη με τηνMargaret Callahan, νεαρή σύζυγο του ΑιδεσιμότατουHugh Thomas. Ο Reilly γνώρισε τον Αιδεσιμότατο παρέχοντας συμβουλές για θεραπευτικές αγωγές σχετικά με τα νεφρά του. Όταν ο Thomas βρέθηκε νεκρός στο δωμάτιό του στο ξενοδοχείο Newhaven Harbor Station κάποιος γιατρός με το όνομα T.W.Andrew ο οποίος έμοιαζε με τον Reilly, πιστοποίησε ως αίτιο θανάτου την γρίπη με αποτέλεσμα να μην γίνει νεκροψία. Παρά το γεγονός ότι εκείνη την περίοδο δεν υπήρχε γιατρός με αυτό το όνομα στην Μεγάλη Βρετανία, η σύζυγος του Αιδεσιμότατου κληρονόμησε περίπου 800.000 λίρες στερλίνες και ο Reilly την παντρεύτηκε στις 22 Αυγούστου 1898. Έκτοτε αλλάζει το όνομά του σε Sidney George Reilly και αποκτά την Βρετανική ιθαγένεια.
Ο Reilly ως κατάσκοπος είχε έμφυτη κλίση, ήταν ψυχρός, εφευρετικός και τολμηρός. Όντας εξπέρ στις μεταμφιέσεις, διέθετε αξιόλογες υποκριτικές ικανότητες, γεγονός που του επέτρεπε να προσποιείται οιοδήποτε πρόσωπο, ενώ ταυτόχρονα είχε αυτοπεποίθηση και γενναιότητα, στοιχεία που του επέτρεπαν να αναλαμβάνει τις πιο επικίνδυνες και αδύνατες αποστολές.
Στην διάθεσή του υπήρχαν τραπεζικοί λογαριασμοί για δωροδοκίες – αμοιβές πληροφοριοδοτών, ενώ ταυτόχρονα εισέπραττε παχυλό μισθό, στοιχεία που του επέτρεπαν να απολαμβάνει πολυτελή διαβίωση και να συναναστρέφεται με όμορφες γυναίκες χρησιμοποιώντας την γοητεία του για να αποσπά πολύτιμες πληροφορίες. Λέγεται δε ότι είχε τόσο πολλές συντρόφους όσα και τα διαβατήρια που κατείχε (τα οποία ήταν πολυάριθμα).
Ενώ υπηρετούσε τις Βρετανικές μυστικές υπηρεσίες, η αληθινή αφοσίωση του Reilly ήταν στον εαυτό του και στον τραπεζικό του λογαριασμό. Ήταν ικανός να μεταβεί οπουδήποτε προκειμένου να φέρει σε πέρας την πιο επικίνδυνη αποστολή αρκεί να ενίσχυε τη θέση του, έναντι των ανωτέρων του οι οποίοι τον θεωρούσαν αναντικατάστατο. Ειδικά η προθυμία του να διακινδυνεύει τη ζωή του τον έκανε μοναδικό έναντι των άλλων πρακτόρων της N.I.D, αλλά και η αδυναμία του στα χρήματα αποτελούσε το δόλωμα της Ν.Ι.D για να του αναθέτει τις πλέον απίθανες αποστολές.
Δράση
Όταν εστάλη το 1899 από την N.I.D στην Ολλανδία κατά τη διάρκεια του Πολέμου των Μπόερ, προκειμένου να συλλέξει πληροφορίες για τις αποστολές όπλων στην Νότιο Αφρική, εμφανίζεται ως Ρώσος έμπορος όπλων κατορθώνοντας να εισχωρήσει σε αρκετές Ολλανδικές εγκαταστάσεις διακίνησης οπλισμού, με αποτέλεσμα να στεφθεί η αποστολή του με απόλυτη επιτυχία εντυπωσιάζοντας τους ανωτέρους του. Έχοντας παρόμοιες επιτυχίες και σε άλλες αποστολές σε σύντομο χρονικό διάστημα αναδεικνύεται σε κορυφαίο πράκτορα της N.I.D.
