Translate

Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2017

Vilfredo Pareto: Πρωτοπόρος κι Αντικρατιστής



«Άριστο Κριτήριο»
Το κατά Pareto κριτήριο 
Είναι εκείνο κατά το οποίο, μία μεταβολή στην τιμή ή στην ποσότητα βελτιώνει τη θέση κάποιου χωρίς όμως παράλληλα να χειροτερεύει τη θέση κάποιου άλλου. Με λίγα λόγια το κατά Pareto κριτήριο μας βεβαιώνει ότι έχουμε βελτίωση της κοινωνικής ευημερίας στο σύνολό της αφού έχουμε την καλυτέρευση ενός ατόμου ή μιας ομάδας ατόμων χωρίς να χειροτερεύει η θέση κανενός άλλου.
Η αποτελεσματικότητα είναι ένα δεοντολογικό κριτήριο που χρησιμοποιούμε για να αξιολογούμε τις επιδράσεις που έχει η χρήση των πόρων στην ευημερία των ατόμων. Το κριτήριο της αποτελεσματικότητας ικανοποιείται όταν οι πόροι χρησιμοποιούνται, μέσα σε μια ορισμένη χρονική περίοδο, με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι αδύνατο να βελτιωθεί η ευημερία κάποιου ατόμου χωρίς να μειωθεί η ευημερία κάποιου άλλου. Το κριτήριο αυτό διατυπώθηκε από το μεγάλο Ιταλό οικονομολόγο και κοινωνιολόγο Vilfredo Pareto (1848-1923) και είναι γνωστό και ως κριτήριο της αριστοποίησης κατά Pareto. Το κριτήριο αυτό μας διευκολύνει να αποφύγουμε ένα από τα “άλυτα” προβλήματα των οικονομικών της ευημερίας, εκείνο που αναφέρεται στο θέμα της διαπροσωπικής σύγκρισης της ευημερίας.
Το κριτήριο του Pareto χαρακτηρίζεται από έντονο ατομικισμό, αφού μόνο το ίδιο το άτομο μπορεί να κρίνει αν μια κατάσταση είναι “καλλίτερη” ή “χειρότερη”. Εάν κατά τη δική του κρίση, το άτομο είναι καλύτερα, λόγω αναδιανομής πόρων και κανένα άλλο άτομο δεν δηλώνει χειρότερα, τότε λέμε ότι έχουμε βελτίωση κατά Pareto. Η αποδοχή του κριτηρίου αυτού σημαίνει και την αποδοχή μιας σειράς αξιολογικών κρίσεων, όπως αυτές που αναφέρει ο Nath (1969):
1) Το άτομο είναι η βασική μονάδα της οικονομικής ανάλυσης και η ευημερία του εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από το δικό του εισόδημα, το δικό του πλούτο, το δικό του διαθέσιμο χρόνο.
2) Το άτομο είναι ο καλύτερος κριτής της δικής του ευημερίας.
3) Η βελτίωση της θέσης ενός ατόμου είναι αποδεκτή, μόνο όταν η θέση κανενός άλλου ατόμου δεν χειροτερεύει.
Οι πιο πάνω αξιολογικές κρίσεις υποδηλώνουν ότι η κοινωνία μπορεί να αναλυθεί επαρκώς κατά τρόπο μη οργανικό, δηλαδή ως εάν η κοινωνία να είναι απλά και μόνο το άθροισμα των ατόμων που την αποτελούν και τίποτα περισσότερο. Η έννοια του κράτους ως κάτι διαφορετικού από τα άτομα που το αποτελούν δεν αναγνωρίζεται και η ύπαρξη οργανωμένων και πολλές φορές συγκρουόμενων συμφερόντων αγνοείται.
Από τα πιο πάνω γίνεται φανερό ότι ο ορισμός της αποτελεσματικότητας κατά Pareto είναι αρκετά περιοριστικός και πολύ ‘συντηρητικός’, αφού με βάση τον ορισμό αυτό η άσκηση οικονομικής πολιτικής είναι πρακτικά αδύνατη. Παρά τις μεγάλες του αδυναμίες όμως, ο ορισμός αυτός είναι ιδιαίτερα ελκυστικός στους οικονομολόγους και πολύ χρήσιμος, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών.
Η κατά Pareto αποτελεσματικότητα, θεωρείται συνήθως ότι είναι μια απαραίτητη προϋπόθεση όταν μελετάμε την ευημερία που φέρνει ένας συγκεκριμένος μηχανισμός. Αυτό, γιατί προφανώς και ανεξαρτήτως ιδεολογίας, είναι καλό πρώτα να μεγιστοποιείται η πίτα, πριν καθορίσουμε πώς θα μοιραστεί. Ένας μηχανισμός που αποτυγχάνει να την μεγιστοποιήσει είναι λοιπόν υποδεέστερος ενός μηχανισμού που προσφέρει το μέγιστο αποτέλεσμα με τις δεδομένες πρώτες ύλες.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η κατά Pareto αποτελεσματικότητα είναι και επαρκής προϋπόθεση. Σκεφτείτε για παράδειγμα μια οικονομία ανταλλαγής (δηλ. χωρίς παραγωγή) με δύο ανθρώπους και δύο αγαθά. Αν τα αγαθά είναι επιθυμητά και στους δύο ανθρώπους, τότε οι κατά Pareto αποτελεσματικές κατανομές βρίσκονται σε όλα τα σημεία που εφάπτονται ακριβώς οι καμπύλες αδιαφορίας των δυο ανθρώπων. Αυτό σημαίνει ότι και η θέση, στην οποία ο ένας κατέχει όλα τα αγαθά και ο άλλος κανένα, είναι επίσης αποτελεσματική κατά Pareto! Ας σημειωθεί, τέλος, ότι υπάρχουν και άλλες έννοιες αποτελεσματικότητας όπως Χ-αποτελεσματικός, όταν εξαντλούνται τα τεχνικά περιθώρια παραγωγής με τα υλικά που έχουμε.
Πολλές εταιρείες παγκοσμίως, δαπανούν χρήματα προκειμένου να αυξήσουν την παραγωγικότητα των εργαζομένων και οι επιχειρηματίες εργάζονται από το χάραμα μέχρι το σούρουπο προκειμένου να συνεχίσει η επιχείρησή τους την κερδοφόρο και ανοδική πορεία της. Ένας νεαρός επιχειρηματίας από τις ΗΠΑ, όμως, έθεσε σε εφαρμογή τη θεωρία που διδάσκεται στα πανεπιστήμια και ουδέποτε χρησιμοποιείται παρά μόνο για να λυθούν οι ασκήσεις σε ένα διαγώνισμα.
Είναι ιδιοκτήτης μιας επιχείρησης με συμπληρώματα διατροφής για αθλητές με έδρα το San Jose της California και εξυπηρετεί πελάτες σε όλο τον κόσμο. Το αποτέλεσμα, όπως αναφέρει ο ίδιος με άρθρο του στο περιοδικό Fortune Small Business, ήταν εντυπωσιακό. Σύμφωνα με μια απλοϊκή διατύπωση του νόμου του γαλλο-ιταλού κοινωνιολόγου, οικονομολόγου και φιλοσόφου Vilfredo Pareto, το 80% του εισοδήματος σε μια κοινωνία, παράγεται και ανήκει στο 20% του πληθυσμού. Ο νεαρός επιχειρηματίας πήρε τοις μετρητοίς το θεώρημα του Pareto και σύντομα διαπίστωσε ότι από τους 120 πελάτες χονδρικής που εξυπηρετούσε σε όλο τον κόσμο, μόλις 5 πραγματοποιούσαν το 95% του τζίρου του.
Η σοκαριστική αυτή διαπίστωση τον οδήγησε σε απλές και αποτελεσματικές κινήσεις που όπως δηλώνει έχουν αλλάξει τη ζωή του για πάντα. Μια ζωή που μέχρι τότε αναλωνόταν στο σύνολό της σε μια επιχείρηση, χωρίς καθόλου χρόνο για τους οικείους του, χωρίς καθόλου χρόνο για τον εαυτό του και με μεγάλο κίνδυνο για την υγεία του εξαιτίας του άγχους που του προκαλούσε η συνεχής επαφή του με την εργασία του, 15 ώρες την ημέρα, 7 ημέρες την εβδομάδα χωρίς καθόλου άδεια.
Ο ίδιος σταμάτησε να επικοινωνεί με τους πελάτες και να τους πιέζει να παραγγείλουν προϊόντα. Διαπίστωσε ότι οι 5 μεγάλοι πελάτες συνέχισαν τις παραγγελίες κανονικά. Οι υπόλοιποι συνέχισαν επίσης να παραγγέλνουν χωρίς τη δική του πίεση, ενώ μερικοί που παράγγελναν σπάνια σταμάτησαν. Γλίτωσε χρόνο και χρήμα που δαπανούσε για τηλέφωνα και φαξ σε πελάτες σε όλη την υφήλιο. Περιόρισε επίσης την ενασχόλησή του με το αντικείμενο της εργασίας του. Ασχολείται μόνο με σημαντικά θέματα και δεν ενδιαφέρεται να δείχνει πολυάσχολος.
Ενδιαφέρεται να είναι παραγωγικός
Αποφεύγει τα meetings εκτός και αν πρόκειται να λάβει κάποια απόφαση. Ακόμη και τότε ο χρόνος που δαπανά δεν είναι περισσότερος από 30 λεπτά. Αποφάσισε να σταματήσει την εξυπηρέτηση πελατών και να χρησιμοποιήσει τη μέθοδο του outsourcing. Ξαφνικά διαπίστωσε ότι η συντριπτική πλειοψηφία των αιτημάτων (e-mails και τηλέφωνα) αφορούσαν πολύ απλά προβλήματα που όμως του έτρωγαν σημαντικό χρόνο από την ημέρα του. Έδωσε δικαίωμα στην εταιρεία διαχείρισης του customer service να λύνει μόνη της τα προβλήματα που κοστίζουν λιγότερο από $100. Αποτέλεσμα, γλίτωσε περισσότερες από 100 εργατοώρες το μήνα, και οι επιστροφές προϊόντων περιορίστηκαν σε λιγότερο από 3% έναντι 10-15% πριν.
