Βγάζοντας χρήματα από το τίποτα
Η πρώτη φορά που δημιουργήθηκε σύγχυση με τη φαινομενική ομοιότητα των ονομάτων δύο τόσο έντονα διαφορετικών περιοχών, ήταν όταν τις πρώτες μέρες ακόμα στο Λονδίνο, έγραψα με λευκή κιμωλία στον μαυροπίνακα του ανοιχτού ψυγείου του The Life Goddess, στη Store street: Kaseri Sohou.
Προέκυψε, όπως ήταν αναμενόμενο, η πρώτη ερώτηση ενός συμπαθέστατου Λονδρέζου, αν αυτό το νοστιμότατο γαλακτοκομικό προϊόν παράγεται λίγα μέτρα πιο κάτω στο Soho. Η απάντησή μου, μέσα στο κλίμα του δημοφιλούς βρετανικού χιούμορ, ήταν «όχι, εξ όσων γνωρίζω, το μόνο που παράγει το Soho είναι σκουπίδια. Και το κάνει με μεγάλη επιτυχία».
Σε αντίθεση, του εξήγησα, αυτή η ορεινή περιοχή που βρίσκεται τόσο κοντά αλλά και τόσο μακριά στη Θεσσαλονίκη, που η μοίρα της έλαχε να μοιάζει τόσο πολύ «ονομαστικά» με το πιο ζωντανό «διασκεδαστικά» κομμάτι του Λονδίνου, παράγει τόσα μα τόσα καλούδια.
Μεταξύ αυτών είναι το φημισμένο κασέρι Σοχού, το κατσικίσιο τυρί Σοχού μοναδικής γεύσης, την άγρια ρήγανι, τα αρωματικά, το μέλι, κρασιά και πόσα άλλα καλούδια.
Το βασικό θέμα που προκύπτει, όταν κάθομαι να αναλογιστώ, πώς κατάφεραν οι Βρετανοί να βγάλουν χρήματα από το τίποτα, πάντα στο μυαλό μού έρχεται ο τηλεφωνικός τους θάλαμος. Τι να πει κανείς και πόσο να θαυμάσει, market wise, αυτούς που πετύχανε να αναγάγουν σε παγκόσμιο tourist icon, ένα κόκκινο κουτί τηλεφωνικού θαλάμου και να πουλιέται αυτό σε εκατομμύρια αντίγραφα παγκοσμίως.
Είναι τόσο μεγάλη η επιτυχία, μάλιστα, που μπορείς να το βρεις, ως σουβενίρ, ακόμα και στη Μεσογειακή Μάλτα. Το ίδιο θα μπορούσα να ισχυριστώ και για το χαρακτηριστικό κόκκινο λεωφορείο και πόσα άλλα βρετανικά παραδείγματα.
Είναι πολύ ξεκάθαρο το συμπέρασμα που προκύπτει όταν κανείς αναλογίζεται τη δύναμη του μάρκετινγκ. Γιατί περί αυτού πρόκειται. Ούτε ότι το Big Ben είναι πιο όμορφο από τον Παρθενώνα, ούτε ότι το London Eye είναι πιο εντυπωσιακό από τα εγκαταλελειμμένα και ακριβοπληρωμένα έργα των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας.
Το θέμα είναι ΠΩΣ πουλάς αυτό, που ο άλλος αγοράζει.
Θέλουμε να «πουλάμε» την Ελλάδα, ως την ηλιόλουστη χώρα με τη μοναδική φιλοξενία, την ειλικρινή διάθεση για εξυπηρέτηση ή τους μόνιμα διαμαρτυρόμενους μπαταχτσήδες Ευρωπαίους. Αυτόν που περνάει δύσκολα όλοι τον συμπαθούν και προσπαθούν να τον στηρίξουν. Αυτός όμως, που το μυαλό του έχει στην παγαποντιά, δεν νομίζω να έχει την ίδια ανταπόκριση.
Με την καθημερινή επαφή τις μέρες που βρίσκομαι στο Λονδίνο για δουλειά, ένα μου έγινε βίωμα: δεν έχει σημασία τι πουλάς αλλά ΠΩΣ το πουλάς και ΠΩΣ το υποστηρίζεις. Ας μάθουμε λοιπόν πως η χώρα μας, χώρα γαρ τουριστική, πρέπει να βελτιώσει το marketing που τη χαρακτηρίζει.
Αν φανταστούμε πως από μόνη της πουλάει τόσο, τι μπορεί να κάνει όταν το κάνει σωστά.
@Νίκος Νυφούδης