Το 1904 το Βρετανικό Ναυτικό Συμβούλιο εξέταζε την δυνατότητα αντικατάστασης του άνθρακα από το πετρέλαιο ως βασικό καύσιμο για το Βασιλικό Ναυτικό. Κατά την διάρκεια της έρευνας, προέκυψε ότι ένας Αυστραλός μηχανικός ονόματι William Knox D’Arcy – ο οποίος ίδρυσε την Αγγλο-Περσική Εταιρεία Πετρελαίου (AP.O.C) – είχε εξασφαλίσει από τον ΣάχηMozaffar al-Din Shah Qajar έγκριση εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων πετρελαίου νότια της Περσίας. Ο D’Arcy διαπραγματευόταν επίσης μια ανάλογη έγκριση από την Οθωμανική Αυτοκρατορία για τα δικαιώματα πετρελαίου στην Μεσοποταμία. Το Ναυτικό Συμβούλιο προσπάθησε να προσεγγίσει τον D’Arcy προκειμένου να πουλήσει τα δικαιώματα πετρελαίου στην Βρετανική κυβέρνηση αντί στην Γαλλικών συμφερόντων εταιρείαRothschild.
Ο Reilly, κατόπιν αιτήματος του Ναυτικού Συμβουλίου, εντοπίζει τον D’Arcy στις Κάννες της Γαλλίας όπου τον προσεγγίζει ως καθολικός ιερέας και με πρόσχημα δωρεές για θρησκευτικούς – φιλανθρωπικούς λόγους συναντάται μαζί του αρκετές φορές στο γιοτ του Rothschild, όπου κάποια στιγμή τον ενημερώνει εμπιστευτικά ότι οι Βρετανοί θα μπορούσαν να του εξασφαλίσουν μια καλύτερη οικονομική συμφωνία. Ο D’Arcy σταματά αμέσως τις διαπραγματεύσεις με τους Rothschilds και επιστρέφει στο Λονδίνο για να συναντηθεί με το Βρετανικό Ναυτικό Συμβούλιο. Ωστόσο, ο συγγραφέας Andrew Cook αμφισβητεί την εμπλοκή συμμετοχή του Reilly στην υπόθεση D’Arcy αφού τον Φεβρουάριο του 1904, ο Reilly βρισκόταν στο Port Arthur της Μαντζουρίας.
Αν και η έκταση της συμμετοχής του Reilly στο συγκεκριμένο περιστατικό είναι αβέβαιη, έχει εξακριβωθεί ότι μετά το συμβάν έμενε στην Γαλλική Ριβιέρα στην Κυανή Ακτή, πολύ κοντά στο γιοτ Rothschild.
Το 1904 εστάλη στην Κίνα στο Port Arthur της Μαντζουρίας, μια ναυτική βάση του Ρωσικού στόλου της Άπω Ανατολής. Συνοδευόμενος από την σύζυγό του, του διατέθηκε ένας τεράστιος τραπεζικός λογαριασμός, με τα χρήματα του οποίου αγόρασε μια μικρή εταιρεία ξυλείας καθώς και μια Δανική εταιρεία (στην οποία διετέλεσε διευθυντής). Στην πραγματικότητα, αυτά ήταν κάλυψη για την πραγματική του αποστολή, να κατασκοπεύει τις Ρωσικές κινήσεις στο Port Arthur. Ο Reilly παρακολούθησε και κατέγραψε τις θέσεις και τα χρονοδιαγράμματα των Ρωσικών πολεμικών πλοίων, εκτιμήσεις του εξοπλισμού, των πληρωμάτων και των δυνατοτήτων τους, καθώς και σχεδιαγράμματα του λιμένα και των πλοίων. Ο Reilly απέστειλε αυτές τις πληροφορίες στην Αγγλία, αλλά ορισμένοι εκτιμούν ότι ταυτόχρονα είχε οικονομικές συναλλαγές με Ρώσους και Ιάπωνες αξιωματικούς.
Το 1909 εντάσσεται στην Secret Ιntelligence Service/Μυστική Υπηρεσία Πληροφοριών (S.I.S αργότερα γνωστή ως MΙ6) όπου υπηρέτησε υπό τον ΠλοίαρχοMansfield Smith – Cumming. Παρόλο που S.I.S και N.I.D ήταν ικανοποιημένες με τις ικανότητες και τα αποτελέσματα του Reilly, ο Smith έλεγε γι’ αυτόν: «Είναι ένας άνδρας με αδάμαστο θάρρος, ιδιοφυής ως πράκτορας, αλλά ταυτόχρονα τόσο επικίνδυνος που ουδέποτε θα μπορούσα να εμπιστευθώ πλήρως».