Το ίδιο έκανε και με τα τηλεφωνήματά του ή το e-mail του. Ανέθεσε σε άλλους τη διαχείριση. Με $4-10 την ώρα υπάρχουν εταιρείες με έδρα την Ινδία ή την Ιρλανδία που αναλαμβάνουν τέτοιες εργασίες. Αποτέλεσμα των μεθόδων αυτών -όπως λέει ο ίδιος- είναι να περιορίσει την εργασία του σε τέσσερις ώρες την εβδομάδα έναντι 15 ωρών την ημέρα προηγουμένως. Σταμάτησε να θεωρεί την εργασία του σαν το βασικό κομμάτι της ζωής του. Ασχολείται μόνο με τα σημαντικά πράγματα, χωρίς να χάσει μέρος των εσόδων του. Αντίθετα, έχοντας καθαρό μυαλό και καλή διάθεση λαμβάνει σημαντικές αποφάσεις και ενεργεί μόνο ως manager. Ούτε τηλεφωνητής, ούτε γραμματέας, ούτε αποθηκάριος. Έτσι ασχολείται με τα υπόλοιπα ενδιαφέροντά του. Επίσης περνά ατέλειωτες ώρες κάνοντας surfing στη Βραζιλία. Επιτέλους, ζει σαν δισεκατομμυριούχος, χωρίς να χρειάζεται να περιμένει τη σύνταξη, απλά εργαζόμενος έξυπνα ΣΗΜΕΡΑ.
sales-pareto-1
Vilfredo Federico Damaso Pareto
Ιταλός μηχανικός, μαθηματικός, οικονομολόγος, κοινωνιολόγος και πολιτικός επιστήμονας, ένας από τους θεωρητικούς ηγέτες της λεγόμενης «Σχολής της Λωζάννης», μέλος της «δεύτερης γενεάς» του Νεοκλασικισμού, εισηγητής τριών πρωτότυπων θεωριών της «Βέλτιστης Ανακατανομής», των «Κοινωνικών Κύκλων» και των «Ελίτ», για τις οποίες όμως, παρά την εκπεφρασμένη αποστροφή του προς όλες τις ιδεολογίες, συκοφαντήθηκε ως «Μαρξ της μπουρζουαζίας» ή «Μαρξ του Φασισμού».
Γεννήθηκε το 1848 ως Βίλφρηντ Φριτς Παρέτο (Wilfried Fritz Pareto), 3ο τέκνο και μοναχογιός του Γενοβέζου πολιτικού εξόριστου στο Παρίσι δημοκράτη μαρκήσιου Ραφαέλε Παρέτο (Raffaele Pareto, 1812 – 1882) και της Γαλλίδας συζύγου του Μαρί Μετενιέ (Marie Metenier) Του έδωσαν γερμανικό όνομα οι γονείς του θέλοντας να τιμήσουν την γερμανική επανάσταση της χρονιάς εκείνης, επτά χρόνια αργότερα όμως (1855), όταν επέστρεψαν στην Ιταλία μαζί με τον υιό τους και τις δύο θυγατέρες τους, το όνομα του υιού τους άλλαξε σε ιταλικό και παρέμεινε έκτοτε Βιλφρέντο Φεντέρικο Παρέτο.
Ο μικρός Παρέτο πήρε πολύ καλή παιδεία τόσο στην Γαλλία όσο και στην Ιταλία και το 1867 αποφοίτησε ως μηχανικός από το εμβρυακό τότε Πολυτεχνείο του Τορίνο «Politecnico di Torino», τότε «Scuola di Applicazione per gli Ingegneri», από όπου και πήρε διδακτορικό (το 1870) με την διατριβή του «Θεμελιώδη αξιώματα της θεωρίας της ελαστικότητας των στερεών σωμάτων» «Principi fondamentali della teoria della elasticità dei corpi solidi e ricerche sulla integrazione delle equazioni differenziali che ne definiscono l’equilibrio». Για αρκετά χρόνια εργάστηκε ως μηχανικός στους ιταλικούς σιδηροδρόμους και μετά ως διευθυντής παραγωγής στην ιδιωτική χαλυβουργία «Società Ferriere d’ Italia» στην Φλωρεντία.
Οικονομολόγος: Εκκινώντας από τις νέες φιλελεύθερες θέσεις του, ασχολήθηκε με την Οικονομία στις αρχές της δεκαετίας του 1880 και το 1886 έγινε λέκτορας Οικονομικών και Διοίκησης Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας («Università degli Studi di Firenze», UNIFI). Μετά από 3 μόλις χρόνια, το 1889, με αφορμή τον θάνατο της μητέρας του (ο πατέρας του είχε πεθάνει το 1882), ο Παρέτο παραιτήθηκε, εγκαταστάθηκε με τον πατρικό τίτλο του μαρκήσιου σε μία βίλλα στο Fiesole, αφιερώθηκε σε βαθιά μελέτη Πολιτικής Οικονομίας και Φιλοσοφίας και νυμφεύθηκε μία πάμφτωχη Ρωσίδα από την Βενετία, την Αλεσαντρίνα Μπακούνιν (Alessandrina ή Dina Bakunin), η οποία όμως, οικονομικά στερημένη όπως ήταν και διψασμένη για «κοινωνική ζωή» σε αντίθεση με τον Παρέτο που όπως κάθε διανοούμενος προτιμούσε την ιδιωτικότητα και την απομόνωση, πολύ σύντομα τον εγκατέλειψε για έναν νεαρό υπηρέτη.
Αντικαθεστωτικός: Λόγω των συχνότατων αντικυβερνητικών άρθρων του και των τακτικών διαλέξεών του σε ένα εργατικό κέντρο, δέχθηκε την επίθεση των αρχών. Παρενοχλήθηκε από την αστυνομία, έγινε στόχος πληρωμένων τραμπούκων, αρκετές διαλέξεις του διακόπηκαν βίαια και καμμία από τις αιτήσεις του να διδάξει δεν έγινε δεκτή. Ο αποκλεισμός του έληξε μόνον όταν γνωρίστηκε με τον οικονομολόγο Μαφέο Πανταλεόνι (Maffeo Pantaleoni, 1857 – 1924) που τον έφερε σε επαφή με την «Νεοκλασική» οικονομική τάση και ιδίως με τον Μαρί Βαλράς (Marie-Esprit-Léon Walras, 1834 – 1910), καθηγητή στο ελβετικό Πανεπιστήμιο της Λωζάννης «Université de Lausanne» και πρώτο εισηγητή της μακρο-οικονομικής «Θεωρίας της Ισορροπίας», «La Τhéorie de l’ Εquilibre Général». Μέσω του Πανταλεόνι, ο Παρέτο άρχισε να κάνει δημοσιεύσεις στο «Giornale degli Εconomisti».
Με μεσολάβηση του Πανταλεόνι διαδέχθηκε το 1893 τον αποχωρήσαντα Βαρλάς στο Τμήμα Πολιτικής Οικονομίας του ελβετικού Πανεπιστήμιου της Λωζάννης («Université de Lausanne»), ξεφεύγοντας έτσι από τη μήνη των ιταλικών αρχών αλλά μη παύοντας να τις ενοχλεί. Οι πολεμικές του Παρέτο εξαπολύονταν τώρα όχι μόνο μέσα από τα μηνιαία άρθρα του στο «Giornale degli Εconomisti», αλλά και μέσα από άλλα ευρωπαϊκά περιοδικά, ενώ μετά τις αιματηρές ταραχές του Μαϊου 1898 στο Μιλάνο, βοήθησε, στεγάζοντας μάλιστα κάποιους στο σπίτι του, αρκετούς συμπατριώτες του πολιτικούς φυγάδες, δημοκράτες, σοσιαλιστές και αναρχικούς. Την ίδια εποχή κατήγγειλε με άρθρα του τον αντισημιτισμό του γαλλικού κράτους στην περιβόητη «υπόθεση Ντρέϋφους».
Στα τέλη του 1898 κληρονόμησε έναν εύπορο θείο του, πράγμα που του επέτρεψε έκτοτε να ζει με μία άνεση την οποία επ’ ουδενί θα μπορούσε να έχει με τον ακαδημαϊκό μισθό του. Έκτισε ένα σπίτι (την Villa Angora) στο Σελινί (Celigny) της Ελβετίας, στο οποίο μετακόμισε με τις πολλές γάτες Αγκύρας που είχε και με την καινούργια του σύντροφο Τζαίην Ρεγκίς (Jane Regis), με την οποία θα έμενε μαζί όλη την υπόλοιπη ζωή του. Παρά την σχεδόν εξεζητημένη καλοπέρασή του, συνέχισε ωστόσο επιμελέστατα να μελετάει (ιδίως τον Herbert Spencer, τον οποίο κατ’ επανάληψη χαιρέτισε ως κορυφή της κοινωνιολογίας) και να συγγράφει.
Αντικρατιστής: Με την μονογραφία του «Un’ applicazione di teorie sociologiche», που δημοσιεύθηκε στην «Rivista Italiana di Sociologia» το 1900, ο Παρέτο αποστασιοποιήθηκε από τον πολιτικό Φιλελευθερισμό, προσχωρώντας στην λεγόμενη «δεύτερη γενεά» της «Νεοκλασικής Επανάστασης» σε συνέχεια των Αντουάν Ωγκιστέν Κουρνό (Antoine Augustin Cournot, 1801 – 1877, που αυτονομοποίησε τα Οικονομικά, αποσπώντας τα από τις πολιτικές και νομικές επιστήμες), Ουϊλιαμ Στάνλεϋ Ντεβόνζ (William Stanley Jevons, 1835 – 1882), Καρλ Μένγκερ (Κarl Menger, 1840 – 1921), Μαρί Βαλράς, κ.ά.
Οι πολιτικές ταραχές της τελευταίας δεκαετίας του 19ου αιώνα είχαν πείσει τον Παρέτο ότι οι δημοκρατικές διεκδικήσεις δεν ήσαν για μία πιο δίκαιη κοινωνία αλλ’ αποτελούσαν το άλλοθι ενός σκληρότατου ανταγωνισμού μεταξύ κάποιων επίδοξων κυβερνητικών ελίτ, που απλώς χρησιμοποιούσαν για λόγους προπαγάνδας την α ή την β ιδεολογική γλώσσα. Για τον απαλλαγμένο από συναισθηματισμούς Παρέτο, όλες οι ιδεολογίες δεν ήσαν τίποτε περισσότερο από χυδαίο εργαλείο διεκδίκησης εξουσίας, συνεπώς, πέρα από τα διαφοροποιημένα τους πρώτα βήματα, όλες οι ιδεολογίες οδηγούσαν στα κατώφλια της εξουσίας. Η ανθρώπινη φύση και κατ’ επέκταση οι ανθρώπινες κοινωνίες μένουν απογοητευτικά αναλλοίωτες μέσα από το πέρασμα των αιώνων, παριστάνοντας απλώς ότι προσανατολίζονται στην Λογική εις βάρος του ζωώδους συναισθήματος, ενώ στην πραγματικότητα ισχύει το ακριβώς αντίθετο.
Το 1902 – 1903 εξέδωσε στο Παρίσι στα γαλλικά (έγραφε με άνεση τόσο στα ιταλικά όσο και στα γαλλικά) το δίτομο έργο του «Τα Κοινωνιστικά Συστήματα» ή «Τα Σοσιαλιστικά Συστήματα», «Les Systemes Socialistes», στο οποίο, παρ’ όλο που δεν ήταν πλέον με την πλευρά του πολιτικού Φιλελευθερισμού, έκανε εκτενέστατη ανάλυση αλλά και μαχητική κριτική στα πολιτικά συστήματα κρατικού παρεμβατισμού (σύμφωνα με τον ιστορικό Henry Stuart Hughes το εν λόγω βιβλίο προκάλεσε «πολλές αϋπνίες» στον Βλαδίμηρο Λένιν). Στο βιβλίο του αυτό ο Παρέτο καταγγέλλει τον Μαρξισμό ως μία κοσμικοφανή πλην όμως κανονική θρησκεία και επισημαίνει την ανορθολογική λειτουργία των μαζών μέσα στην Ιστορία.
