Οι γενιές μας θα περάσουν στην ιστορία ως μεγάλοι βρομύλοι στα περιβαλλοντικά θέματα
Διχάζει ο ενεργειακός θησαυρός της Ευρώπης
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ
Διχασμένη παραμένει η Ευρώπη σχετικά με την πολιτική που σκοπεύει να ακολουθήσει στον κλάδο του σχιστολιθικού αερίου. Χώρες όπως η Γαλλία (όπου ενδεχομένως να βρίσκονται τα μεγαλύτερα κοιτάσματα στο υπέδαφος της Ε.Ε.) και η Βουλγαρία έχουν απαγορεύσει την «υδραυλική ρωγμάτωση» (ή fracking), τη διαδικασία δηλαδή που απαιτείται για την απελευθέρωση του φυσικού αερίου που είναι παγιδευμένο μέσα σε σχιστολιθικά πετρώματα.
Στη Γερμανία, η αντικατάσταση του FDP (Ελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα) από το SPD (Σοσιαλδημοκράτες) στον κυβερνητικό συνασπισμό συνοδεύτηκε από ένα μορατόριουμ στις έρευνες έως ότου επιλυθούν τα περιβαλλοντικά ζητήματα που προκύπτουν από τη διαδικασία.
Οι υπέρμαχοι
Στην άλλη άκρη του φάσματος, η Πολωνία, απτόητη παρά τις νέες, δραστικά συρρικνωμένες εκτιμήσεις για κοιτάσματα και τις αποχωρήσεις ξένων πολυεθνικών, έχει συστήσει μία κοινοπραξία κρατικών εταιρειών πετρελαίου, εξορύξεων και ηλεκτρισμού, για να συνεχίσει τις έρευνες για μη συμβατικό αέριο.
Στη Βρετανία, ο Ντέιβιντ Κάμερον ισχυρίζεται ότι το μυστικό της βιομηχανικής αναγέννησης της χώρας του κρύβεται στα πετρώματα του σχιστόλιθου του Μπόουλαντ, στον αγγλικό Βορρά, και στα άλλα κοιτάσματα της χώρας.
Προ ολίγων ημερών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε σύσταση με ένα βασικό πλαίσιο αρχών που θα διέπουν το fracking στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Οπως σημειώνεται στη σύσταση, «η περιβαλλοντική νομοθεσία της Ενωσης καταρτίστηκε σε μια εποχή κατά την οποία η υδραυλική ρωγμάτωση μεγάλου όγκου δεν χρησιμοποιείτο στην Ευρώπη. Συνεπώς, ορισμένες περιβαλλοντικές πτυχές που σχετίζονται με την έρευνα και την παραγωγή των υδρογονανθράκων για τις οποίες χρησιμοποιείται αυτή η πρακτική δεν καλύπτονται πλήρως από την ισχύουσα ενωσιακή νομοθεσία, ιδίως σε ό,τι αφορά τον στρατηγικό σχεδιασμό, την αξιολόγηση των υπόγειων κινδύνων, την ακεραιότητα των φρεάτων, τη βασική και την επιχειρησιακή παρακολούθηση, τη δέσμευση των εκπομπών μεθανίου και την κοινοποίηση πληροφοριών σχετικά με τις χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται σε κάθε φρέαρ».
Κανόνες από την Ε.Ε.
Η θέσπιση κοινών ελάχιστων αρχών, κατά την Κομισιόν, «θα εξασφαλίζει ίσους όρους ανταγωνισμού και θα βελτιώνει την εμπιστοσύνη των επενδυτών και τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς ενέργειας. Επίσης, αναμένεται ότι οι σαφείς και διαφανείς κανόνες θα μετριάσουν τις ανησυχίες του κοινού και ενδεχομένως την αντίθεσή του στην ανάπτυξη της εκμετάλλευσης του σχιστολιθικού αερίου».
Με λίγα λόγια, οι Βρυξέλλες είπαν στα κράτη-μέλη ότι, υπό την προϋπόθεση του σεβασμού των ελάχιστων αυτών κοινών αρχών (που δεν είναι καν νομικά δεσμευτικές), το καθένα είναι ελεύθερο να διαμορφώσει τη δική του πολιτική σχετικά με το σχιστολιθικό αέριο – μια στάση παρεμφερή με αυτή που τήρησε η ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ έναντι των πολιτειών.
