Εδώ, στην μικρή πόλη Νόλα της Ιταλίας το 1548 ξεκινά η ιστορία του Τζορντάνο Μπρούνο.
Τα πρώτα χρόνια της εφηβείας του τα έζησε στην Νάπολη όπου σπούδασε λογική και διαλεκτική. Αργότερα μπήκε στο τάγμα των Δομινικανών μοναχών και στο μοναστήρι του San Domenico Maggiore όπου έμεινε εκεί για δέκα χρόνια. Η ζωή του μες το μοναστήρι έκρυβε μια έκπληξη σε κάθε στιγμή. Το φιλοπερίεργο πνεύμα του είχε αρχίσει να αμφισβητεί τις αρχές εκείνες που του είχαν μάθει από όταν ήταν παιδί. Ώρες ατέλειωτες καθόταν πάνω απ’ τα σκονισμένα βιβλία του και μελετούσε τις γραφές αλλά και τους παλιούς φιλοσόφους αναζητώντας την αλήθεια. Δεν άργησε η μέρα που άρχισαν να κυκλοφορούν στο μοναστήρι φήμες για τις απόψεις του Μπρούνο. Λεγόταν ότι δεν αποδεχόταν την θεϊκή φύση και την ανάσταση του Ιησού και ότι δεν πίστευε στον τριαδικό χωρισμό του Θεού. Εκείνος έβλεπε μια ενότητα σε όλα τα πράγματα, σε όλο το Σύμπαν. Ο Θεός ήταν παντού, ενιαίος και ήταν ταυτόσημος με το σύμπαν. Όταν μαθεύτηκαν οι αντιλήψεις του, οι υπόλοιποι μοναχοί ξεσηκώθηκαν. Τον κατηγόρησαν ως αιρετικό, και εκείνος φοβούμενος τις αντιδράσεις της εκκλησίας αναγκάστηκε να φύγει. Από τότε έζησε περιπλανώμενος από τόπο σε τόπο, χωρίς να καταφέρει να στεριώσει πουθενά. Το ατίθασο πνεύμα του, η βαθύτερη αναζήτηση της αλήθειας και η αμφισβήτηση αρχών που μέχρι τότε θεωρούνταν δεδομένες του επιφύλασσε την πιο σκληρή μοναξιά: την μοναξιά της γενναίας ψυχής που σκαρφαλώνει στον λόφο και μπορεί πια να δει ξεκάθαρα τι κρύβει το μέλλον στον μακρινό ορίζοντα, όταν την ίδια στιγμή όλοι οι συγκαιρινοί του αδυνατούσαν να τον κατανοήσουν. Δεν μπορούσε όμως να συγκρατήσει τον χείμαρρο της θέλησής του για μάθηση. Η δίψα του αυτή επεκτάθηκε σε πάρα πολλούς τομείς, στην φυσική, στην φιλοσοφία, στην μαγεία, στην θεολογία και στην μελέτη της μνήμης.
Πέντε χρόνια πριν απ’ την γέννησή του είχε πεθάνει ένας άλλος μεγάλος μελετητής με σπουδαίο πνεύμα: Ο Νικόλαος Κοπέρνικος. Ο Κοπέρνικος είχε δημοσιεύσει το σπουδαιότερο έργο του λίγο πριν πεθάνει φοβούμενος τις αντιδράσεις της Εκκλησίας. Όταν ο Μπρούνο διάβασε τα κείμενα του Κοπέρνικου όλα ξαφνικά αποκαλύφθηκαν, όλα απέκτησαν νόημα. Σαν να υποψιαζόταν τούτες τις θεωρίες από πριν και έψαχνε τον τρόπο να τους δώσει σχήμα. Δεν ήταν οι πλανήτες και ο Ήλιος που περιφέρονταν γύρω απ’ τη Γη, αλλά η γη και οι πλανήτες που περιφέρονταν γύρω απ’ τον Ήλιο! Η μελέτη κι η αναζήτηση του Μπρούνο δεν σταμάτησε εκεί. Επέκτεινε την θεωρία του Κοπέρνικου σε ολόκληρο το σύμπαν: Το σύμπαν ήταν άπειρο και υπήρχαν αναρίθμητοι κόσμοι, αναρίθμητα ηλιακά συστήματα που μπορεί να είχαν και εκείνα ζωή. Αυτές οι απόψεις φάνταζαν απίστευτες και αιρετικές για τους ανθρώπους του 16ου αιώνα. Μέχρι τότε πίστευαν ότι οι ουρανοί ήταν τέλειοι και άφθαρτοι. Μα το διεισδυτικό πνεύμα του Μπρούνο αδυνατούσε να δεχτεί τέτοιους δογματισμούς αφού γνώριζε ότι η ανθρώπινη εγωκεντρική φύση θέλει όλα να περιστρέφονται γύρω απ’ αυτήν. Έκανε λοιπόν αίτηση στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης για να διδάξει εκεί.