Προσπαθώντας να επιτεθεί στην ίδια την Ιδεολογία (δηλαδή σε κάθε οργανωμένη συλλογή πολιτικών ιδεών), διατύπωσε στο ίδιο βιβλίο ακόμα και την ευθραυστότητα του «ανθρωπισμού», χρησιμοποιώντας μάλιστα τον προκλητικό όρο «αυτοκτονικός ανθρωπισμός»: «κάθε ελίτ που είναι ανέτοιμη να πολεμήσει για να υπερασπιστεί την θέση της βρίσκεται σε πλήρη παρακμή και το μόνο που της απομένει είναι να δώσει χώρο σε μία νεότερη ελίτ που διαθέτει τις ζωτικές ποιότητες που η πρώτη στερείται. Δεν είναι παρά καθαρή ονειροπόληση το να πιστεύει κάποιος πως οι ανθρωπιστικές αξίες που ίσως είχε καθιερώσει θα εφαρμοστούν και σε αυτόν: αυτοί που θα τον νικήσουν θα τον διαψεύσουν με την ανηλεή κραυγή “vae victis!” -“ουαί τοις ηττημένοις!”»
Εκείνη ακριβώς την εποχή είχε συλλάβει για πρώτη φορά την ιδέα ότι η κοινωνική και πολιτική συμπεριφορά των ανθρώπων σε πολύ μικρό βαθμό επηρεάζεται από λογικότητα και συνειδητούς σκοπούς, τουναντίον κατά κανόνα υπακούει σε ζωώδη ένστικτα (τα οποία ο Παρέτο αποκαλεί «κατάλοιπα»), όπως λ.χ. το ένστικτο της διατήρησης της αγέλης, το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και της μέριμνας για κατοχή των αναγκαίων προς την αυτοσυντήρηση κ.λπ. Την άποψη αυτή διατύπωσε για πρώτη φορά το 1900, σε ένα εκτενές άρθρο του στην «Ιταλική Επιθεώρηση της Κοινωνιολογίας» («Rivista Italiana di Sociologia», 1897 – 1923).
«Μακιαβελιστής» Κοινωνιολόγος: Τα αμέσως επόμενα χρόνια βεβαιώθηκε για την βαθύτατη μυωπία των οικονομικών συστημάτων σε ό,τι αφορά την πραγματικότητα των κοινωνιών, και, πάντοτε στα πλαίσια του «Νεοκλασικισμού», προχώρησε στην αναζήτηση μιας γενικής θεωρίας των κοινωνιών. Το 1906 εξέδωσε το «Εγχειρίδιον Πολιτικής Οικονομίας» («Manuale di Economia Politica») και παραιτήθηκε για λόγους υγείας (του εκδηλώθηκε καρδιακή νόσος) από το Πανεπιστήμιο της Λωζάννης, στο οποίο όμως συνέχισε να δίνει περιοδικές διαλέξεις με θέμα τον γνωστό διπλωμάτη των αρχών του 16ου αιώνα Νικολό Μακιαβέλι (Niccolò di Bernardo dei Machiavelli, 1469 – 1527), στις οποίες εξηγούσε την επιστημονική αξία του βιβλίου του τελευταίου «Ο Ηγεμών» («De Principatibus / Il Principe»).
Πάσχοντας επίσης από άγχος και αϋπνία, από τα οποία κατέληγε να περνάει νύχτες ολόκληρες μελετώντας την βιβλιοθήκη του παρέα πάντα με ένα ακριβό κρασί, εξέδωσε μερικά ακόμη βιβλία και το 1916 στην Φλωρεντία την «Πραγματεία της Γενικής Κοινωνιολογίας» («Trattato di Sociologia Generale»). Η σταθερή έκτοτε κατεύθυνση του Παρέτο στην κοινωνιολογική του αναζήτηση ήταν η «κοινωνικο-οικονομική ισορροπία» («equilibrium»), την οποία παρέλαβε από τον προκάτοχό του στο Πανεπιστήμιο της Λωζάννης καθηγητή Μαρί Βαλράς.
Η «Θεωρία της Βέλτιστης Ανακατανομής»
Οι οικονομικοί προβληματισμοί του Παρέτο που αποζητούσε μία «οικονομική επιστήμη της ευημερίας» κινήθηκαν γύρω από την έννοια της «χρησιμότητας» («utility») όχι όμως ως ατομική ή συλλογική ευημερία όπως εν γένει γινόταν έως τότε κατανοητή, αλλά ως οικονομική συμπεριφορά με βάση του τι είναι ισχυρά επιθυμητό υπό την έννοια της προσωπικής «ωφέλειας» («ophelimity») ενός όρου που εισήγαγε για πρώτη φορά το 1896 στον πρώτο τόμο του «Cours d’ économie politique professé à l’ université de Lausanne»: λ.χ. ο μορφινομανής αντλεί «ωφέλεια» από την μορφίνη, δίχως να απολαμβάνει κανενός είδους «ευημερία». Υποστηρίζοντας, πολύ σωστά, ότι είναι ανεπίτρεπτο το να επιδιώκει ένα άτομο ή ομάδα ατόμων την δική τους υλική ικανοποίηση μέσω της μείωσης της υλικής ικανοποίησης άλλων ατόμων ή ομάδων ατόμων, έθεσε στο κέντρο της δικής του θεωρίας την ανάγκη για ύπαρξη και λειτουργία κανόνων δικαίου υπεράνω των ανταγωνιστικών «αγορών» του Φιλελευθερισμού. Στα πλαίσια λοιπόν της πολύ συγκεκριμένης αναζήτησής του, ο Παρέτο ανέπτυξε 2 θεωρήματα ευημερίας, σύμφωνα με τα οποία:
1. Μια κατανομή πόρων θεωρείται όντως αποτελεσματική, όταν δεν υπάρχει άλλη που θα βελτίωνε την θέση ενός ατόμου, δίχως να επιδεινώσει την θέση κάποιου άλλου, και
2. Αποτελεσματική κατανομή πόρων επιτυγχάνεται μόνον μέσω αποκεντρωμένων συστημάτων τιμών και ανταγωνισμού, που υπόκεινται όμως σε σαφείς κανόνες δικαίου.
Από εκεί ο Παρέτο οδηγήθηκε στην «Θεωρία της Βέλτιστης Ανακατανομής» σύμφωνα με την οποία υπάρχει μία μοναδική και συγκεκριμένη αναλογία κατανομής του πλούτου, κάθε απόκλιση από την οποία χειροτερεύει πάντα την θέση κάποιου ή κάποιων μερών, αφού κανένα μέρος δεν μπορεί να αυξήσει τους πόρους ή τον συσσωρευμένο πλούτο του δίχως να αφαιρεθούν ισόποσοι πόροι ή πλούτος από άλλο ή άλλα μέρη. Αφορμή για την θεωρία του ήταν η διαπίστωση που έκανε ο Παρέτο το 1906 ότι το 80% των εκτάσεων της Ιταλίας ανήκε σε μόνον το 20% του πληθυσμού. Η θεωρία της «Βέλτιστης Ανακατανομής» κατευθύνει συνεπώς προς ένα «Άριστο Κριτήριο». Αυτό το περίφημο «κατά Παρέτο κριτήριο» εξασφαλίζει την καλύτερη δυνατή κοινωνική ευημερία, αναζητώντας το σημείο όπου η βελτίωση της οικονομικο-κοινωνικής θέσης ενός ατόμου ή μιας ομάδας ατόμων γίνεται χωρίς την ίδια ώρα να χειροτερεύει την θέση κάποιου άλλου ή άλλων.
Συγγενής του «Αρίστου Κριτηρίου» είναι επίσης ο «μαθηματικός νόμος του Παρέτο», κατά τον οποίο σε κάθε κατάσταση οι ζωτικοί και ουσιώδεις παράγοντες είναι λίγοι (περίπου 20%), ενώ οι επουσιώδεις πολλοί (περίπου 80%), αυτός δε ο κατά προσέγγιση κανόνας 20/80 ισχύει παντού, από την ανθρώπινη οικονομία (λ.χ. το περίπου 80% των κερδών μιας επιχείρησης προέρχεται από το περίπου 20% των πελατών της) και την οργάνωση (το περίπου 20% των μελών μιας συλλογικότητας παράγουν το περίπου 80% του αποτελέσματος) μέχρι τον φυσικό κόσμο. Με βάση αυτόν τον κανόνα, εάν καταβληθεί το περίπου 20% μιας προσπάθειας προκύπτει το 80% του αποτελέσματος. Από την άλλη, για να προκύψει το υπόλοιπο (εάν κριθεί ουσιώδες) 20% του αποτελέσματος απαιτείται να καταβληθεί το 80% της προσπάθειας που απομένει.
Η «Θεωρία των Κοινωνικών Κύκλων»
Την «Θεωρία των Κοινωνικών Κύκλων» ανέπτυξε ο Παρέτο για πρώτη φορά το 1916 στο δοκίμιό του «Trattato di Sociologia Generale». Σύμφωνα με αυτήν, η πραγματική και διαχρονική κοινωνικοπολιτική σύγκρουση είναι ανάμεσα σε δύο βασικούς τύπους πολιτικών υποκειμένων, δηλαδή ανάμεσα στους ανθρώπους που ενδιαφέρονται να ανακαλύψουν ή να καθιερώσουν νέα δεδομένα («αλεπούδες», που χαρακτηρίζονται από την ευφυϊα και την στρατηγική τους) και σε εκείνους που ενδιαφέρονται να υπερασπιστούν με κάθε μέσο τα ισχύοντα και τα καθιερωμένα («λέοντες», που χαρακτηρίζονται από δύναμη και αποφασιστικότητα). Πολιτική ακινησία υπάρχει όταν οι κυβερνώμενοι είναι «λέοντες» και οι κυβερνώντες είτε «αλεπούδες» είτε «λέοντες». Αστάθεια προκύπτει όταν κάποιοι από τους κυβερνώμενους μεταμορφώνονται σε «αλεπούδες». Εάν οι κρατούντες δεν προλάβουν έγκαιρα να αφομοιώσουν την νέα αυτή μη κυβερνώσα ελίτ, τότε η ανατροπή τους είναι αναπόφευκτη. Υπό αυτή την έννοια, «η Ιστορία είναι ένα απέραντο νεκροταφείο αριστοκρατιών», είτε καθεστωτικών που ανατράπηκαν, είτε επαναστατικών που απέτυχαν να ανατρέψουν.
Αλεπούδες: κυβερνούν προσπαθώντας να πετύχουν συναίνεση, δεν είναι πρόθυμες να καταφύγουν στη βία, είναι έξυπνες και πανούργες, επιχειρηματικές, καλλιτεχνικές-πνευματικές και καινοτόμες. Ο ανθρωπισμός τους σε καιρό κρίσης οδηγεί στο συμβιβασμό και στον πασιφισμό => εξασθένιση καθεστώτος.