Δεν είναι Αμερική
Για μια σειρά λόγων, ωστόσο, θεωρείται εξαιρετικά αμφίβολο ότι η αμερικανική σχιστολιθική επανάσταση μπορεί να επαναληφθεί στην Ευρώπη, μειώνοντας τις τιμές της ενέργειας για τη βιομηχανία και οδηγώντας ακόμα και στον επαναπατρισμό βιομηχανικών θέσεων εργασίας από χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου.
Ενας βασικός λόγος αφορά τη γεωλογική δομή των ευρωπαϊκών κοιτασμάτων. Σύμφωνα με τη Φλόρενς Τζένι του Ινστιτούτου Ενεργειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης («Can Unconventional Gas be a Game-Changer in European Gas Markets? »): «Συγκρινόμενες με τη Βόρεια Αμερική, οι λεκάνες μη συμβατικού αερίου της Ευρώπης τείνουν να είναι μικρότερες, τεκτονικά πιο περίπλοκες και οι γεωλογικές μονάδες φαίνεται να είναι πιο κατακερματισμένες.
Επιπλέον, οι (ευρωπαϊκοί) σχιστόλιθοι τείνουν να βρίσκονται βαθύτερα, να είναι θερμότεροι και πιο πεπιεσμένοι (…) και με περισσότερο άργιλο στη σύστασή τους». Αυτό σημαίνει ότι το κόστος της εξόρυξης θα είναι αυξημένο και τα αποτελέσματά της πιο αβέβαια.
Το κόστος θα είναι αυξημένο επίσης γιατί οι περιβαλλοντικοί κανονισμοί στις ευρωπαϊκές χώρες θα είναι αυστηρότεροι από ό,τι σε αμερικανικές πολιτείες με ιστορικό φιλικών σχέσεων με τον κλάδο των υδρογοναθράκων, όπως το Τέξας και η Πενσιλβάνια.
Διαδηλώσεις στην Αγγλία
Ενα ακόμη πρόβλημα είναι πως οι περιοχές όπου βρίσκονται τα ευρωπαϊκά κοιτάσματα τείνουν να είναι πολύ πιο πυκνοκατοικημένες από τις αντίστοιχες αμερικανικές, κάτι που συνεπάγεται μεγαλύτερες αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών. Σύμφωνα με τoν Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (IEA), «αφού ξεκινήσει η εξόρυξη, συνήθως είναι σε λειτουργία όλο το 24ωρο, προκαλώντας θόρυβο και αναθυμιάσεις από τις ντιζελογεννήτριες, απαιτώντας φώτα τη νύχτα και δημιουργώντας μια σταθερή ροή δρομολογίων φορτηγών» που μεταφέρουν το νερό που απαιτείται, σε μια διαδικασία που μπορεί να διαρκέσει «από μερικές ημέρες έως αρκετούς μήνες».
Οι διαδηλωτές που κατασκήνωσαν τον περασμένο Αύγουστο έξω από το χωριό Μπάλκομπ στo δυτικό Σάσεξ στη νότια Αγγλία, τασσόμενοι κατά των ερευνών για πετρέλαιο που σχεδίαζε στην περιοχή η αμερικανική εταιρεία Cuadrilla, η οποία είχε πάρει άδεια και για fracking, αποτελούν χαρακτηριστικό προοίμιο του τι μπορεί να επακολουθήσει αν ο Κάμερον επιμείνει στα σχιστολιθικά του οράματα.
Τρίτον, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, οι ιδιοκτήτες γης στην Ευρώπη δεν αποκτούν δικαιώματα και επί του ορυκτού πλούτου που βρίσκεται στο υπέδαφος των οικοπέδων του. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα έχουν τα ίδια κίνητρα να στηρίξουν τις έρευνες όπως οι Αμερικανοί.