Το 1909 στάλθηκε στο Έσσεν της Γερμανίας για να παρακολουθήσει την τεράστια ανάπτυξη της Γερμανικής πολεμικής μηχανής. Εκεί υιοθέτησε κάλυψη με το όνομα Karl Khan εργαζόμενος ως συγκολλητής στο ναυπηγείο Βαλτικής της εταιρείας Krupp. Σκοπός του αρχικά ήταν η φωτογράφιση του εργοστασίου και της γραμμής παραγωγής, αλλά σύντομα διαπιστώνει ότι δεν μπορούσε να πάρει φωτογραφίες των εγκαταστάσεων και το γραφείο σχεδίασης φρουρείτο κατά την διάρκεια της ημέρας. Αλλάζοντας σχεδιασμό προσφέρεται εθελοντικά να ενταχθεί στην νυχτερινή βάρδια της πυροσβεστικής υπηρεσίας και μερικές νύχτες αργότερα, εξουδετερώνει τον υπεύθυνο νυχτερινής ασφάλειας και έναν ακόμη αξιωματικό, αποκτώντας έτσι πρόσβαση στο γραφείο. Στην ουσία, αντί να ασχοληθεί με την φωτογράφηση των σχεδίων, τα κλέβει, επιβιβάζεται σε ένα τρένο και κατόπιν σε βάρκα αποφεύγοντας τους Γερμανούς πράκτορες και επιστρέφει στην Αγγλία.
Με την Αγγλία να ενδιαφέρεται για τις ναυτικές και στρατιωτικές δυνατότητες της Γερμανίας, ο Reilly το 1912 μεταβαίνει στη Ρωσία όπου εμφανίζεται ως έμπορος όπλων. Πιστεύοντας ότι η εναέρια αναγνώριση ήταν η καλύτερη μέθοδος για να δει και να εκτιμήσει την δύναμη του Γερμανικού στόλου, χρησιμοποιεί τον τραπεζικό του λογαριασμό προκειμένου να υποστηρίξει αεραθλητικούς αγώνες για τους Ρώσους αεροπόρους. Αυτή η κίνηση του εξασφαλίζει μία θέση στην κοινωνική ελίτ και του δίνει την δυνατότητα να πετά πάνω από περιοχές της Βαλτικής Θάλασσας, φωτογραφίζοντας τα Γερμανικά πλοία. Μέσω κοινωνικών σχέσεων, γνωρίζει κάποιον ονόματι Massino, ο οποίος ήταν βοηθός του Ρώσου υπουργού Ναυτικών. Ο Reilly γοητεύει την σύζυγο του Massino, Nadine, η οποία του αποκαλύπτει ότι η Γερμανική εταιρεία, Blohm & Voss, επιδιώκει να κερδίσει τις συμβάσεις για την ναυπήγηση του Ρωσικού στόλου. Ο Reilly αγοράζει μια μικρή εταιρεία (Mendrochovich & Lubersky) και πείθει τον Massino να μεσολαβήσει στην Blohm & Voss προκειμένου να επιλέξει την εταιρεία του ως αντιπρόσωπο της Αγίας Πετρούπολης. Μετά την ανάθεση των συμβάσεων για την ανακατασκευή του Ρωσικού στόλου, οι Blohm & Vos αποστέλλουν αντίγραφα των σχεδίων τους στην επιχείρηση του Reilly, τα οποία βασίζονταν στο Γερμανικό στόλο. Αυτός προωθεί τα σχέδια στο Ρωσικό υπουργείο Ναυτιλίας και ταυτόχρονα αποστέλλει πλήρες αντίγραφο στην Αγγλία.
Με την ολοκλήρωση της αποστολής καταλήγει σε συμφωνία με το S.I.S, ώστε να κρατήσει τα κέρδη που αποκόμισε μέσω των επιχειρήσεων «κάλυψης». Σημειωτέον ότι ο Reilly έγινε πολύ πλούσιος μέσω των αποστολών που χρηματοδοτούνταν από το S.I.S.
Παραμένει στην Ρωσία, ζώντας πολυτελή ζωή και απολαμβάνοντας κοινωνική καταξίωση. Αγοράζει ένα μικρό παλάτι όπου στεγάζει την Nadine Massino και άλλες όμορφες γυναίκες, ενώ ταυτόχρονα διοχετεύει πληροφορίες στις Ρωσικές εφημερίδες ισχυριζόμενος ότι η σύζυγός του Μαργαρίτα είχε πεθάνει σε δυστύχημα τρένου. Αργότερα καταβάλλει στον Massino ένα μεγάλο χρηματικό ποσό προκειμένου να χωρίσει την Nadine, την οποία παντρεύεται στην Νέα Υόρκη το 1916. Ο Reilly εργάστηκε για την Ρωσία αγοράζοντας όπλα για λογαριασμό της από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ιαπωνία.