Λιοντάρια: δυνατοί, σταθεροί και ακέραιοι άνθρωποι. – Ψυχροί και στερούμενοι φαντασίας είναι πάντα πρόθυμοι να προσφύγουν στη βία για την επιβολή των θέσεών τους ή για την υπεράσπισή τους. – Υπερασπιστές της καθεστηκυίας τάξης πραγμάτων τόσο στο κράτος όσο και στην κοινωνία πολιτών. – Στρατεύονται υπέρ της δημόσιας τάξης, της θρησκείας και της πολιτικής ορθοδοξίας.
Οι ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά των δύο τύπων ελίτ είναι αμοιβαίως αποκλειόμενα. Η ιστορία είναι η διαδικασία κυκλοφορίας μεταξύ αυτών των δύο τύπων ελίτ. Το ιδεώδες σύστημα διακυβέρνησης θα αντανακλούσε μια ισορροπία δυνάμεων που θα περιείχε χαρακτηριστικά στοιχεία τόσο των «λιονταριών» όσο και των «αλεπούδων».
Ενδιαφέρουσα είναι στο ίδιο βιβλίο η περιγραφή από τον Παρέτο της τέχνης της διακυβέρνησης ως διαχείρισης των ανθρώπινων προκαταλήψεων: «η τέχνη της διακυβέρνησης είναι το να μπορεί να βρίσκει κάποιος τους τρόπους με τους οποίους θα εκμεταλλευθεί τις ανθρώπινες προκαταλήψεις, αντί να ξοδεύεται ο ίδιος στην μάταια προσπάθεια να τις εξαφανίσει, κάτι που κατά κανόνα καταλήγει στο ακριβώς αντίθετο, δηλαδή να τις γιγαντώσει. Εκείνος που έχει την ικανότητα ν’ απελευθερώσει τον εαυτό του από την τυραννία των δικών του συναισθημάτων, είναι αυτομάτως και ικανός να εκμεταλλευθεί τα συναισθήματα των άλλων υπέρ των δικών του στόχων. Ο καλύτερος πολιτικός, τόσο για την παράταξή του όσο και για τον εαυτό του, είναι ο δίχως προκαταλήψεις άνθρωπος που γνωρίζει πώς να επωφελείται από τις προκαταλήψεις των άλλων».
wilfried-fritz-pareto-theory-of-elites
Η «Θεωρία των Ελίτ»
Ως κοινωνιολόγος και πολιτικός επιστήμονας, ο Παρέτο ανέπτυξε τέλος την «Θεωρία των Ελίτ», που στις αρχές του 20ου αιώνα ύψωσε ισχυρό φράγμα απέναντι στον προελαύνοντα τότε Μαρξισμό, ο οποίος επέμενε να ορίζει την πολιτική ζωή αποκλειστικά ως αντανάκλαση της ταξικής πάλης, με τα πολιτικά κόμματα και τους πολιτικούς ηγέτες να αποτελούν τίποτε περισσότερο από εκπροσώπους ταξικών συμφερόντων. Την πρώτη ανάπτυξη της «Θεωρίας των Ελίτ» έκανε το 1900 σε ένα κείμενό του στην «Rivista Italiana di Sociologia» με τίτλο «Un’ applicazione di teorie sociologiche», που αργότερα μεταφράστηκε στα αγγλικά ως «Η άνοδος και η πτώση των ελίτ» («The Rise and Fall of the Elites»).
Για τον Παρέτο, η πολιτική ζωή στην ιστορική διαχρονία δεν είναι παρά ακατάπαυστη σύγκρουση ανάμεσα σε διάφορες ελίτ, που όμως δεν είναι κληρονομικές αλλά μέλη τους μπορούν να γίνουν άνθρωποι προερχόμενοι από όλες τις τάξεις και τα στρώματα της κοινωνίας. Οι ελίτ δεν είναι εκτροπές του πολιτικού σχήματος αλλά αναγκαίες για την αποτελεσματική λειτουργία κάθε κοινωνικής οργάνωσης, πηγάζουσες από αυτή την ίδια την ανθρώπινη φύση και άρα κοινωνικά και πολιτικά αναπόφευκτες. Οι άνθρωποι πάντοτε διαφέρουν μεταξύ τους ως προς την δύναμη, την ευφυϊα, την έμπνευση και την ηθική συγκρότηση, δημιουργώντας έτσι διάφορους τύπους ελίτ, διαφορετικού είδους η κάθε μία.
Πολιτική ελίτ συγκροτείται αυτομάτως άπαξ και κάποιοι άνθρωποι διαθέτουν τις ικανότητες που αναγνωρίζει και επιβραβεύει η εκάστοτε μορφή κοινωνίας, ακόμη και αρνητικές, όπως λ.χ. την διαφθορά σε μία διεφθαρμένη κοινωνία. Για τον Παρέτο, η ιδιαίτερη φύση και τα επιτεύγματα της κάθε κοινωνίας είναι ουσιαστικά η ιδιαίτερη φύση και τα επιτεύγματα της ελίτ της. Ομοίως, το παρελθόν της απλώς αντανακλά την ιστορία της ελίτ της, το δε μέλλον της είναι προδιαγεγραμμένο σύμφωνα με τις επιδιώξεις, δυνατότητες και επιλογές της ελίτ της.
Η ελίτ αποτελεί αντίπαλο της μάζας, δίχως όμως ευθεία σύγκρουση ανάμεσα στις δύο πλευρές, επειδή η κατανομή των ιδιοτήτων είναι συνεχής, σε μία ομαλή καμπύλη, όμοια με την κατανομή του πλούτου. Διάδοχοι του Παρέτο στην «Θεωρία των Ελίτ», την οποία βεβαίως συμπλήρωσαν ή διαφοροποίησαν, υπήρξαν οι Γκαετάνο Μόσκα (Gaetano Mosca, 1858 – 1941) και Ρομπέρτο Μιχέλς (Roberto Michels, 1876 – 1936).
«Ο Νίτσε της Κοινωνιολογίας»
Ανενδοίαστα ο Παρέτο έδειχνε τις επιρροές του από την κοινωνιολογία του Κάρολου Μαρξ (του οποίου όμως απέρριπτε, όπως είδαμε παραπάνω, την βασισμένη στον «ιστορικό υλισμό» οικονομική θεωρία), την πολιτική θεωρία του Νικολό Μακιαβέλι και τις ιδέες του Γάλλου φιλοσόφου και ιδρυτή του Αναρχοσυνδικαλισμού Ζωρζ Σορέλ (Georges Eugène Sorel, 1847 – 1922, στενό του φίλο όπως αποδεικνύει η μεταξύ τους αλληλογραφία την οποία δημοσίευσε ο De Rosa). Την προσωπικότητα και το έργο του Σορέλ είχε εκθειάσει με μακρό κείμενό του σε ένα αφιέρωμα της επιθεώρησης «Φιλελεύθερη Επανάσταση» («La Rivoluzione Liberale») στις 14 Δεκεμβρίου 1922.
«Κάθε λαός που τρέμει το αίμα σε τέτοιο σημείο, ώστε να μην γνωρίζει πώς να υπερασπισθεί τον εαυτό του, αργά ή γρήγορα θα γίνει το θήραμα ενός πολεμοχαρούς λαού ή κάποιου άλλου. Ίσως δεν υπάρχει ούτε καν ένα μέτρο γης πάνω στην υφήλιο, που να μην έχει κατακτηθεί με το σπαθί κάποια στιγμή και να μην το έχει διατηρήσει με την δύναμη ο λαός που το κατέχει», έγραψε ο Παρέτο στα πλαίσια των γενικότερων θέσεών του ότι την Ιστορία διαμορφώνουν κατά κανόνα οι μη λογικές δυνάμεις και ότι αποτελεί αναγκαιότητα η αντιμετώπιση της βίας με βία. Αυτές οι θέσεις του έκαναν κάποιους να τον θεωρήσουν διάδοχο του Φρειδερίκου Νίτσε (Friedrich Wilhelm Nietzsche, 1844 – 1900), ενώ «Νίτσε της κοινωνιολογίας» ήταν ο τίτλος που του απένειμε το 1927 σε άρθρο του στο «Archiv für Sozialwissenschaft und Sozialpolitik» ο γνωστός Τσέχος πολιτικός επιστήμονας Όττο Ζίγκλερ (Heinz Otto Ziegler, 1903 – 1944).
Ιδεολογική Περιθωριοποίηση
Εχθρός όλων των πολιτικών ιδεολογιών, ο Παρέτο απέφυγε συστηματικά να προτείνει «τι πρέπει να γίνεται», περιοριζόμενος ως πολιτικός επιστήμονας και όχι πολιτικός στο να αναλύει «αυτό που ήδη γίνεται», δηλαδή στην ιστορική πραγματικότητα. Παρά το ότι σαφώς αναγνώριζε τις αξίες της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, αντιμετώπιζε απροκάλυπτα και ανενδοίαστα ως απάτες ή, στην καλύτερη των περιπτώσεων, ως ανόητες ονειροπολήσεις όλες τις πολιτικές προσδοκίες που αναφέρονταν ή στηρίζονταν στις ανθρώπινες μάζες. Αυτή η απομάκρυνσή του από τον ισοπεδωτισμό στον οποίο είχε παγιδευτεί το δημοκρατικό κίνημα ήδη από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, τον έκανε εύκολο στόχο ώστε μετά από τον θάνατό του να επιχειρηθεί η ιδεολογική του περιθωριοποίηση, με χαρακτηρισμούς όπως «Κάρλ Μαρξ της Μπουρζουαζίας», αλλά και «Μαρξ του Φασισμού» (στο αμερικανικό «Economic Forum», 1933).
Για τον δεύτερο χαρακτηρισμό έγινε εκμετάλλευση του γεγονότος ότι ένθερμος θαυμαστής του Παρέτο δήλωνε ο Μπενίτο Μουσολίνι (Benito Amilcare Andrea Mussolini, 1883 – 1945), ο οποίος είχε παρακολουθήσει παλαιότερα δύο διαλέξεις για τον Μακιαβέλι και τελικά, ενώ ετοίμαζε την «πορεία» του προς την Ρώμη, του προσέφερε το 1923 μία τιμητική θέση στην Γερουσία και τον προσκάλεσε να γράφει στο προσωπικό περιοδικό του Μουσολίνι «Γεραρχία» («Gerarchia»). Ο Παρέτο, που είχε διαμαρτυρηθεί όταν οι φασίστες κατήργησαν την ελευθερία έκφρασης στα ιταλικά πανεπιστήμια, δενδέχθηκε τις θέσεις και λίγους μήνες αργότερα, στις 19 Αυγούστου 1923, πέθανε στην Γενεύη σε ηλικία 75 ετών.