Πρώτες ενδείξεις σε Ηπειρο και Θράκη
Υπάρχουν τέσσερις εκτεταμένες λεκάνες σχιστολιθικού αερίου στα εδάφη της Ε.Ε.: από την ανατολική Δανία και τη νότια Σουηδία έως τη νοτιοανατολική Πολωνία προς τα νότια και τις χώρες της Βαλτικής προς τα βόρεια· από τη βορειοδυτική Αγγλία έως τη βόρεια Γερμανία μέσω της Ολλανδίας· από τη νότια Αγγλία έως την περιοχή του Παρισιού στη Γαλλία· και από τη Σλοβακία και την Ουγγαρία νότια μέσω της Ρουμανίας έως τις βουλγαρικές ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Οπως σημειώνει το Oxford Institute for Energy Studies, οι εκτιμήσεις για τα μεγέθη του αερίου που μπορεί να ανακτηθεί διαφέρουν πολύ μεταξύ τους, γιατί έχουν γίνει πολύ λίγες δοκιμαστικές γεωτρήσεις στη Γηραιά Ηπειρο. Σύμφωνα με μία ανασκόπηση υπαρχουσών πηγών που διεξήγαγε το Joint Research Centre της Ε.Ε. το 2012, η χαμηλή εκτίμηση ήταν 2,3 τρισ. κυβικά μέτρα (έναντι 13 τρισ. στις ΗΠΑ), η καλύτερη εκτίμηση ήταν 15,9 τρισ. κ.μ. (20 τρισ. στις ΗΠΑ) και η υψηλή εκτίμηση ήταν 17,6 τρισ. κ.μ. (47 τρισ. στις ΗΠΑ). Καθώς αυξάνονται οι δοκιμαστικές γεωτρήσεις, είναι πιθανό οι εκτιμήσεις αυτές να πολλαπλασιαστούν. (Ωστόσο, στην Πολωνία, οι τελευταίες μετρήσεις της Γεωλογικής Εταιρείας της χώρας ήταν χαμηλότερες κατά 90% από τις προηγούμενες εκτιμήσεις.) Στην Ελλάδα, προκαταρκτική μελέτη του ΙΓΜΕ το 2011 βρήκε ενδείξεις αποθεμάτων στην Ηπειρο και τη Θράκη (κυρίως στην περιοχή της Ορεστιάδας). Εκτοτε δεν έχουν υπάρξει πιο λεπτομερείς μελέτες, που να επιβεβαιώνουν την ύπαρξη κοιτασμάτων και το μέγεθός τους, που ωστόσο δεν εκτιμάται ότι είναι μεγάλο.
Τι μπορεί να προκαλέσει ένα «πηγάδι» 3.000 μέτρων
Πέρα από το θέμα του κόστους και της βιομηχανικής ανταγωνιστικότητας, το δεύτερο βασικό επιχείρημα υπέρ της εκμετάλλευσης των σχιστολιθικών κοιτασμάτων συνδέεται με την ενεργειακή ασφάλεια. Οπως σημειώνει στην «Κ» η Νίκη Τζαβέλα, ευρωβουλευτής και εισηγήτρια έκθεσης για το σχιστολιθικό αέριο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: «Μόνο αν ξαναρχίσει να παράγει τον ενδογενή πλούτο της θα μπορέσει η Ευρώπη, και κατά επέκταση τα κράτη-μέλη, να ορίσουν καλύτερες ενεργειακές τιμές και να μην εξαρτιόμαστε από την πολιτική της Gazprom, που ορίζει τις τιμές φυσικού αερίου σύμφωνα με τον δείκτη του αργού πετρελαίου». Επιπλέον, όπως εξηγεί, «ο συνδυασμός παραγωγής φυσικού αερίου στην Ευρώπη και το ενδεχόμενο εμπορικής συμφωνίας Ε.Ε.-ΗΠΑ που θα συμπεριλαμβάνει την εισαγωγή αμερικανικού αερίου θα αλλάξουν τις ισορροπίες στην αγορά».
Ο κυριότερος ανασταλτικός παράγοντας για την ανάπτυξη του σχιστολιθικού αερίου στην Ευρώπη είναι οι φόβοι για τις περιβαλλοντικές συνέπειες. Η «υδραυλική ρωγμάτωση» συνίσταται, σε πρώτη φάση, στην κάθετη γεώτρηση (σε βάθος τουλάχιστον 2-3 χλμ.) προς αναζήτηση του σχιστολιθικού στρώματος. Στη συνέχεια, γίνεται οριζόντια γεώτρηση του στρώματος, το πηγάδι επενδύεται με χάλυβα και τσιμέντο και γίνεται έγχυση νερού που περιέχει άμμο και χημικές ουσίες, με πολύ υψηλή πίεση. Το υγρό αυτό μείγμα δημιουργεί μικρές ρωγμές στον σχιστόλιθο, από τις οποίες αντλείται το παγιδευμένο αέριο.