Όταν ξεκίνησε τις διαλέξεις του στην Οξφόρδη για το Ηλιοκεντρικό σύστημα υπήρξαν θύελλες αντιδράσεων από του συντηρητικούς κύκλους της εποχής. Αυτές οι απόψεις του σε συνδυασμό με την αντίληψή του ότι η θρησκεία είναι μέσο καθοδήγησης και διακυβέρνησης των αμαθών ανθρώπων ενώ η φιλοσοφία είναι η επιστήμη των εκλεκτών τον έκανε ιδιαίτερα αντιπαθή στους ακαδημαϊκούς κύκλους της Οξφόρδης. Όταν μάλιστα επιτέθηκε κατά της κοσμολογίας του Αριστοτέλη -που οι θεωρίες του συνέπιπταν με την κοσμολογία της εκκλησίας αφού τοποθετούσε την Γη στο κέντρο του κόσμου- ήταν τόσο έντονες οι αντιδράσεις που αναγκάστηκε να φύγει απ’ την Οξφόρδη. Επιστρέφοντας στο Λονδίνο συνέχισε να μελετά και να σμιλεύει το φιλοσοφικό του σύστημα γράφοντας κάποια από τα σημαντικότερά του έργα. Το 1585 απογοητευμένος απ’ την αποδοχή που είχαν οι θεωρίες του στην Αγγλία αποφάσισε να πάει στην Γαλλία.
Όταν έφθασε στο Παρίσι ελπίζοντας σε κάποια καλύτερη αντιμετώπιση, έγραψε ένα σύγγραμμα όπου αντιμαχόταν την Αριστοτελική κοσμολογία. Είχε μάλιστα το θάρρος να προκαλέσει τους υποστηρικτές του Αριστοτέλη σε δημόσια συζήτηση. Αυτή η δημόσια συζήτηση έγινε, αλλά δεν είχε τα αποτελέσματα που ήλπιζε. Τον χλεύασαν, τον χτύπησαν και τον ανάγκασαν να φύγει απ’ τη χώρα.
Τα επόμενα πέντε χρόνια ήταν μόνος και περιπλανώμενος. Ταξίδεψε σε πολλές περιοχές της ανατολικής Ευρώπης και κατέληξε στην Γερμανία, όπου έδινε διαλέξεις από πανεπιστήμιο σε πανεπιστήμιο για να ζήσει από το λιγοστό επίδομα που του δίνανε. Τις νύχτες που είχε καθαρό ουρανό στεκόταν και τον κοιτούσε ώρες ατέλειωτες. Η καρδιά του κόντευε να σπάσει. Η αλήθεια τον κοιτούσε στα μάτια, μα δεν υπήρχε κανείς να την ακούσει και να την δεχτεί. Παντού τον δέχονταν με ύβρεις και μετά τα τελευταία του κείμενα τον είχαν αποκηρύξει ακόμα και οι καλύτεροί του φίλοι. Μέσα σε τούτη την μοναξιά δέχτηκε μια ανέλπιστη πρόσκληση από έναν παλιό φίλο του που κατοικούσε στην Βενετία, τον Μοτσένιγκο (Zuane Mocenigo). Ο Μοτσένιγκο ζητούσε απ’ τον Μπρούνο να του διδάξει την τέχνη της μνήμης. Εκείνος αποδέχτηκε με ενθουσιασμό την πρόσκληση και έτσι ταξίδεψε στην Βενετία για να βρει τον παλιό του φίλο.