Οι διάφοροι θεωρητικοί του ιταλικού Φασισμού εξακολούθησαν ωστόσο και μετά τον θάνατό του να του αποδίδουν τις πηγές της δικής τους ιδεολογίας, παρά το ότι κατά κανόνα δήλωναν παράλληλα ότι ο ίδιος δεν ήταν φασίστας (αντίθετα άλλωστε από αυτό που η άγνοια κάνει τους πολλούς σήμερα να πιστεύουν, ο ελιτισμός ήταν όλως απεχθής για το μουσολινικό καθεστώς, που τον εκλάμβανε ως «σνομπισμό», πλήρως ασυμβίβαστος με τον λαϊκό / μαζικό προσανατολισμό του Φασισμού). Αντίθετα, οι «αντιφασίστες», κυρίως Αμερικανοί, επέμειναν στο να χαρίζουν ανενδοίαστα τον Παρέτο στον Φασισμό, βλέποντας στην προσπάθειά του με μία επιστολή προς τον Μουσολίνι να αποτρέψει τον διωγμό ανθρώπων μόνο και μόνο για τις ιδέες τους, προτροπή σε πάταξη των στην πράξη αντιστασιακών «αφήστε τα κοράκια να κρώζουν, μπορείτε να είστε ανηλεείς μόνον όταν πρόκειται για πράξεις».
O εισηγητής πάντως της θεωρίας της «κοινωνικής κινητικότητας» Πιτιρίμ Σορόκιν (Pitirim Alexandrovich Sorokin, 1889 – 1968) τον κατέταξε ανενδοίαστα στους τρεις μεγαλύτερους κοινωνιολόγους του καιρού του μαζί με τους Μαξ Βέμπερ (Max Weber, 1864 – 1920) και Εμίλ Ντύρκχαϊμ (David Émile Durkheim, 1858 – 1917), ενώ το 1936 το έργο του επαινέθηκε από τον μετέπειτα πρόεδρο της «Αριστοτελικής Εταιρείας» Ρωσοεβραίο Μόρις Γκίνσμπεργκ (Morris Ginsberg, 1889 – 1970) στην αγγλική «Κοινωνιολογική Επιθεώρηση» («The Sociological Review», στο άρθρο «The Sociology of Pareto») και επίσης έτυχε θερμής υποδοχής από το αμερικανικό κοινό όταν η «Saturday Review» του αφιέρωσε την ίδια χρονιά ένα ολόκληρο τεύχος της. Λίγα χρόνια μετά όμως, στην διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου, το κλίμα είχε αλλάξει εντελώς και ο Παρέτο αντιμετωπιζόταν τώρα ως κύριος θεωρητικός του εχθρού και φυσικά ως … «φασίστας».
Από το 1964 έως το 2005 ο Giovanni Busino επιμελήθηκε στην Γενεύη την έκδοση των «Απάντων» του Παρέτο σε 32 τόμους με τίτλο «Oeuvres complètes de Vilfredo Pareto», ενώ ο Τζέφρι Μίτσελ παραδέχθηκε το 1968 στο «A Hundred Years of Sociology» (σελ. 115) πως «δεν είναι δυνατόν να γράψει κανείς την Ιστορία της Κοινωνιολογίας χωρίς ν’ αναφερθεί στον Παρέτο».
Βιβλιογραφία: Ραϋμόν Αρόν, «Η εξέλιξη της κοινωνιολογικής σκέψης – Ντυρκέμ, Παρέτο, Βέμπερ», Αθήνα, 1984.  Ο Ραϋμόν Αρόν (Raymond Aron) ήταν Γάλλος φιλόσοφος, κοινωνιολόγος και δημοσιολόγος που στις μεταπολεμικές κοινωνιολογικές του μελέτες ασχολήθηκε κυρίως με την ανάλυση της σύγχρονης τεχνοκρατικής κοινωνίας και άσκησε έντονη κριτική στον Μαρξισμό: «Το όπιο των διανοουμένων» (L’ Opium des intellectuels) 1955.
@Ηω Αναγνώστου /επενδυτής υψηλού ρίσκου / 2010
http://www.businesslife.gr/vilfredo-pareto-protoporos-ki-antikratistis/

Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2017

Πειράματα σε ανθρώπους – Η σκοτεινή πλευρά της επιστήμης

Πειράματα σε ανθρώπους – Η σκοτεινή πλευρά της επιστήμης

experimentmaster
Ένας αιώνας επιστημονικής φρίκης
1914 -1915 Με αντάλλαγμα την ελευθερία 
Θορυβημένος από τους περίπου 3.000 θανάτους από πελάγρα που καταγράφηκαν στην πολιτεία του Μισισιπή τη διετία αυτή, ο κυβερνήτης Earl Brewer έδωσε το πράσινο φως για τη διεξαγωγή πειραμάτων στις αγροτικές φυλακές Ράνκιν, με επικεφαλής τον δρα Joseph Goldberger. Στους κρατουμένους που επέζησαν της νόσου δόθηκε χάρη, αν και όλοι δήλωσαν ότι εξαπατήθηκαν από τον Goldberger και ότι θα προτιμούσαν να είχαν εκτίσει ισόβια ποινή στα κάτεργα παρά να υποστούν αυτό το μαρτύριο.
1919 -1922 Μεταμοσχεύσεις όρχεων από ζώα
Η περίπτωση αυτή, όπως και η προηγούμενη, ήλθε στο φως όταν χρησιμοποιήθηκε ως επιχείρημα υπεράσπισης από τους δικηγόρους των γιατρών των ναζιστικών στρατευμάτων στη δίκη της Νυρεμβέργης. Τα πειράματα αφορούσαν μεταμοσχεύσεις όρχεων και είχαν σχεδιαστεί από τον δρα L. L. Stanley για να διακριβωθεί αν θα μπορούσε με αυτή τη μέθοδο να λυθεί το πρόβλημα ανικανότητας που αντιμετωπίζουν οι ηλικιωμένοι και κάποιες κατηγορίες ασθενών. Περίπου 500 κρατούμενοι των φυλακών Σαν Κουέντιν πήραν μέρος εθελοντικά στο πείραμα, αλλά αναρωτιέται κανείς αν θα επεδείκνυαν την ίδια προθυμία αν γνώριζαν ότι ορισμένα μοσχεύματα προέρχονταν από ζώα. Φυσικά, τα αποτελέσματα της έρευνας ήταν απογοητευτικά.
Tuskeegee_study
1929 -1972 Η σύφιλη χτυπάει την Αλαμπάμα
Στα τέλη της δεκαετίας του ’20 το ποσοστό μαύρων ανδρών που έπασχαν από σύφιλη στο Μέικον Κάουντι της Αλαμπάμα ήταν 36%, όταν το μέσο αντίστοιχο ποσοστό για τους λευκούς ήταν 0,4% σε εθνικό επίπεδο. Το πείραμα του Μέικον Κάουντι ξεκίνησε το 1929 με την επωνυμία «Πρόγραμμα ελέγχου της σύφιλης» όταν μια ομάδα επιστημόνων αποφάσισε να μη χορηγήσει τη σωστή θεραπευτική αγωγή σε μια ομάδα μαύρων συφιλιδικών ασθενών με σκοπό να μελετηθεί η εξελικτική πορεία της νόσου και να διακριβωθεί αν αυτή παρουσίαζε διαφορές στον οργανισμό των μαύρων. (Για την πορεία της νόσου στους λευκούς είχε ήδη δημοσιευθεί μελέτη με τα αποτελέσματα παρόμοιου πειράματος που έγινε μεταξύ του 1891 και του 1910 στο Οσλο της Νορβηγίας σε 2.000 συφιλιδικούς ασθενείς.)
Οι ασθενείς ήταν στη συντριπτική τους πλειονότητα πάμπτωχοι και αγράμματοι, ενώ αρκετοί από αυτούς δεν ήξεραν καν το επώνυμό τους. Η συνήθης θεραπεία της σύφιλης την εποχή εκείνη ήταν η χορήγηση αρσενικούχων ενώσεων με μια σειρά ενδομυϊκών ενέσεων, αγωγή εξαιρετικά δαπανηρή. Στους ασθενείς του πειράματος έγιναν μόλις οι οκτώ από τις προβλεπόμενες 20 ενέσεις, με αποτέλεσμα να θεραπευθεί μόνο το 3% αυτών. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν ενημερώθηκαν ποτέ ότι έπασχαν από σύφιλη, ενώ οι γιατροί του Μέικον Κάουντι τους προέτρεπαν να ακολουθήσουν ανώφελες αγωγές, όπως η καθημερινή χρήση ασπιρίνης, και τους εξαπατούσαν προσφέροντάς τους δωρεάν θεραπείες, όπως η οδυνηρότατη οσφυϊκή παρακέντηση που είχε καθαρά διαγνωστική και όχι θεραπευτική αξία. Το 1943 η Υπηρεσία Δημόσιας Υγείας (PHS) των ΗΠΑ ξεκίνησε τη χρήση της πενικιλίνης για τη θεραπεία της σύφιλης και ως το 1953 η πενικιλίνη ήταν πλέον ευρέως διαθέσιμη. Παρά το γεγονός ότι η χορήγηση πενικιλίνης στους ασθενείς του πειράματος θα ανέστελλε την εξέλιξη της νόσου, κάτι τέτοιο δεν έγινε ποτέ. Αντιθέτως, η PHS διένειμε στους γιατρούς της περιοχής έναν κατάλογο με τα ονοματεπώνυμα των μαύρων ασθενών και με τη σύσταση να μην προχωρήσουν στη χορήγηση πενικιλίνης σ’ αυτά τα άτομα.
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι, αν και οι ιατρικές επιθεωρήσεις της εποχής δημοσίευαν κατά περιόδους στοιχεία για την πορεία του πειράματος, η πρώτη φωνή διαμαρτυρίας ακούστηκε μόλις το 1965, όταν ένας κοινωνικός λειτουργός ­ αφού επισκέφθηκε το Ιδρυμα Tuskegee όπου παρακολουθούνταν οι περισσότεροι ασθενείς ­ δήλωσε την αντίθεσή του στο πρόγραμμα. Το 1972 ο ίδιος άνθρωπος έδωσε όλα τα στοιχεία που είχε συγκεντρώσει σε έναν δημοσιογράφο του Ασοσιέιτεντ Πρες. Η κατακραυγή που ακολούθησε οδήγησε στον τερματισμό του πειράματος. Το αποτέλεσμα: 400 μαύροι ασθενείς πέθαναν από τη νόσο, αφού πρώτα προσέβαλαν με αυτή και τις γυναίκες τους, γεγονός που οδήγησε στη γέννηση πολλών συφιλιδικών παιδιών. Δεν προέκυψαν χρήσιμα επιστημονικά στοιχεία και όταν η υπόθεση παραπέμφθηκε στη Δικαιοσύνη οι δύο πλευρές ήλθαν σε συμβιβασμό και η PHS υποχρεώθηκε να καταβάλει 37.500 δολάρια σε κάθε επιζώντα και 15.000 δολάρια στην οικογένεια κάθε εκλιπόντος. Μια τελευταία τραγική λεπτομέρεια: στο πείραμα είχαν λάβει μέρος και μαύροι γιατροί.