Στους πιθανούς κινδύνους συγκαταλέγονται η μόλυνση του υδροφόρου ορίζοντα, η απελευθέρωση μεθανίου (ενός αερίου του θερμοκηπίου πολύ πιο ρυπογόνου από το διοξείδιο του άνθρακα) στην ατμόσφαιρα, η κυκλοφοριακή συμφόρηση και η πρόκληση σεισμών. Το περιβαλλοντικό λόμπι τάσσεται κατά του fracking, αναδεικνύοντας, εκτός από τους περιβαλλοντικούς κινδύνους, τις ψευδαισθήσεις σχετικά με τα πιθανά οφέλη του. Οπως σημείωνε προ μηνών το ευρωπαϊκό τμήμα της ΜΚΟ Friends of the Earth, «το σχιστολιθικό αέριο στην Ευρώπη, αν αποδειχθεί οικονομικά εφικτό, θα καταφθάσει με αργούς ρυθμούς, σε πολύ υψηλότερες τιμές από ό,τι στις Ηνωμένες Πολιτείες και θα είναι βιώσιμο μόνο αν υποστηριχθεί από μαζικές επιδοτήσεις από ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Οι επιδοτήσεις αυτές θα στήριζαν μία τεχνολογία που μολύνει τα αποθέματα υδάτων, διακινδυνεύει την υγεία των ανθρώπων και συμβάλλει στην επικίνδυνη κλιματική αλλαγή».
Η αναφορά στην κλιματική αλλαγή δεν είναι τυχαία. Οι υποστηρικτές του σχιστολιθικού αερίου χρησιμοποιούν μεταξύ άλλων και το περιβαλλοντικό επιχείρημα ότι η διάδοσή του θα οδηγήσει σε αντικατάσταση του άνθρακα και σε μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Στην Πολωνία, για παράδειγμα, όπου άνω του 90% της ηλεκτρικής ενέργειας εξακολουθεί να παράγεται από άνθρακα (κυρίως λιγνίτη), η στροφή –αν ευοδωθεί– στο σχιστολιθικό αέριο θα έχει ακριβώς αυτό το αποτέλεσμα. Στις ΗΠΑ, που δεν έχουν θεσπίσει σύστημα εμπορίας ρύπων και που δεν επικύρωσαν το Πρωτόκολλο του Κιότο, οι εκπομπές αερίων που συνδέονται με την καύση άνθρακα μειώθηκαν κατά 3,8% το 2012, κυρίως χάρη στην ευρεία υιοθέτηση του σχιστολιθικού αερίου.
Εξαγωγή άνθρακα
Ωστόσο, μία κρίσιμη παράπλευρη συνέπεια της εξέλιξης αυτής ήταν η εξαγωγή άνθρακα από τις ΗΠΑ στην Ευρώπη. Οπως δηλώνει στην «Κ» ο Τζο Χένον, εκπρόσωπος Περιβάλλοντος της Κομισιόν, «είναι δύσκολο να γνωρίζουμε» αν μακροπρόθεσμα μπορεί το εγχώρια παραγόμενο σχιστολιθικό αέριο να αντικαταστήσει τον άνθρακα και να συμβάλει στην άμβλυνση της κλιματικής αλλαγής. Οπως τονίζει δε, η αντικατάσταση αυτή δεν πρέπει να έχει τις ίδιες συνέπειες με το αμερικανικό προηγούμενο (την εκτόπιση των εκπομπών άνθρακα σε άλλη περιοχή του πλανήτη χωρίς τη μείωσή τους).
Σύμφωνα με τον Δημήτρη Ιμπραήμ, επικεφαλής εκστρατειών του ελληνικού τμήματος της Greenpeace, η Ευρώπη θα έπρεπε να δώσει έμφαση σε άλλες μεθόδους καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής, αντί της προώθησης του μη συμβατικού αερίου. Για την Ελλάδα συγκεκριμένα, εκφράζει την ανησυχία ότι η δίψα για επενδύσεις θα οδηγήσει σε «χαλαρή περιβαλλοντική νομοθεσία» σχετικά με την εκμετάλλευση του σχιστολιθικού αερίου, που συνεπάγεται αύξηση των περιβαλλοντικών και άλλων κινδύνων.
Οπως εξηγεί ο κ. Χένον, η Κομισιόν επέλεξε τον δρόμο της μη δεσμευτικής σύστασης, γιατί «η διαδικασία νομοθέτησης θα ήταν ιδιαίτερα περίπλοκη και ενδέχεται να μην είχε ολοκληρωθεί πριν από το 2017». Ωστόσο, καθώς οι δοκιμαστικές γεωτρήσεις πολλαπλασιάζονται, η Επιτροπή «θα παρακολουθεί στενά την εφαρμογή της σύστασης» και θα την επανεξετάσει «18 μήνες μετά τη δημοσίευσή της». Και σημειώνει με νόημα ο εκπρόσωπος Περιβάλλοντος, «αν δούμε τότε ότι είναι απαραίτητο, θα λάβουμε νομοθετική πρωτοβουλία».http://panosz.wordpress.com/2014/02/09/sxoliasths-fracking-ee/