Τα επόμενα πέντε χρόνια ήταν μόνος και περιπλανώμενος. Ταξίδεψε σε πολλές περιοχές της ανατολικής Ευρώπης και κατέληξε στην Γερμανία, όπου έδινε διαλέξεις από πανεπιστήμιο σε πανεπιστήμιο για να ζήσει από το λιγοστό επίδομα που του δίνανε. Τις νύχτες που είχε καθαρό ουρανό στεκόταν και τον κοιτούσε ώρες ατέλειωτες. Η καρδιά του κόντευε να σπάσει. Η αλήθεια τον κοιτούσε στα μάτια, μα δεν υπήρχε κανείς να την ακούσει και να την δεχτεί. Παντού τον δέχονταν με ύβρεις και μετά τα τελευταία του κείμενα τον είχαν αποκηρύξει ακόμα και οι καλύτεροί του φίλοι. Μέσα σε τούτη την μοναξιά δέχτηκε μια ανέλπιστη πρόσκληση από έναν παλιό φίλο του που κατοικούσε στην Βενετία, τον Μοτσένιγκο (Zuane Mocenigo). Ο Μοτσένιγκο ζητούσε απ’ τον Μπρούνο να του διδάξει την τέχνη της μνήμης. Εκείνος αποδέχτηκε με ενθουσιασμό την πρόσκληση και έτσι ταξίδεψε στην Βενετία για να βρει τον παλιό του φίλο.
Η σχέση τους όμως δεν πήγε καλά. Ο φθόνος του Μοτσένιγκο ξεπέρασε κάθε προηγούμενο όταν κατηγόρησε τον Μπρούνο ότι κρατούσε την γνώση για τον εαυτό του και ότι δεν την μοιραζόταν με εκείνον. Απογοητευμένος από την εξέλιξη των πραγμάτων ο Μπρούνο έλαβε την απόφαση να επιστρέψει στην Γερμανία όπου είχε τουλάχιστον το ελεύθερο να δίνει διαλέξεις. Μάζεψε τα πράγματά του για το ταξίδι και έπεσε να κοιμηθεί με σκοπό να φύγει νωρίς το πρωί μόλις θα ξημέρωνε. Όμως ο Μοτσένιγκο είχε άλλα σχέδια. Την ώρα που κοιμόταν ο Μπρούνο, μπήκε μέσα μαζί με 6 στρατιώτες για να τον συλλάβουν. Τον είχε καταγγείλει στην Ιερά Εξέταση. Ο ίδιος ο φίλος του τον είχε προδώσει.
Οι ιεροεξεταστές της Βενετίας τον ανέκριναν και τον φυλάκισαν αφού έφτιαξαν μια μεγάλη λίστα με τις αιρετικές απόψεις του. Πέρα απ’ τις κοσμολογικές του αντιλήψεις, η λίστα συμπεριλάμβανε και τις αιρετικές απόψεις του ότι ο Μωυσής και ο Ιησούς είχαν απλά γνώσεις μαγείας και ότι οι δυνάμεις τους δεν ήταν εκ Θεού. Επίσης δεν δεχόταν την γέννηση του Ιησού από παρθένο, και την ύπαρξη κόλασης. Αυτές οι πεποιθήσεις του σε συνδυασμό με τις φιλοσοφικές και επιστημονικές του αντιλήψεις οδήγησαν τους ιεροεξεταστές να τον κρατήσουν στην φυλακή για δύο χρόνια. Στην συνέχεια τον εξέδωσαν στην σκληρή Ιερά Εξέταση της Ρώμης. Έμεινε εκεί φυλακισμένος επί επτά ολόκληρα χρόνια κατά τα οποία τον ανέκριναν συνεχώς με απίστευτα βασανιστήρια. Εκείνος πεισματικά, όταν του λέγανε να αποκηρύξει τις ιδέες του απαντούσε ότι δεν είχε τίποτα να ανακαλέσει. Δεν του επέτρεπαν ούτε να διαβάζει ούτε να γράφει. Το κορμί του είχε γίνει ερείπιο και ο οργανισμός του ήταν καταβεβλημένος απ’ την έλλειψη τροφής. Οι βασανιστές του θεωρούσαν ότι ήταν ευθύνη των συγγενών να τρέφουν τους φυλακισμένους μα ο Μπρούνο δεν είχε κανέναν.