Τον Απρίλιο του 1918 του ανατίθεται νέα αποστολή με εντολή του Βρετανού Πρωθυπουργού David Lloyd George. Με την Ρωσική κυβέρνηση κατακερματισμένη (μετά την ανατροπή του Τσάρου Νικολάου) ο Alexander Kerensky αναλαμβάνει καθήκοντα πρωθυπουργού προσπαθώντας να κρατήσει τους Ρώσους στον 1οΠαγκόσμιο Πόλεμο. Τελικά, οι Μπολσεβίκοι υπό την ηγεσία του Βλαντιμίρ Λένιν ανατρέπουν την Ρωσική κυβέρνηση και υπογράφουν το 1918 συνθήκη ειρήνης με τους Γερμανούς. Ο Reilly, σε συνεργασία με τονRobert Bruce Lockhart, τον Βρετανό σύμβουλο στη Ρωσία, σχεδιάζει να ανατρέψει την Ρωσική κυβέρνηση (Μπολσεβίκικη) ώστε να επανέλθει η Ρωσία στον πόλεμο και προς τούτο σκόπευε να δολοφονήσει τονΛένιν, δωροδοκώντας δύο από τους σωματοφύλακες του οι οποίοι συμφώνησαν να τον βοηθήσουν. Παράλληλα εργάσθηκε για την ενοποίηση των αντιφρονούντων προκειμένου να συμμετάσχουν στην συνωμοσία και συνέταξε λίστα Ρώσων στρατιωτικών ηγετών για να αναλάβουν την εξουσία μετά την πτώση της κυβέρνησης των Μπολσεβίκων. Η δολοφονία θα γινόταν το πρώτο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου, κατά την διάρκεια της συνεδρίασης του Συμβουλίου των Λαϊκών Κομισάριων υπό τον Λένιν στο θέατρο Μπολσόι.
Συμβαίνει όμως ένα αναπάντεχο γεγονός το οποίο ματαιώνει τα σχέδια του Rilley. Στις 30 Αυγούστου 1918, ο Λένιν μιλούσε στο Hammer & Sickle, ένα εργοστάσιο όπλων της Michelson στην νότια Μόσχα. Μετά την ομιλία καθώς αναχωρούσε και πριν εισέλθει στο αυτοκίνητό του, η σοσιαλίστρια Fannya Efimovna Kaplan τον καλεί και όταν ο Λένιν στρέφεται προς αυτήν, τον πυροβολεί τρεις βολές με ένα πιστόλι Browning. Η μια σφαίρα διαπερνά το παλτό του χωρίς να τον τραυματίσει, ενώ οι άλλες δύο τον χτυπούν η μία στον αριστερό πνεύμονα και η άλλη στον αριστερό ώμο.
Ο Λένιν επιστρέφει στην Μόσχα και φοβούμενος άλλες απόπειρες αρνείται να εγκαταλείψει την ασφάλεια του Κρεμλίνου για να λάβει ιατρική φροντίδα. Οι θεράποντες ιατροί μεταβαίνουν στο Κρεμλίνο, αλλά αδυνατούν να αφαιρέσουν τις σφαίρες χωρίς νοσοκομειακή υποστήριξη. Τελικά παρά την σοβαρότητα των τραυματισμών, ο Λένιν επέζησε, αλλά η υγεία του ουδέποτε ανέκαμψε πλήρως από την επίθεση και εκτιμάται ότι οι σφαίρες προκάλεσαν τα εγκεφαλικά επεισόδια από τα οποία τελικά πέθανε το 1924. Μετά την απόπειρα η «Cheka/Τσεκά» (μυστική υπηρεσία των Μπολσεβίκων) εξαπολύει πογκρόμ συλλήψεων και η επιχείρηση του Reilly ματαιώνεται.
Κατά την διάρκεια των ερευνών οι Μπολσεβίκοι ανέκριναν τους δύο σωματοφύλακες που είχε δωροδοκήσει ο Reilly, οι οποίοι συνεργάστηκαν και αποκάλυψαν τα ονόματα του Reilly και του Lockhart. Ο Reilly τελικά δραπέτευσε την τελευταία στιγμή επιβιβαζόμενος σε Ολλανδική φορτηγίδα, αλλά καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο για συνωμοσία κατά της κυβέρνησης και κατά της ζωής του Βλαντιμίρ Λένιν.