9-21-japanese-bio-war-against-chinese-4
1935 -1950 Το κολαστήριο της Μονάδας 731
Κάποια από τα απεχθέστερα εγκλήματα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου έγιναν στις αχανείς εγκαταστάσεις της Μονάδας 731 του Ιαπωνικού Αυτοκρατορικού Στρατού στη Μαντζουρία της Κίνας, όπου επιστήμονες είχαν αναλάβει να κατασκευάσουν βιολογικά όπλα αρκετά ισχυρά για να καταστρέψουν τους Συμμάχους.
Το πρόγραμμα ξεκίνησε με εντολή του αυτοκράτορα Χιροχίτο και ο κύριος όγκος των πειραμάτων αφορούσε την παρασκευή βακτηριδίων πανώλους, άνθρακα, χολέρας και πολλών άλλων νόσων, και τη δοκιμή τους σε αιχμαλώτους πολέμου και αντικαθεστωτικούς κομμουνιστές (δηλαδή κινέζους πολίτες). Μετά τη σαφή εκδήλωση της εκάστοτε νόσου, οι «πίθηκοι» (όπως κατ’ ευφημισμόν ονόμαζαν τους κρατουμένους τους οι γιατροί) ανατέμνονταν ζωντανοί, χωρίς τη χορήγηση αναισθητικού, για να διαπιστωθεί το είδος της ζημιάς που είχαν υποστεί τα εσωτερικά τους όργανα. Τέτοιες ειδεχθείς πρακτικές χαρακτηρίστηκαν «καθημερινό φαινόμενο» από νοσοκόμους που συμμετείχαν στο πρόγραμμα. Γίνονταν επίσης και επιτόπιες δοκιμές κατά τις οποίες κινεζικά χωριά βομβαρδίζονταν με δεκάδες χιλιάδες ψύλλους που έφεραν παθογόνα βακτηρίδια. Ο Sheldon Harris, καθηγητής Ιστορίας στο πολιτειακό πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, υπολογίζει ότι σ’ αυτές τις δοκιμές πέθαναν περίπου 30.000 άτομα στην ευρύτερη περιοχή του Χαμπρίν, αν και οι εκτιμήσεις του ιάπωνα ειδήμονα στα περί της Μονάδας 731 Keiichi Tsuneishi είναι σαφώς μετριοπαθέστερες.
Τα υπόλοιπα πειράματα που διεξάγονταν στη Μονάδα 731 συμπεριελάμβαναν πειράματα μετάδοσης ασθενειών (κατά τα οποία υγιείς και ασθενείς αιχμάλωτοι κρατούνταν σε κοινό χώρο), μελέτες ιστού εγκαυμάτων, πειράματα σε νεογέννητα βρέφη, δοκιμαστικές εκτελέσεις σε θαλάμους αερίων, πρακτική εξάσκηση νεοεκπαιδευόμενων χειρουργών, βαλλιστικές μελέτες νέων όπλων πάνω σε ζωντανούς ανθρώπους, πειράματα σε ακραίες καταστάσεις ψύχους και ζέστης κ.ά. Δεν παρουσιαζόταν ποτέ έλλειψη «πιθήκων» ­ όπως αργότερα κατέθεσε ο δρ Ken Yuasa, «κατά περιόδους ζητούσαμε από την αστυνομία να μας φέρει έναν κομμουνιστή για να του κάνουμε τομή και αμέσως μας έστελναν έναν». Υπολογίζεται ότι στα χέρια των γιατρών της Μονάδας 731 πέθαναν τουλάχιστον 3.000 άνθρωποι κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Τον Αύγουστο του 1945, όταν η Ιαπωνία ετοιμαζόταν να παραδοθεί στους Συμμάχους, οι άνδρες της Μονάδας 731 άρχισαν να ανατινάζουν τις εγκαταστάσεις με δυναμίτη, αλλά δεν πρόλαβαν να ολοκληρώσουν το έργο τους. Πολλά κτίρια υπάρχουν ακόμη και σήμερα, με χαρακτηριστικότερο όλων τον τεράστιο αποτεφρωτήρα όπου παραδίδονταν στις φλόγες τα πτώματα των ανθρώπων-πειραματόζωων. Πρόλαβαν πάντως να «απελευθερώσουν» στα γύρω κινεζικά χωριά χιλιάδες ποντικούς μολυσμένους με διάφορους ιούς, τους οποίους σχεδίαζαν να ρίξουν με αερόστατα στη Δυτική Ακτή των ΗΠΑ (το ευφάνταστο σχέδιο είχε την κωδική ονομασία «Η κερασιά ανθίζει τη νύχτα»). Από τις επιδημίες που ξέσπασαν πέθαναν εκατοντάδες χωρικοί.
Αλλά η ιστορία της Μονάδας 731 είχε ακόμη πιο τραγική συνέχεια: ο αμερικανικός στρατός είχε μείνει πολύ πίσω στην έρευνα των βιολογικών όπλων και μόλις οι αξιωματούχοι του (με επικεφαλής τον στρατηγό Douglas McArthur) διαπίστωσαν την πρόοδο που είχαν σημειώσει οι Ιάπωνες προτίμησαν να δώσουν σιωπηρή αμνηστία στον διοικητή της Μονάδας 731 στρατηγό Shiro Ishii, στον ειδικό σε θέματα βιολογικών βομβών ταγματάρχη Junichi Kaneko και σε πολλούς ακόμη στρατιωτικούς και επιστήμονες, με αντάλλαγμα την τεχνογνωσία και το σύνολο των επιστημονικών δεδομένων που είχαν προκύψει από τις πολυετείς έρευνες. Κανείς τους δεν δικάστηκε και οι περισσότεροι συνέχισαν τη ζωή τους ανενόχλητοι, καταλαμβάνοντας μάλιστα σημαντικές θέσεις εξουσίας, όπως αυτή του κυβερνήτη του Τόκιο, του προέδρου του Ιαπωνικού Ιατρικού Συλλόγου και του επικεφαλής της Ιαπωνικής Ολυμπιακής Επιτροπής. Τα πρώτα στοιχεία για αυτή την ανίερη συμφωνία άρχισαν να αποκαλύπτονται στις αρχές της δεκαετίας του ’80, αλλά οι πιο συγκλονιστικές μαρτυρίες καταγράφηκαν μετά τον θάνατο του αυτοκράτορα Χιροχίτο. Σήμερα έχουν πλέον αρχίσει να κατατίθενται οι πρώτες δικαστικές απαιτήσεις για αποζημιώσεις από τους επιζήσαντες.
364785436
1939 -1945 Η ευγονική θηριωδία
Οσοι από τους εβραίους, τους μαύρους, τους ισπανόφωνους, τους ομοφυλόφιλους, τους αθίγγανους και τους ρώσους αιχμαλώτους των ναζιστών πέθαναν στους θαλάμους αερίων ίσως τελικά να ήταν οι τυχεροί. Οι υπόλοιποι χρησιμοποιήθηκαν από τον Μένγκελε σε μια σειρά προπαγανδιστικά πειράματα που είχαν σκοπό να αποδείξουν την ανωτερότητα της αρίας φυλής και να πείσουν για την αναγκαιότητα της γενοκτονίας. Ετσι, οι αιχμάλωτοι υποβάλλονταν σε πειράματα τεχνητής υποθερμίας (κατά τα οποία παρέμεναν επί ώρες σε δοχεία με παγωμένο νερό) ή υπερθερμίας, σε δοκιμές νέων οργάνων βασανισμού, σε δοκιμές βακτηριολογικών όπλων και νέων φαρμάκων, σε στειρώσεις και σε πειράματα στέρησης αισθητηριακών ερεθισμάτων. Τα ταλαιπωρημένα πειραματόζωα θανατώνονταν με μια ένεση στην καρδιά και κατά τη νεκροτομή γινόταν λεπτομερής ανθρωπομετρική καταγραφή των εσωτερικών τους οργάνων. Ιδιαίτερα επώδυνα ήταν τα μαρτύρια που υφίσταντο οι δίδυμοι κάθε ηλικίας, αλλά και οι ιερείς, στους οποίους ο «Αγγελος του Θανάτου» και οι υπόλοιποι γιατροί των ναζιστών είχαν ιδιαίτερη αδυναμία.
120634
1952 Η περίπτωση Χάρολντ Μπλερ
Μια από τις καλύτερα ντοκουμενταρισμένες περιπτώσεις επικίνδυνων πειραμάτων: Τον Δεκέμβριο του 1952 ο Χάρολντ Μπλερ, χαίρων άκρας οργανικής υγείας, ζήτησε οικειοθελώς να νοσηλευθεί για ένα διάστημα στο Πολιτειακό Ψυχιατρικό Ιδρυμα της Νέας Υόρκης επειδή μετά το πρόσφατο διαζύγιό του υπέφερε από κατάθλιψη. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του τού έγιναν πέντε φορές ενέσεις με τρία διαφορετικά παράγωγα μεσκαλίνης, ουσίες που είχε προμηθεύσει στο ίδρυμα το Σώμα Χημικού Πολέμου του αμερικανικού στρατού (το πείραμα έγινε στα πλαίσια ενός απόρρητου προγράμματος που είχε σκοπό να μελετήσει την κλινική επίδραση διαφόρων παραγόντων χημικού πολέμου). Ο Μπλερ παρουσίασε οξείες και οδυνηρές αντιδράσεις σε καθεμία από τις τέσσερις πρώτες ενέσεις και έτσι δεν δέχθηκε να του γίνει και η πέμπτη, αλλά εν τέλει οι γιατροί τον έπεισαν να συνεχίσει απειλώντας τον ότι θα τον έστελναν σε άλλο νοσοκομείο. Η πέμπτη ένεση ήταν 16 φορές πιο ισχυρή από την προηγούμενη και ο Μπλερ άρχισε να βγάζει αφρούς από το στόμα. Υστερα από δύο ώρες έπεσε σε κώμα και λίγο αργότερα πέθανε. Η πρώην σύζυγός του μήνυσε το ίδρυμα και ύστερα από αρκετές δίκες τής επιδικάστηκε αποζημίωση 18.000 δολαρίων. Ο αμερικανικός στρατός αρνήθηκε να παραδώσει στο δικαστήριο τα σχετικά έγγραφα παρά την έκδοση ειδικής δικαστικής απόφασης, αλλά το 1975 επικοινώνησε με την κόρη τού Μπλερ και την ενημέρωσε ότι ο φάκελος της υπόθεσης είχε βρεθεί κλεισμένος σε ένα θησαυροφυλάκιο. Ακολούθησε νέα σειρά δικών και ο αμερικανικός στρατός αναγκάστηκε να καταβάλει πάνω από 2,5 εκατ. δολάρια σε αποζημιώσεις.