Στις 21 Δεκεμβρίου του 1599 ο Μπρούνο οδηγήθηκε στο δικαστήριο εμπρός σε εννιά καρδινάλιους και έξι επισκόπους ενώ ένα μήνα μετά στις 20 Ιανουαρίου 1600, του δικαστηρίου προήδρευσε ο πάπας Κλήμης Η’. Παρά τους εξευτελισμούς, τα βασανιστήρια και τις ύβρεις δεν κατάφεραν να κάνουν τον Μπρούνο να λυγίσει. Δεν αρνήθηκε ούτε μία λέξη από όσα είχε πει και γράψει. Η απόφαση του δικαστηρίου ήταν απόλυτη και αδιαπραγμάτευτη: Να καεί ζωντανός στην πυρά με την κατηγορία του αμετανόητου αιρετικού. Η απάντηση του Μπρούνο έχει χαραχτεί στην ιστορία: «Ίσως ο φόβος σας να με καταδικάσετε είναι μεγαλύτερος από τον δικό μου φόβο να το αποδεχθώ».
Στις 21 Δεκεμβρίου του 1599 ο Μπρούνο οδηγήθηκε στο δικαστήριο εμπρός σε εννιά καρδινάλιους και έξι επισκόπους ενώ ένα μήνα μετά στις 20 Ιανουαρίου 1600, του δικαστηρίου προήδρευσε ο πάπας Κλήμης Η’. Παρά τους εξευτελισμούς, τα βασανιστήρια και τις ύβρεις δεν κατάφεραν να κάνουν τον Μπρούνο να λυγίσει. Δεν αρνήθηκε ούτε μία λέξη από όσα είχε πει και γράψει. Η απόφαση του δικαστηρίου ήταν απόλυτη και αδιαπραγμάτευτη: Να καεί ζωντανός στην πυρά με την κατηγορία του αμετανόητου αιρετικού. Η απάντηση του Μπρούνο έχει χαραχτεί στην ιστορία: «Ίσως ο φόβος σας να με καταδικάσετε είναι μεγαλύτερος από τον δικό μου φόβο να το αποδεχθώ».
17 Φεβρουαρίου 1600
Κελί σκοτεινό. Σωριασμένος στο πάτωμα, καταβεβλημένος και ξεχασμένος από όλους τους φίλους του μετράει την λιγοστή ώρα που απομένει μέχρι την εκτέλεση. Ακούει βήματα. Βήματα άγρια, τα γνωρίζει καλά. Η πανοπλία των φρουρών βγάζει έναν ανατριχιαστικό ήχο που πια ταυτίζεται με την αίσθηση του πόνου. Η πόρτα της φυλακής ανοίγει βίαια. Τον σηκώνουν και με δυσκολία στέκεται στα πόδια του. Τον φιμώνουν. Με την λιγοστή δύναμη που του έχει απομείνει προσπαθεί να περπατήσει μόνος του, να σταθεί περήφανος μπροστά στο τέλος του. Ο τόπος εκτέλεσης είναι το Campo de Fiori, η πλατεία των λουλουδιών. Με την συνοδεία των φρουρών προχωράει σταθερά προς το θάνατο. Μια ομάδα μοναχών ψέλνουν και τον χλευάζουν μέχρι τέλους προτρέποντας τον να αρνηθεί όλα όσα πιστεύει. Την ίδια ώρα τα βιβλία του καίγονται έξω απ’ τον Άγιο Πέτρο.