Ο Robert Lockhart συνελήφθη και ανακρίθηκε, αλλά αργότερα ανταλλάχθηκε με έναν Σοβιετικό διπλωμάτη, ονόματι Litvinov, ο οποίος είχε συλληφθεί στο Λονδίνο ως αντίποινα. Ο Lockhart έγραψε ένα άρθρο μετά την απελευθέρωσή του, στην οποία εξήρε τον Reilly αφηγούμενος μια συναρπαστική ιστορία για την προσπάθειά τους να υποκινήσουν πραξικόπημα στη Ρωσία. Το άρθρο έδωσε στον Reilly την αύρα του κατασκόπου θρύλου, μια εικόνα που διατηρείται μέχρι σήμερα.
Παρά την αποτυχία, την απόδραση και την θανατική καταδίκη, ο Reilly ήταν πεπεισμένος ότι μπορούσε ακόμα να εξουδετερώσει τον Λένιν και να ανατρέψει την κυβέρνηση, ζητώντας από τον Smith-Cumming να τον αφήσει να επιστρέψει στην Ρωσία, αλλά ο επικεφαλής του S.I.S αρνήθηκε. Ο Reilly τότε προσπάθησε να ολοκληρώσει μόνος του την αποστολή.
Συμμάχησε με τον αντικομμουνιστή Boris Savinkov, επικεφαλής της επαναστατικής οργάνωσης «Ένωση για την Άμυνα της Πατρίδας και της Ελευθερίας» ο οποίος είχε συγκροτήσει στράτευμα από 30.000 άνδρες, αλλά ηττήθηκε από τις κυβερνητικές δυνάμεις πριν κατευθυνθεί στην ενδοχώρα. Παρ’ όλα αυτά, οSavinkov συνεργάζεται με την «αντικαθεστωτική»Ένωση Μοναρχίας της Κεντρικής Ρωσίας στο Παρίσι η οποία δέχεται να χρηματοδοτήσει την αντεπανάστασή του και τον στέλνει στην Ρωσία για να συναντηθεί με τους κρυφούς υποστηρικτές της οργάνωσης.
Στην πραγματικότητα, η «Ένωση Μοναρχίας της Κεντρικής Ρωσίας» ήταν μια οργάνωση «βιτρίνα» που δημιουργήθηκε από Feliks Dzerzhinsky επικεφαλής της μυστικής υπηρεσίας O.G.P.U/ОГПУ (Συμβούλιο των Λαϊκών Επιτροπών – διάδοχος της Τσεκά) με την κωδική ονομασία «Trust/Εμπιστοσύνη». Ο Reily εντάσσεται στα μέλη της οργάνωσης και αναχωρεί για την Ρωσία προκειμένου να συναντηθεί με τους ηγέτες της. Στις 27 Φεβρουαρίου 1925 μετά την διέλευση των Φινλανδικών συνόρων, συλλαμβάνεται και μεταφέρεται στην φυλακή Lubyanka όπου ανακρίνεται και του ανακοινώνεται η θανατική καταδίκη. Ο Reilly, σύμφωνα με Σοβιετικές αναφορές, προσπάθησε να συνδιαλλαγεί με τον Dzerzhinsky, αποκαλύπτοντας απόρρητες Βρετανικές και Αμερικανικές πληροφορίες σε αντάλλαγμα για τη ζωή του………..αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Εκτελέστηκε στις 5 Νοεμβρίου 1925 έξω από τη Μόσχα και τάφηκε σε ανώνυμο μνήμα.
Επιμύθιο
Η ζωή του Reilly υπήρξε εξίσου συναρπαστική με αυτήν του James Bond, αφού περιλάμβανε περιπέτεια, απίθανες αποδράσεις, κομψά ρούχα, δολοπλοκίες, όμορφες γυναίκες, γρήγορα αυτοκίνητα, άφθονη δράση και πολυτέλεια. Ο Reilly ήταν εφευρετικός, παράτολμος, τυχοδιώκτης, αδίστακτος και γενικά διέθετε όλα τα προσόντα ενός υπερ κατασκόπου. Υπήρξε πηγή έμπνευσης για τον Ian Fleming στην δημιουργία του James Bond από τις αφηγήσεις του Robert Lockhart. Αυτός όμως ο προικισμένος κατάσκοπος, ο «Άσσος των κατασκόπων», έχασε την ζωή του ως θύμα επιχείρησης με την κωδική ονομασία «Εμπιστοσύνη».