Το βέβαιο πάντως είναι ότι ο Μπλερ ήταν απλώς ένας από τους πολλούς ανθρώπους που χρησιμοποιήθηκαν εν αγνοία τους σε αυτά τα πειράματα, καθ’ ότι μια τέτοια έρευνα δεν θα είχε καμία αξία αν διεξήγετο σε μικρό αριθμό ατόμων. Η τοξικότητα μιας ουσίας υπολογιζόταν ακόμη και τότε με τη μέθοδο LD50 (θανάσιμη δόση 50), κατά την οποία η εκάστοτε ουσία χορηγείται σε όλο και μεγαλύτερες δόσεις σε μια ομάδα πειραματόζωων ώσπου να βρεθεί η δόση εκείνη που θα σκοτώσει τα μισά από αυτά.
tuskegee
1955 -1970 Παιδιά του κατώτατου Θεού
Οι γιατροί του πολιτειακού νοσοκομείου Γουίλοουμπρούκ της Νέας Υόρκης μελετούσαν επί χρόνια τη μετάδοση και την εξέλιξη της ηπατίτιδας προσβάλλοντας με αυτήν όσα παιδιά με σοβαρή διανοητική στέρηση νοσηλεύονταν εκεί. Από το 1964 και μετά, και ύστερα από τον θόρυβο που προκάλεσε η αποκάλυψη του πειράματος, το νοσοκομείο σταμάτησε να δέχεται ελεύθερα τέτοιες περιπτώσεις παιδιών, εκτός αν οι γονείς υπέγραφαν μια φόρμα που ουσιαστικά τους αφαιρούσε το δικαίωμα να κινήσουν δικαστική έρευνα αν το παιδί τους προσβαλλόταν από ηπατίτιδα.
Οι υπεύθυνοι του νοσοκομείου δικαιολόγησαν τη στάση τους υποστηρίζοντας ότι, επειδή το 70% των παιδιών που φιλοξενούσαν είχαν δείκτη νοημοσύνης μικρότερο του 20 και αγνοούσαν ως και τους στοιχειώδεις κανόνες υγιεινής, ήταν σχεδόν σίγουρο ότι θα προσβάλλονταν από τον ιό μέσω των περιττωμάτων τους. Βέβαια αυτή η ντετερμινιστική λογική δεν είχε καμία σχέση με τις αρχές της ιατρικής και το πρόγραμμα διακόπηκε έξι χρόνια αργότερα, ύστερα από νέες καταγγελίες. Παρόμοια πειράματα έγιναν από το 1957 ως το 1961 σε περίπου 200 κρατουμένους του πολιτειακού σωφρονιστηρίου του Ιλινόι στο Τζολιέτ αλλά και σε άλλες φυλακές. Ο λόγος ήταν αφενός η ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων ηπατίτιδας στις ΗΠΑ κατά τα τέλη της δεκαετίας του ’50 και στις αρχές του ’60 ­ μόνο τους τέσσερις πρώτους μήνες του 1961 είχαν καταγραφεί 32.000 κρούσματα ­ και αφετέρου το γεγονός ότι ο ιός που προσέβαλλε τους ανθρώπους δεν είχε καμία επίπτωση στα ζώα, άρα οποιαδήποτε πειράματα σε ζώα δεν θα είχαν καμία αξία.
carbon_14_inhaler
1960 -1972 Πειράματα με ραδιενέργεια
Χαρακτηριστική περίπτωση των πολυάριθμων πειραμάτων για την επίδραση της ραδιενέργειας που ακολούθησαν την τραγωδία της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι είναι και αυτή του Πανεπιστημίου του Σινσινάτι, όπου καρκινοπαθείς ασθενείς (στην πλειονότητά τους μαύροι με δείκτη νοημοσύνης κάτω του μετρίου) βομβαρδίστηκαν με μεγάλες δόσεις ακτινοβολίας για τις οποίες πίστευαν ότι ήταν μέρος της χημειοθεραπείας τους. Το πρόγραμμα τελούσε υπό την εποπτεία του αμερικανικού στρατού. Συνολικά πέθαναν 77 ασθενείς, οι 44 μέσα στις πρώτες 40 ημέρες της θεραπείας τους, ενώ στις 5 Μαΐου 1999 επιδικάστηκε αποζημίωση 5,4 εκατ. δολαρίων στους επιζήσαντες. Αλλες περιπτώσεις που έγιναν γνωστές είναι αυτές των περισσότερων από 130 κρατουμένων των πολιτειακών φυλακών του Ορεγκον και της Ουάσιγκτον, οι οποίοι εκτέθηκαν σε επικίνδυνες δόσεις ραδιενέργειας σε μια σειρά πειραμάτων που χρηματοδότησε η Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας των ΗΠΑ. Σκοπός των πειραμάτων ήταν να μελετηθεί η επίδραση της ραδιενέργειας στο αναπαραγωγικό σύστημα του άνδρα και ειδικότερα στην παραγωγή σπερματοζωαρίων, και οι κρατούμενοι που επέζησαν υποχρεώθηκαν να κάνουν αγγειεκτομή (τεχνητή στείρωση) για να αποφευχθεί η πιθανότητα γέννησης παιδιών με γενετικές ανωμαλίες. Παρόμοια πειράματα έγιναν και στις φυλακές της Γιούτα, της Καλιφόρνιας και του Κολοράντο στις αρχές της δεκαετίας του ’60 (μόλυνση του αίματος των κρατουμένων με ραδιενεργές ουσίες).
Στις 15 Ιανουαρίου 1994 ο πρόεδρος Κλίντον έδωσε εντολή να συσταθεί Συμβουλευτική Επιτροπή για Πειράματα με Ραδιενέργεια σε Ανθρώπους (ACHRE) για να ερευνηθούν όλες οι σχετικές καταγγελίες. Σήμερα η τελική έκθεση της επιτροπής αυτής είναι διαθέσιμη στο κοινό (http://tis.eh.doe.gov/ohre/roadmap/ achre/report. html) και αποτελεί μια εξονυχιστική και συγκλονιστική καταγραφή μακράς σειράς πειραμάτων που στοίχισαν τη ζωή εκατοντάδων κρατουμένων και ασθενών.
chronic_disease_hospital
1964 Ενέσεις καρκίνου
Στα πλαίσια ενός πειράματος για τον χρόνο ζωής των καρκινικών κυττάρων στον οργανισμό ατόμων καταβεβλημένων από άλλες ασθένειες, οι γιατροί του Εβραϊκού Νοσοκομείου Χρονίων Νοσημάτων έκαναν ενέσεις με ζωντανά καρκινικά κύτταρα σε 22 κατάκοιτους ασθενείς χωρίς προηγουμένως να τους ενημερώσουν. Την επόμενη χρονιά τρεις γιατροί παραιτήθηκαν όταν η διοίκηση του νοσοκομείου αρνήθηκε να εξετάσει την καταγγελία τους για το πείραμα. Οι παραιτηθέντες κατέφυγαν στον ιατρικό σύλλογο της Νέας Υόρκης και η έρευνα που ακολούθησε τους δικαίωσε.
Ο γενικός διευθυντής του νοσοκομείου τέθηκε με ομόφωνη απόφαση σε διαθεσιμότητα για ένα χρόνο, για εξαπάτηση ασθενών και μη δεοντολογική συμπεριφορά. Ο ίδιος και οι γιατροί που μετείχαν στο πείραμα υποστήριξαν ότι οι ασθενείς είχαν συναινέσει προφορικά και ότι δεν έχει αποδειχθεί αν η μεταμόσχευση καρκινικών κυττάρων σε μη καρκινοπαθείς μπορεί να προκαλέσει καρκίνο. Το πείραμα επαναλήφθηκε το 1966 σε 300 μετεγχειρητικές ασθενείς της γυναικολογικής κλινικής του γνωστού νοσοκομείου Μεμόριαλ, χωρίς όμως να γίνει κάποια καταγγελία.
1966 Υπόγειος τρόμος
Ελάχιστα στοιχεία είναι γνωστά για το πείραμα που διεξήγαγε το 1966 ο αμερικανικός στρατός στο δίκτυο των υπόγειων σιδηροδρόμων της Νέας Υόρκης και του Σικάγου, αφού παραμένει ως και σήμερα απόρρητο. Το πείραμα αυτό συνίστατο στη διασπορά άγνωστου τύπου βακίλων σε ολόκληρο το δίκτυο του μετρό με σκοπό να μελετηθεί η ταχύτητα διασποράς και η πιθανή χρήση της τεχνικής αυτής ως βιολογικού όπλου (την ίδια τεχνική εφάρμοσε πριν από μερικά χρόνια στο μετρό του Τόκιο η αίρεση Αουμ Σινρικίο προκαλώντας τον θάνατο 12 ατόμων με το αέριο σαρίν). Το γεγονός ότι δεν έγιναν καταγγελίες πολιτών μάς οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι βάκιλοι ήταν ως επί το πλείστον ακίνδυνοι για τον άνθρωπο. Παρ’ όλα αυτά δεν παύουμε να έχουμε να κάνουμε με ένα τρανταχτό παράδειγμα κατάχρησης εξουσίας και συγκάλυψης.
1991 Ο άλλος πόλεμος του Κόλπου
Είναι γνωστό ότι στους στρατιώτες που ταξίδεψαν στον Περσικό Κόλπο για την επιχείρηση «Καταιγίδα της Ερήμου» έγιναν προληπτικώς εμβόλια για πιθανά χημικά και βιολογικά όπλα που θα χρησιμοποιούσε το Ιράκ. Λίγες μόλις εβδομάδες μετά την επιστροφή τους στις ΗΠΑ άρχισαν να εκδηλώνονται τα πρώτα συμπτώματα του γνωστού πλέον «συνδρόμου του πολέμου στον Περσικό Κόλπο» (GWS): εξανθήματα, ναυτία, καούρα, επίμονη φαγούρα, διαταραχές της όρασης κ.ά. Επιπλέον, οι γυναίκες πολλών βετεράνων του πολέμου με το Ιράκ παραπονέθηκαν ότι το σπέρμα των συζύγων τους είχε γίνει καυστικό. Η διοίκηση του αμερικανικού στρατού προσπάθησε αρχικά να διασκεδάσει τις καταγγελίες, αλλά όταν το GWS αναγνωρίστηκε ως υπαρκτό φαινόμενο από την επίσημη επιθεώρηση του Αμερικανικού Ιατρικού Συλλόγου απέδωσε τα συμπτώματα στη χρήση χημικών όπλων από το Ιράκ. Το πρόβλημα με αυτό το επιχείρημα ήταν ότι τα συμπτώματα του GWS παρουσίασαν όχι μόνο οι στρατιώτες που κατέλυσαν επί εβδομάδες στην έρημο αλλά και εκείνοι που παρέμειναν στα αεροπλανοφόρα τους καθ’ όλη τη διάρκεια της αποστολής! Εκτοτε, πηγές του αμερικανικού στρατού παραδέχθηκαν ανεπισήμως ότι είναι πιθανόν να χρησιμοποιήθηκαν και νέα, πειραματικά εμβόλια στους στρατιώτες, για την αποτελεσματικότητα και την ακινδυνότητα των οποίων δεν υπήρχαν επαρκείς κλινικές αποδείξεις.
1abc14a
Επίλογος: Ο εφιάλτης συνεχίζεται…
Ο σχετικά μικρός αριθμός επιβεβαιωμένων πειραμάτων σε ανθρώπους τα τελευταία χρόνια δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι οι διαστάσεις του φαινομένου έχουν περιορισθεί. Ισως απλώς σημαίνει ότι στις ημέρες μας οι υπεύθυνοι έχουν μάθει να κρύβουν πιο αποτελεσματικά τέτοιου είδους έρευνες. Μάλιστα τον Απρίλιο του 1999, διατάχθηκε η διακοπή όλων των ερευνητικών προγραμμάτων στο Παράρτημα Βετεράνων του Ιατρικού Κέντρου του Δυτικού Λος Αντζελες ύστερα από σωρεία καταγγελιών για διεξαγωγή πειραμάτων σε ασθενείς που δεν είχαν συναινέσει σ’ αυτά. Η έρευνα που ακολούθησε αποκάλυψε πολυάριθμες παραβάσεις του αμερικανικού κώδικα ερευνητικής δεοντολογίας.
Αναμφίβολα, τα επικίνδυνα πειράματα σε ανθρώπους συνεχίζονται σε πολλές γωνιές του πλανήτη μας. Αλλωστε η ιστορία μάς έχει διδάξει ότι όλα τα κράτη είναι επιρρεπή στο να εκμεταλλεύονται τους κοινωνικά, οικονομικά και βιολογικά κατώτερους πολίτες τους. Το γεγονός όμως ότι υπερηφανευόμαστε για τον πολιτισμό μας και τη δημοκρατική ωριμότητα των καθεστώτων μας ενώ δεν έχουμε καταφέρει να εξαλείψουμε αυτό το φαινόμενο αποτελεί πολιτισμική πρόκληση για τη νέα χιλιετία. Η λύση βρίσκεται στον εντατικότερο έλεγχο βιοηθικής, στη θέσπιση αυστηρότερων ποινών και στην υιοθέτηση εναλλακτικών ερευνητικών μεθόδων έστω και αν είναι πολυδάπανες. Και ας μην ξεχνάμε ότι η αξία μιας κοινωνίας είναι ευθέως ανάλογη του σεβασμού που αποδίδει στα πιο αδύναμα μέλη της.
ΔΙΕΘΝΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
Μετά την ιστορική δίκη της Νυρεμβέργης, όπου μεταξύ άλλων δικάστηκαν και γιατροί των ναζιστικών στρατευμάτων που είχαν συμμετάσχει σε πειράματα με ανθρώπους, κρίθηκε αναγκαία η σύνταξη ενός διεθνούς νομικού πλαισίου για τη χρησιμοποίηση ανθρώπων στην επιστημονική έρευνα. Ο Κώδικας της Νυρεμβέργης ψηφίστηκε το 1949 και αποτελείται από δέκα άρθρα:
Κώδικας της Νυρεμβέργης
1. Η εθελουσία συναίνεση του ανθρωπίνου υποκειμένου του πειράματος είναι απολύτως απαραίτητη. Αυτό σημαίνει ότι το άτομο που συμμετέχει στο πείραμα θα πρέπει να:
α) βρίσκεται σε θέση (από νομική σκοπιά) να συναινέσει στη διεξαγωγή,
β) βρίσκεται σε θέση που να του επιτρέπει να ασκήσει ελεύθερα το δικαίωμα της επιλογής χωρίς την παρεμβολή οιουδήποτε στοιχείου βίας, εξαπάτησης ή εξαναγκασμού, ή οιασδήποτε άλλης απώτερης μορφής καταναγκασμού ή πίεσης, και
γ) έχει επαρκείς γνώσεις και να κατανοεί όλες τις θεωρητικές και πρακτικές παραμέτρους προς διεξαγωγή πειράματος, έτσι ώστε να μπορεί να πάρει μια απόφαση βασισμένη σε πλήρη ενημέρωση και ορθή κρίση. Διά τούτο απαιτείται, πριν από την αποδοχή της καταφατικής απόφασης του υποκειμένου του πειράματος, να έχουν γίνει γνωστά σε αυτό η φύση, η διάρκεια και ο σκοπός του πειράματος, η μέθοδος και τα μέσα διεξαγωγής, όλες οι πιθανές ενοχλήσεις και οι κίνδυνοι καθώς και οι επιπτώσεις στην υγεία του ή στο άτομό του που μπορεί να προκληθούν από τη συμμετοχή του στο πείραμα. Είναι καθήκον και ευθύνη του ατόμου που οργανώνει, κατευθύνει και διεξάγει το πείραμα να εξασφαλίσει ότι πληρούνται όλες οι παραπάνω προϋποθέσεις όσον αφορά τη συναίνεση του υποκειμένου. Αυτό το προσωπικό καθήκον και η συνεπαγόμενη ευθύνη δεν μπορούν να μεταβιβασθούν ατιμωρητί σε άλλο άτομο.
2. Το πείραμα θα πρέπει να έχει σκοπό την απόδοση ενός καρποφόρου αποτελέσματος για το καλό του κοινωνικού συνόλου, αποτέλεσμα που δεν θα μπορεί να επιτευχθεί με άλλες μεθόδους ή μέσα έρευνας, και δεν θα είναι τυχαίο ή θα στερείται χρησιμότητας στη φύση.
3. Το πείραμα θα πρέπει να είναι σχεδιασμένο κατά τέτοιον τρόπο και να βασίζεται στα αποτελέσματα των αντιστοίχων πειραμάτων σε ζώα καθώς και στην υπάρχουσα γνώση της φυσικής ιστορίας της νόσου ή του υπό μελέτην προβλήματος έτσι ώστε τα προβλεπόμενα αποτελέσματα να δικαιολογούν τη διεξαγωγή του.
4. Το πείραμα θα πρέπει να διεξαχθεί κατά τέτοιον τρόπο ώστε να αποφευχθεί κάθε άσκοπος οργανικός ή ψυχικός πόνος ή τραυματισμός.
5. Κανένα πείραμα δεν πρέπει να
διεξάγεται όταν υπάρχει εκ των προτέρων γνώση ότι είναι πιθανόν να προκληθεί ο θάνατος του υποκειμένου ή ο τραυματισμός του με αποτέλεσμα οιουδήποτε
δείκτη αναπηρία ­ παρεκτός, ίσως, τα πειράματα εκείνα όπου οι διεξάγοντες
αυτά ιατροί είναι παραλλήλως και τα υποκείμενα.
6. Ο δείκτης κινδύνου ενός πειράματος δεν θα πρέπει ποτέ να υπερβαίνει αυτόν που καθορίζεται από την ανθρωπιστική σημασία του προβλήματος που αποσκοπεί να λύσει το πείραμα.
7. Θα πρέπει να γίνουν οι κατάλληλες προετοιμασίες και να εξασφαλισθούν επαρκή μέσα για την προστασία του υποκειμένου του πειράματος από έστω και απειροελάχιστες πιθανότητες τραυματισμού, αναπηρίας ή θανάτου.
8. Το πείραμα θα πρέπει να διεξαχθεί μόνο από άτομα με την ανάλογη επιστημονική κατάρτιση. Οι διεξάγοντες το πείραμα και οι εμπλεκόμενοι σε αυτό θα πρέπει να επιδείξουν σε όλα του τα στάδια τον υψηλότερο βαθμό ικανοτήτων και μέριμνας.
9. Κατά τη διάρκεια του πειράματος, το ανθρώπινο υποκείμενο θα πρέπει να
έχει την ελευθερία να θέσει τέλος στο πείραμα αν έχει φθάσει σε εκείνη την οργανική ή ψυχική κατάσταση όπου η συνέχιση του πειράματος του φαίνεται αδύνατη.
10. Κατά τη διάρκεια του πειράματος, ο επικεφαλής επιστήμονας θα πρέπει να είναι προετοιμασμένος να διακόψει το πείραμα σε οιοδήποτε στάδιό του αν έχει λόγο να πιστεύει ­ βάσει της καλής πίστης, των υψηλών ικανοτήτων και της προσεκτικής κρίσης που απαιτούνται από αυτόν ­ ότι η συνέχιση του πειράματος είναι πιθανόν να οδηγήσει στον τραυματισμό, την αναπηρία ή τον θάνατο του υποκειμένου του πειράματος.
Με το πέρασμα του χρόνου έγινε φανερό ότι ο κώδικας αυτός είχε πολλά κενά, ενώ παράλληλα το ζήτημα της δεοντολογίας στην ιατρική άρχισε να γίνεται όλο και πιο καίριο. Ετσι, το 1964 η Παγκόσμια Ενωση Ιατρών (WMA) ψήφισε στη 18η σύνοδό της τη Διακήρυξη του Ελσίνκι (η οποία έκτοτε αναθεωρήθηκε τρεις φορές σε μεταγενέστερες συνόδους, το 1975, το 1983 και το 1989). Η βασική διαφορά της από τον Κώδικα της Νυρεμβέργης είναι η διάκριση μεταξύ θεραπευτικής και μη θεραπευτικής έρευνας. Τα άρθρα περί θεραπευτικής έρευνας περιέχονται στις δύο πρώτες ενότητες της διακήρυξης και παρέχουν στον ασθενή τη δυνατότητα να συναινέσει στην ακολούθηση μιας πειραματικής αγωγής που είναι πιθανόν να έχει ωφέλιμα αποτελέσματα. Για τους σκοπούς του παρόντος κειμένου ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η τρίτη ενότητα:
Η διακήρυξη του Ελσίνκι
Ενότητα ΙΙΙ. Μη θεραπευτική βιοϊατρική έρευνα με χρήση ανθρωπίνων υποκειμένων (Μη κλινική βιοϊατρική έρευνα)
1. Στην αποκλειστικά επιστημονική εφαρμογή της ιατρικής έρευνας που διεξάγεται σε ένα ανθρώπινο ον, είναι καθήκον του ιατρού να παραμείνει προστάτης της ζωής και της υγείας του ατόμου εκείνου στο οποίο διεξάγεται η βιοϊατρική έρευνα.
2. Τα υποκείμενα θα πρέπει να είναι εθελοντές ­ είτε υγιή άτομα είτε ασθενείς των οποίων η ασθένεια δεν σχετίζεται με το αντικείμενο της πειραματικής έρευνας.
3. Ο ερευνητής ή η ερευνητική ομάδα θα πρέπει να διακόψουν την έρευνα αν, κατά την κρίση του/της, η συνέχισή της θα μπορούσε να αποδειχθεί επιβλαβής για το υποκείμενο.
4. Κατά τη βιοϊατρική έρευνα που διεξάγεται στον άνθρωπο, το συμφέρον της επιστήμης και του κοινωνικού συνόλου δεν θα πρέπει ποτέ να επισκιάζει τη μέριμνα για την υγεία του υποκειμένου.
(Το πλήρες κείμενο της Διακήρυξης του Ελσίνκι μπορεί να βρεθεί στη διεύθυνση: http://www.vitreoussociety.org/ journal/instruct/helsinki.htm)
Μπάμπουρης, Βασίλης
   Πηγή: Το Βήμα
Αντικλείδι , http://antikleidi.com