Τον γδύνουν και τον δένουν στον πάσσαλο. Λίγο πριν παραδοθεί το κορμί του στις φλόγες ένας μοναχός τού προσφέρει τον εσταυρωμένο για να τον φιλήσει σαν μια στερνή ένδειξη μετάνοιας. Εκείνος αποστρέφει βίαια το πρόσωπό του απ’ τον σταυρό. Ο πάσσαλος φλέγεται. Ακολουθεί το παρανάλωμά του μπροστά στα μνησίκακα μάτια εκατοντάδων παρευρισκομένων, κληρικών, μοναχών και λαού. Ο Τζορντάνο Μπρούνο, το ελεύθερο πνεύμα που αναζήτησε την αλήθεια μέχρι τέλους, ξεψυχάει. Ο θάνατος έρχεται να πάρει τη θέση της οδύνης που τα τελευταία χρόνια είναι κυρίαρχη. Επιτέλους… Κοιμάται, γίνεται όνειρο.
Κελί σκοτεινό. Σωριασμένος στο πάτωμα, καταβεβλημένος και ξεχασμένος από όλους τους φίλους του μετράει την λιγοστή ώρα που απομένει μέχρι την εκτέλεση. Ακούει βήματα. Βήματα άγρια, τα γνωρίζει καλά. Η πανοπλία των φρουρών βγάζει έναν ανατριχιαστικό ήχο που πια ταυτίζεται με την αίσθηση του πόνου. Η πόρτα της φυλακής ανοίγει βίαια. Τον σηκώνουν και με δυσκολία στέκεται στα πόδια του. Τον φιμώνουν. Με την λιγοστή δύναμη που του έχει απομείνει προσπαθεί να περπατήσει μόνος του, να σταθεί περήφανος μπροστά στο τέλος του. Ο τόπος εκτέλεσης είναι το Campo de Fiori, η πλατεία των λουλουδιών. Με την συνοδεία των φρουρών προχωράει σταθερά προς το θάνατο. Μια ομάδα μοναχών ψέλνουν και τον χλευάζουν μέχρι τέλους προτρέποντας τον να αρνηθεί όλα όσα πιστεύει. Την ίδια ώρα τα βιβλία του καίγονται έξω απ’ τον Άγιο Πέτρο.
Τον γδύνουν και τον δένουν στον πάσσαλο. Λίγο πριν παραδοθεί το κορμί του στις φλόγες ένας μοναχός τού προσφέρει τον εσταυρωμένο για να τον φιλήσει σαν μια στερνή ένδειξη μετάνοιας. Εκείνος αποστρέφει βίαια το πρόσωπό του απ’ τον σταυρό. Ο πάσσαλος φλέγεται. Ακολουθεί το παρανάλωμά του μπροστά στα μνησίκακα μάτια εκατοντάδων παρευρισκομένων, κληρικών, μοναχών και λαού. Ο Τζορντάνο Μπρούνο, το ελεύθερο πνεύμα που αναζήτησε την αλήθεια μέχρι τέλους, ξεψυχάει. Ο θάνατος έρχεται να πάρει τη θέση της οδύνης που τα τελευταία χρόνια είναι κυρίαρχη. Επιτέλους… Κοιμάται, γίνεται όνειρο.
Σχεδόν τρεις αιώνες μετά, στο ίδιο σημείο όπου δολοφονήθηκε απ’ την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ο Τζορντάνο Μπρούνο, οι Ιταλοί έστησαν ανδριάντα του. Ο Μπρούνο χαράχτηκε στην ιστορία ως το σύμβολο της ελεύθερης έκφρασης, ως ο μεγάλος εκείνος ανθρώπος που αναζήτησε την αλήθεια δίχως να φοβηθεί το κόστος. Το ανήσυχο πνεύμα του σαν φάρος φωτίζει την σύγχρονη επιστήμη και φιλοσοφία. Ας συνεχίσει να φωτίζει και τον 21ο αιώνα όπου η ελευθερία των ανθρώπων μοιάζει να κινδυνεύει και πάλι, και ξεπουλιέται ως φτηνό αντάλλαγμα τάχα για ασφάλεια, σωματική ή ψυχική, άλλοτε για να εξυπηρετήσει πολιτικές σκοπιμότητες κι άλλοτε μάταιες μεταφυσικές ελπίδες…https://spithes.wordpress.com/2009/10/01/skia-kai-doksa/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου